Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Περί των "μονίμων" υφυπουργών...


Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι φωνές που υποστηρίζουν την δημιουργία θέσεων "μονίμων" υφυπουργών σε διάφορα Υπουργεία, που χαρακτηρίζονται από την ανάγκη σταθερότητας στις επιλογές και μεσο-βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό, πέραν της συγκυρίας...
Παραδείγματα τέτοιων προτάσεων αφορούν στο σχετικό με τον έλεγχο των εσόδων Υπουργείο και την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στο σχετικό με τον Τουρισμό, στο σχετικό με την ναυτιλία και ιδιαιτέρως αυτήν της ποντοπόρου, στο σχετικό με την αξιολόγηση δομών εκπαίδευσης και άλλα ων ουκ έστι αριθμός...
Είναι έξω από κάθε ορθολογισμό και "ενάρετο" μοντέλο διακυβέρνησης αυτές οι προτάσεις. Δεν προκρίνει κανένας δείκτης αποτελεσματικότητας μια τέτοια πρόταση, πολύ δε περισσότερο δεν υποστηρίζεται σοβαρά από τη διεθνή βιβλιογραφία για την απόδοση οργανωσιακών μοντέλων σε επίπεδα Κυβερνήσεων με αυτά τα οργανωσιακά χαρακτηριστικά και σε τελευταία ανάλυση αντίκειται και υπονομεύει την αντιπροσώπευση και το δημοκρατικό πολίτευμα σε ότι αφορά στην εκτελεστική εξουσία.
Την ευθύνη της συνέχειας του κράτους πρέπει να την έχει η "διοικητική γραφειοκρατία", η οποία θα έχει την κατάρτιση που απαιτείται, την θεσμική υποταγή στην ιεραρχία, αλλά και την ανεξαρτησία από κόμματα και άλλα αντίστοιχα συμφέροντα επί ποινή παύσης των καθηκόντων από ανεξάρτητους αξιολογητές.
Την υποστήριξη της ανεξαρτησίας των λειτουργών, της συμπεφωνημένης μακράς διάρκειας επιλογών και επί μέρους σχεδιασμών και των μηχανισμών διαβουλεύσεων και συναινέσεων την αναλαμβάνουν οι συνταγματικά ανεξάρτητες ρυθμιστικές και άλλες αρχές του κράτους.
Υπ' αυτήν την έννοια τα lobbies συμφερόντων δεν θα αρκούνται στη επιβολή του "δικού" τους υφυπουργού, αλλά θα τεκμηριώνουν και θα πείθουν για τις απόψεις τους, χωρίς να υπερβαίνουν την λαϊκή ετυμηγορία, που επιλέγει ενιαία δια-Κυβέρνηση των κρατικών υποθέσεων και όχι “αλλά καρτ” διαχείριση των ειδικών θεμάτων και συμφερόντων...

Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Συνηγορία υπέρ κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ

Ας υπερβούμε το πλαίσιο και ας επιχειρήσουμε να αναζητήσουμε τη λύση εκτός της “πεπατημένης”. Ας μη φοβηθούμε την κεντροαριστερή λύση στην διακυβέρνηση της χώρας. Πολλή συζήτηση και ανάλυση έχει γίνει στον ευρύτερο χώρο των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων της κεντροαριστεράς, με αρνητική προδιάθεση, τεκμηριωμένη, για το ενδεχόμενο εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ στης επερχόμενες εκλογές. Τις περισσότερες φορές οι αναλύσεις αυτές, έχουν κεκτημένη ταχύτητα από τις πρόσφατες, μόλις πριν τις προηγούμενες εκλογές, προγραμματικές εξαγγελίες των κομμάτων και τις πολιτικές τους. Είναι λάθος όμως να αγνοούμε τις συστημικές μετατοπίσεις, που ήδη έχουν συντελεσθεί, σε πολλά επίπεδα. Να απαριθμήσω μερικά: Μετατοπίσεις σε επίπεδο ευρωπαϊκών δυνάμεων και απόψεων, σε διεθνές πεδίο, για το εύρος της ελληνικής κρίσης και των επιπτώσεών της, όπως και για την αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων και εφαρμοζόμενων πολιτικών και μέτρων. Μετατοπίσεις στο πολιτικό σκηνικό και την πολιτική γεωγραφία στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, παράμετρος που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Μετατοπίσεις στο προγραμματικό πεδίο των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων σε σχέση με τον, πριν τις εκλογές, προγραμματικό τους λόγο. Η Ν.Δ. έχει πλέον αντιληφθεί τις επενέργειες του στείρου αντιπολιτευτικού της λόγου και υποχρεώνεται σε επιλογές πολιτικής συναίνεσης και εθνικής συνεννόησης, με ότι αυτό συνεπάγεται για τον προγραμματικό της λόγο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει οριστικοποιήσει σε μεγάλο βαθμό, περισσότερο από κάθε άλλη φάση του, τη σχέση του με την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Έχει αντιληφθεί τη διαφορά των εξαγγελιών, του ως δύναμη αντιπολιτεύσεως, με αυτές που είναι εφικτές να υλοποιηθούν, εφόσον οι πολίτες του αναθέσουν να αναλάβει ευθύνες ως κυβερνητική δύναμη και αυτό μάλλον θα επιβεβαιωθεί και στο πρόγραμμα που θα καταθέσει εντός των ημερών. Το ΠΑΣΟΚ δεν εστιάζεται στην επιβολή, δια μέσου του φόβου, ενός προγράμματος, χωρίς την αναγκαία προσαρμογή στις ελληνικές συνθήκες, αλλά αναδεικνύει σημεία «ήπιας» προσαρμογής με τροποποιήσεις στο μνημόνιο. Δεν αγνοεί τους διαμορφούμενους πολιτικούς συσχετισμούς αλλά επιδιώκει την σύνθεση προγραμματικών στοχεύσεων αναδεικνύοντας σημεία για συμφωνία (έξι σημεία). Η ΔΗΜΑΡ όλο και περισσότερο αφίσταται ετεροπροσδιορισμών, ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ, μιας και συνειδητοποιεί πως οι πολίτες που την επιλέγουν αναφέρονται, με σταθερότητα και συνέπεια πλέον, σε μια κυβερνώσα ευρωπαϊκή αριστερά. Όλοι αναγνωρίζουν ότι, σ’ αυτό το σημείο που έχουμε φτάσει, οι θυσίες είναι αναπόφευκτες. Δεν είναι θέμα επιλογής. Είναι θέμα ρεαλισμού και συνειδητοποίησης της πραγματικότητας. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι δε γίνεται να μην πληρώσουμε. Προφανώς πολλοί Έλληνες ψηφοφόροι θα συνεχίσουν να αναζητούν παραδείσους. Είχαν μεγαλώσει με ένα ρόλο του κράτους που μας οδήγησε εδώ που είμαστε σήμερα. Στο κράτος-πατερούλη. Όλοι γνωρίζουν πλέον πως το κόστος μια διακοπής της χρηματοδότησης είναι πολύ μεγάλο για όλους. Αυτό το γνωρίζει καλά και ο ΣΥΡΙΖΑ για τούτο και η όποια ιδεατή “αποτελεσματικότερη” διαπραγμάτευση δεν μπορεί και δεν θα βάλει σε κίνδυνο την ίδια την χρηματοδότηση. Όλοι ξέρουμε πλέον πως οι θυσίες, που έχουν γίνει τα τελευταία δύο χρόνια, είναι άδικες, καθώς αυτοί που πλήρωναν ως τώρα είναι οι μόνοι που πληρώνουν ακόμα – κι απλά πληρώνουν περισσότερο. Πολύ όμως περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι μάλλον οι θυσίες που πρέπει να κάνουμε για να υπάρχει ελπίδα για τη χώρα είναι περισσότερο δύσκολες και αυτές που κάναμε ίσως να ήταν και οι πιο εύκολες αναλογικά. Για τούτο χρειαζόμαστε την πολιτική συμμαχία εκείνων των δυνάμεων, που θα κατανείμει τις απαραίτητες θυσίες πιο δίκαια και ορθολογικότερα. Δυνάμεων οι οποίες θα δημιουργήσουν και θα υλοποιήσουν ένα σχέδιο που δεν υπάρχει σήμερα για το μέλλον της χώρας μας. Πώς θέλουμε να είμαστε το 2020; Είναι οι δυνάμεις της κεντροδεξιάς έτσι όπως αυτές εκπροσωπούνται από το μέτωπο που προσκάλεσε ο κος Σαμαράς για να δημιουργηθεί; Θεμιτό για όποιον εκφράζεται πολιτικά, ιδεολογικά και προγραμματικά. Όχι όμως με ετεροπροσδιορισμούς. Όποιος έχει αποφασίσει να ψηφίσει αυτή την Νέα Δημοκρατία, δεν χρειάζεται άλλοθι και μάλιστα φιλοευρωπαϊκού φερεντζέ για να το πράξει… Απλώς να αναλάβει την ευθύνη της επιλογής του (δημοκρατία έχουμε) και να μη δικαιολογεί την πράξη του με τον απαράδεκτο ετεροπροσδιορισμό λόγω ΣΥΡΙΖΑ. Είναι οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ με συνεργασία των δυνάμεων της ευρύτερης κεντροαριστεράς και της ανανεωτικής αριστεράς; Γιατί όχι; Ας προσεγγίσουμε δημιουργικά συζητώντας με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που αντιλαμβάνονται το πρόβλημα. Οι δυνάμεις αυτές είναι υπαρκτές και χρειάζονται ενίσχυση στην εσωτερική πολυγλωσσία του. Η δαιμονοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και αν εδράζεται σε πραγματικές πολιτικές αναφορές στελεχών του, δεν οδηγεί παρά μόνον στη διαμόρφωση τοίχων ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις για την αναγκαία πολιτική συζήτηση μεταξύ τους. Πρέπει να κριθούν οι προτάσεις του μία προς μία και επ’αυτών να γίνει μια εποικοδομητική συζήτηση προς αναζήτηση συνθέσεων. Οι πολίτες σήμερα πλέον έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν και να επιλέξουν. Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί ιστορικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία και πολιτική, έχει δε την υποχρέωση να προσαρμόσει την πολιτική των συμμαχιών του στις υπάρχουσες συνθήκες. Στόχος είναι το εθνικό σχέδιο υπέρβασης της κρίσης. Αυτό το ρόλο δεν έχει ιστορικό δικαίωμα να τον αρνηθεί. Τα ιστορικά ρεύματα, όπως σε όλη την Ευρώπη, εν μέσω κρίσεων αναλαμβάνουν ευθύνες, δεν παρακολουθούν αμήχανα, πρωτοπορούν με συμμαχίες και οδηγούν την κοινωνία σε συνθέσεις και το κράτος σε φυσιολογική λειτουργία. Κάνουν πολιτική συμμαχιών για να συναντηθούν με νέες δυνάμεις, προχωρώντας σε μια νέα αφήγηση και ανατροπή του χαρακτήρα τους και της φυσιογνωμίας τους. Είναι γνωστό ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο «θέλω» και στο «μπορώ». Το ΠΑΣΟΚ μόνο του φαίνεται τώρα να μη μπορεί. Απαιτούνται προτεραιότητες και χρονοδιάγραμμα. Μαζί όμως με τις δυνάμεις της άλλης αριστεράς οι πιθανότητες αντιμετώπισης της κρίσης στη χώρα μας, με βάση και τις διεθνείς εξελίξεις, είναι αρκετές. Γιατί να θεωρεί κάποιος περισσότερο ανθεκτική μια κυβερνητική λύση με την ΝΔ στην κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ αξιωματική αντιπολίτευση(;), από μια εξέλιξη με το ΣΥΡΙΖΑ (προσαρμοσμένο σε κυβερνητικά καθήκοντα) και την ΝΔ στην αντιπολίτευση; Εάν δε μπορεί να είναι ΝΔ- Καμμένος- Μάνος κλπ., που αφορούν στην κεντροδεξιά τότε ΠΑΣΟΚ- ΣΥΡΙΖΑ- ΔΗΜΑΡ, που αφορούν στην κεντροαριστερά. Εάν δεν υπάρξει κάποια από τις δυο αυτές δυνατότητες, τότε προφανώς θα πρέπει να είναι μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, η οποία θα έχει συγκεκριμένους στόχους του εθνικού σχεδίου που πρέπει να υπάρξει. Οι δυνάμεις της ευρύτερης αριστεράς μπορούν να προτείνουν στους Έλληνες, ένα νέο ευρωπαϊκό πρόγραμμα που θα δίνει χρόνο και οξυγόνο για να αποπληρωθούν τα χρέη της χώρας και να οδηγηθούμε σε ενάρετες οικονομικές συνθήκες στα δημοσιονομικά μας. Ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να έχει την συναίνεση, υπό τις παρούσες συνθήκες, των εταίρων και δανειστών μας και μου φαίνεται ίσως να είναι πιο επείγον και πιο εφικτό από τα ευρωομόλογα. Με αυτό το πρόγραμμα ο ελληνικός λαός θα έχει την δυνατότητα να εκλέξει μια δημιουργική κυβέρνηση συνεργασίας, στην οποία θα συνυπάρχουν “η δίκαιη οργή του ΣΥΡΙΖΑ, ο απαραίτητος ρεαλισμός του ΠΑΣΟΚ και η σταθερή μεταρρυθμιστική πνοή της ΔΗΜΑΡ”. Μια κυβέρνηση που θα είναι ικανή να κυβερνήσει και θα είναι πραγματική νίκη της Πολιτικής. Ναι «να κάνουμε συμβιβασμούς, υποχρεωτικά, για την πατρίδα μας» έλεγε συχνά ο Λεωνίδας Κύρκος και με το δικό του τρόπο ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης… Ζούμε την εποχή των εκτάκτων καταστάσεων και απαιτούνται ευέλικτες πολιτικές, με αρχές, έτσι ώστε να γίνει διαχειρίσιμη η κρίση που επιδρά καταλυτικά σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής μας ζωής. Ίσως σε άλλες εποχές για τα παραπάνω να χρειαζόταν χρόνος, έτσι ώστε να συμπορευθεί η αναγκαία αλλαγή πολιτικής με το λαϊκό αίσθημα. Να μπορεί το εκλογικό σώμα να αφομοίωση αυτές τις αλλαγές-ανατροπές. Δυστυχώς όμως σε κάποιες στροφές της ιστορίας, ενώ η Δημοκρατία χρειάζεται χρόνο, οι κρίσεις ξεσπάνε ξαφνικά και παίζουν το παιχνίδι της δημαγωγίας. Τότε ακριβώς χρειάζονται ηγεσίες ικανές για τις δύσκολες επιλογές, ηγεσίες που θα καθοδηγούν τον λαό και όχι να τον ακολουθούν. Χρειάζεται τόλμη και καθαρό μυαλό, απαλλαγμένο από σκοπιμότητες και πείσματα προ-πολιτικής περιόδου…

 Ο Κώστας Χλωμούδης είναι Μέλος της Συντακτικής Επιτροπής της «Μεταρρύθμισης»

Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Οι αδυναμίες του μνημονίου δεν αντικαθιστούν την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός μνημονίου.


Το μνημόνιο είναι μια “δυναμική” σύμβαση που είναι η έκφραση της συμφωνίας των εταίρων την συγκεκριμένη στιγμή-περίοδο, με τους πολιτικούς συσχετισμούς της συγκυρίας. Οι αλλαγές και οι τροποποιήσεις είναι σύμφυτα στοιχεία του μνημονίου και εξαρτώνται καταλυτικά από τις κοινωνικο-πολιτικές μεταβολές και τις ισορροπίες των πολιτικών εκφραστών τους.
Το μνημόνιο είναι ένα εργαλείο, για να πραγματωθεί ή εκφρασμένη πρόθεση αλληλεγγύης και βοήθειας των εταίρων μας, με πραγματικούς όρους, στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που βρέθηκε η χώρα μας.
Οι δυνάμεις του ορθολογισμού και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού έπρεπε όλα αυτά τα χρόνια να εναντιωθούν στην ενοχοποίηση των εργαλείων έκφρασης αυτής της αλληλεγγύης. Άλλος δρόμος για να παρασχεθεί αυτή η βοήθεια δεν υπάρχει.
Απαιτείται κάποια συμφωνία διατυπωμένη στη μορφή “μνημονίου”. Η άρνηση μιας τέτοιας συμφωνίας είναι αυτοκτονική επιλογή. Δεν είναι δυνατή η συμβολή των εταίρων μας αν εμείς δεν το επιθυμούμε και ως εκ τούτου δεν συμφωνούμε. Η πολιτική των Μνημονίων είναι δυνατόν να τελειώσει μόνον την ημέρα που η Ελλάδα μπορεί να βγει και να δανεισθεί ή να βρει χρήματα για την αναχρηματοδότησή της από κάποια άλλη πηγή…
Οι άμεσες επιπτώσεις από την αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη σίγουρα θα είναι ισοπεδωτικές. Ένταση στη φυγή κεφαλαίου, πυροδότηση της υποτίμησης και του πληθωρισμού, επαναπροσδιορισμός και επαναδιαπραγμάτευση της ονομαστικής αξίας όλων των υπαρχόντων συμβολαίων, φέρνοντας χρηματοοικονομικό χάος… τελικά ανάγκη περισσότερης (!) λιτότητας, για να διαχειρισθεί κανείς εκείνη την κατάσταση, καθώς η Ελλάδα προφανώς εξακολουθεί να καταγράφει πρωτογενές έλλειμμα, το οποίο θα πρέπει να εκμηδενιστεί εάν η Ε.Ε. και το ΔΝΤ σταματήσουν να χρηματοδοτούν.
Για όλους αυτούς τους λόγους αποτελεί στρατηγικό πολιτικό λάθος των δυνάμεων του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, η φοβισμένη και ενοχική υποστήριξη της ανάγκης για το μνημόνιο.
Τις προηγούμενες μέρες γίναμε μάρτυρες μιας ιδιαίτερα διασκεδαστικής καταγραφής των απόψεων για τους όρους και το χρόνο απεμπλοκής από το Μνημόνιο. Βέβαια το ίδιο το Μνημόνιο προβλέπει πέρας και απεμπλοκή το 2015!!! Η εξέλιξη των επαναληπτικών εκλογών, αποτελεί νίκη των αντιμνημονιακών δυνάμεων... Η συμβολή της φαιοκόκκινης συμμαχίας ήταν καθοριστική.
Η κρατική μηχανή σε αδράνεια, οι ακυρώσεις στον Τουρισμό χωρίς την δυνατότητα στοιχειώδους αντίδρασης, η ελπίδα για ταχύτερη αύξηση της ρευστότητας σε καταστολή, οι καθυστερήσεις στην εκταμίευση του ΕΣΠΑ σε ενδεχόμενη μονιμοποίηση και συνολική ακύρωση του προγράμματος…
Στην τρέλα της ενοχοποίησης όλων των άλλων, χωρίς σοβαρή δική μας εναλλακτική πρόταση, να αντιπαρατεθούμε. Γιατί το χειρότερο από όλα είναι το ενδεχόμενο να βγούμε από το Ευρώ και μετά, για να επιβιώσουμε, να ξαναγυρίσουμε στο μνημόνιο, με δραχμή!
Δυο δρόμοι υπάρχουν. Ο ένας να ακολουθήσει η χώρα (με όλα τα παραπάνω ρίσκα) επιθετική πολιτική παύσης πληρωμών άμεσα και ο άλλος να υποστηριχθεί το πρόγραμμα του μνημονίου με τις όποιες διορθώσεις του μπορεί να επιτευχθούν, επιχειρώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να επιτευχθούν οι μακροοικονομικές του στοχεύσεις, όπως στο 120% ΑΕΠ το χρέος το 2020.
Σήμερα πλέον όλοι γνωρίζουν την αλήθεια. Επιλέγουμε Ευρώ (φαίνεται πως έχει ξεκαθαρίσει). Συνεπώς προσπαθούμε να πείσουμε με προτάσεις – «ισοδύναμα» για τροποποιήσεις του μνημονίου, κατόπιν συμφωνίας των συμβεβλημένων εταίρων μας/δανειστών!
Μέχρι όμως την αλλαγή του το υλοποιούμε. Δεν στρεψοδικούμε, δεν υπονομεύουμε, δεν νομιμοποιούμε την αναξιοπιστία. Εργαζόμαστε!

Πέμπτη 10 Μαΐου 2012

O λαός δεν έχει πάντα δίκιο. Το μόνο σίγουρο είναι ο σεβασμός στην ετυμηγορία του.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Η παρούσα Βουλή, εφόσον συγκροτηθεί, θα συνιστά ένα αξιοθρήνητο θέαμα. Η έκφραση της παράκρουσης, που τελεί η ελληνική κοινωνία, τιμώρησε μεν τους βασικούς πολιτικούς διαχειριστές της προηγούμενης περιόδου, επέλεξε όμως τη μη λύση στο πρόγραμμα της διακυβέρνησης της χώρας. Ακόμη πιο εξωφρενικό, έβαλε μέσα στη βουλή ένα φασιστικό μόρφωμα. Στη Γερμανία, στις εκλογές του 1932 το κόμμα του Χίτλερ διπλασίασε την επιρροή του: "Οι εθνικοσοσιαλιστές είχαν καταφέρει να γίνουν το μεγάλο κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στο "σύστημα" (...). Οι ψηφοφόροι των εθνικοσοσιαλιστών δεν αντιλαμβάνονταν ότι όσα τους υποσχόταν το κόμμα του Χίτλερ ήταν άκρως αντιφατικά. Αυτό που μετρούσε ήταν η ελπίδα ότι η Γερμανία και οι Γερμανοί, μέσω μιας "εθνικής επανάστασης", θα εξασφάλιζαν ένα μέλλον καλύτερο από το παρόν." (H. A. Winkler, Βαϊμάρη). Κάθε ομοιότητα με τα καθ’ ημάς είναι προφανώς συμπτωματική. Ο Αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ σε συγχορδία με τον κο Καμένο διαγκωνίζονται σε ανερμάτιστες προοπτικές, διατυπώνοντας τες με «πιασάρακες» ατάκας. Με έναν μεγάλο αριθμό νεοναζιστών βουλευτών, που όταν εισέρχεται ο αρχηγός εντός Βουλής θα πρέπει “εις ένδειξη σεβασμού να εγείρονται όλοι εντός της αιθούσης” και ακόμη έναν μεγαλύτερο αριθμό από οπαδούς της λεκτικής βίας, λόγω παιδείας και ημιμάθειας… ο εκσφενδονισμός αντικειμένων προς τα αντίπαλα έδρανα, θα αποτελεί το μικρότερο κακό από ότι μπορώ να φανταστώ. Το κρίσιμο ερώτημα πως θα κυβερνηθεί η χώρα σε κάθε περίπτωση δεν έχει απαντηθεί. Όπως έγραφε ο Ν. Μαρατζίδης στην “Καθημερινή” του Φεβρουαρίου, «στην πολιτική τα πράγματα δεν μένουν ποτέ στάσιμα? όταν δεν βελτιώνονται, χειροτερεύουν...» Σήμερα λοιπόν ο κίνδυνος δεν είναι ο παλαιοκομματισμός αλλά ο λαϊκισμός. Η ιστορία θα κρίνει και το λαό και τις ηγεσίες του... Σεβασμός στην επιλογή του λαού, δεν σημαίνει άγνοια των τραγικών λαθών που οι λαοί έχουν κάνει (μελετώντας την ιστορία), ακόμη και προσφάτως... H όσμωση είχε ξεκινήσει στο επίπεδο της βάσης της κοινωνίας μας εδώ και καιρό... Η πολιτική νομιμοποίηση διαμορφώθηκε από τη συνύπαρξη της πάνω πλατείας, τις ίδιες ώρες και με τους ίδιους αντιπάλους, με αυτούς της κάτω πλατείας (Συντάγματος και κάθε αντίστοιχης)... Η "γέφυρα" δομήθηκε στους "αγανακτισμένους" της κάθε πλατείας... και σήμερα παρακολουθούμε (επισήμως δια της επιλογής του εκλογικού σώματος) την ευόδωση της προσπάθειας και τυπικής άρσης του χάσματος μεταξύ του αριστερού και δεξιού λαϊκισμού. Θα πληρώσουμε σαν χώρα την "φαιοκόκκινη" συμμαχία... Αλλά πόσο και μέχρι πότε; Ο λαϊκισμός έχει μολύνει μεγάλα τμήματα του πολιτικού οικοδομήματος της χώρας, κάνοντας πλέον ισχυρή την κυριαρχία του και στη Βουλή... Η μετάστασή του σε κάθε δημόσιο θεσμό, κάθε πολιτική πρακτική, κάθε δημόσιο λόγο θα πραγματοποιηθεί με τέτοια ταχύτητα που δύσκολα η κοινωνία θα προλάβει θεραπεία… Ο λαϊκισμός έχει μετατρέψει τμήματα της κοινωνίας σε μια άλογη μάζα που συμπεριφέρεται όπως ένα ακυβέρνητο καράβι. Όπως ακριβώς εμφανίζεται και η χώρα μας σήμερα. Ο λαϊκισμός δημιούργησε προσδοκίες, που δεν πρόκειται, γιατί δεν μπορεί να πραγματοποιήσει. Γι’ αυτό και επένδυσε, όλο αυτό το διάστημα, στο θυμικό όσων χάνουν από την κρίση, αλλά και των πλέον αδυνάμων κοινωνικών κατηγοριών, αξιοποιώντας και τον καιροσκοπισμό κάποιων εκ των πολιτικών ηγεσιών. Αυτοί που ψήφισαν εναντίον των δανειακών συμβάσεων, ορκίζονται στην παραμονή μας στο ευρώ… Θα δούμε ότι ενώ χθες η κοινωνία ψήφισε «αντιμνημονιακά», την ίδια στιγμή ψήφιζε σε πρόσωπα και την επετηρίδα του παρελθόντος, ιδιαιτέρως στα ανερχόμενα και όχι μόνο, κόμματα… Στο επόμενο διάστημα θα τους καλεί όλους αυτούς και θα απαιτεί να λύσουν το πρόβλημα διακυβέρνησης. Λυπάμαι που θα το υποστηρίξω αλλά ο λαός δεν έχει πάντα δίκιο. Το μόνο σίγουρο είναι ο σεβασμός στην ετυμηγορία του. Το μεγάλο ζητούμενο όμως είναι να υπερβούμε το επίπεδο των διαπιστώσεων. Οι κρίσιμες στιγμές που ζούμε, ίσως απαιτήσουν να μπει μπροστά εκείνη η εθνική ηγεσία, που θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων συσπειρώνοντας χωρίς να διαιρεί τις δυνάμεις του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, σφυρηλατώντας την ενότητα μεταξύ των δυνάμεων που ευαγγελίζονται τον ορθό λόγο και την μεταρρυθμιστική πνοή για τη χώρα, μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος. Στη δική μου συνείδηση οι υποκειμενισμοί, οι παραγοντισμοί, οι προσωπικές στρατηγικές δεν συνάδουν με την ύπαρξη τέτοιας ηγεσίας πολύ δε περισσότερο όταν πιστεύω πως δεν μπορεί να προκύψει από παρθενογένεση.

Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα και η ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης της Παγκοσμιοποίησης

Δύσκολα, σε μια τέτοια προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα, να υπάρξει η πιθανότητα αποδοχής της λύσης του προβλήματος (σου) και με παρεμβάσεις από (και για) «έξω». Προφανώς, οι αιτίες της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, σε μεγάλο βαθμό, έχουν ρίζες στην παθογένεια της λειτουργίας της οικονομίας μας. Θα είναι όμως μεγάλο λάθος να αγνοηθεί η καταλυτική επίδραση των φαινομένων της παγκοσμιοποίησης στην αδύναμη, ως προς τη θεσμική της συγκρότηση, παραγωγική βάση της χώρας. Υποστηρίζουμε δηλαδή ότι οι αιτίες της κρίσης, αφορούν, τόσο τις διεθνείς εξελίξεις, με αιχμή την έλλειψη διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης, όσο και τις αποφάσεις που πάρθηκαν στο εσωτερικό της χώρας, στη μεταπολίτευση. Όποιος δεν τα εξετάσει και τα δύο στη διαλεκτική τους σχέση, απλώς κάνει λάθος και η ανιστόρητη προσέγγισή του δεν θα βοηθήσει στην αναζήτηση λύσεων. Το οικονομικό σύστημα στη χώρα μας, λειτουργώντας με ένα υπεργιγαντισμό του κράτους και με μια αγορά χωρίς ρυθμίσεις, δημιούργησε συνολικά πολλά προβλήματα στην οικονομία, όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Είναι άραγε ρεαλιστικό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε κάποια προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας, χωρίς παράλληλη εξέλιξη στους κανόνες διακυβέρνησης της παγοσμιοποίησης; Είναι αλήθεια πως μέχρι την έναρξη της κρίσης του 2008, σε όλο τον δυτικό κόσμο, όπως και στην Ελλάδα, σε σχέση με την πραγματική οικονομία, είχαμε πρωτοφανή ρευστότητα, που όμως δεν κατευθύνθηκε σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις (γράφαμε για την Ελλάδα από το 2007 στην Μεταρρύθμιση http://www.metarithmisi.gr/archivesMeta/journal/readAuthors.asp?authorID=22&page=2&textID=627 ). Προτιμήθηκε η χρηματιστηριακή κερδοσκοπία. Και όπως μπορεί να σας διαβεβαιώσει ο οποιοσδήποτε τραπεζίτης, οι οικονομικές πολιτικές ήταν και είναι ανίσχυρες να επηρεάσουν τη συμπεριφορά αυτής της ρευστότητας. Αυτή η δυσλειτουργία, που ως προς τα αίτιά της είναι μάλλον πολιτιστική, ως προς τα αποτελέσματά της δε, διαρθρωτική, έχει ολέθριες επιπτώσεις. Σήμερα γνωρίζουμε πως αυτό το μοντέλο λειτουργίας έσκασε με κρότο και τελειώνει, χωρίς να γνωρίζουμε τι θα το αντικαταστήσει. Η υπεράσπιση αυτών που παράγουν ενάντια σε όσους κερδοσκοπούν, φαίνεται να είναι το νέο ζητούμενο. Η νέα πάλη των τάξεων; Θυμόμαστε ότι μεταξύ 1945 έως και το 1990 ο κόσμος γνώρισε τις χρεοκοπίες των εθνικών οικονομιών, χωρίς να οδηγούν σε παγκόσμιες κρίσεις. Αυτή ήταν επιτυχία του ρυθμισμένου καπιταλισμού για να ξεπερνά τις κρίσεις του. Από τότε όμως και μετά, η χρηματοοικονομική σφαίρα διογκώθηκε υπερβολικά. Τόσο όσο να ήταν και να είναι αδύνατον να εποπτευθεί. Οι θεσμοί αγοράς και διοίκησης αποδείχθηκαν ότι ήταν ανεπαρκέστατοι, ουσιαστικά δεν λειτούργησαν αποτελεσματικά, ιδιαίτερα στους τομείς της εποπτείας της λειτουργίας του δημοσιονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος, αντίστοιχα. Αποτέλεσμα, η ανεύθυνη και παθητική (εν πολλοίς ωφελιμιστική) δράση μικρών ομάδων, παγκόσμιων παικτών χρηματιστηριακών προϊόντων . Τότε ήταν που η παγκόσμια οικονομία άρχισε να βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με χρηματοοικονομικές κρίσεις μεγάλου βεληνεκούς, που οι επιπτώσεις ξεπερνούσαν τα εθνικά σύνορα: • κρίση της λατινικής Αμερικής στα τέλη της δεκαετίας του1980, που έπληξε ολόκληρη την ήπειρο, • ασιατική χρηματιστηριακή κρίση της δεκαετίας του 1990 με τρομερές επιπτώσεις, έστω κι αν περιορίστηκαν σε μια ντουζίνα χώρες, • κρίση του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος το 1992, • σκάσιμο της «φούσκας» της νέας οικονομίας το 2000, • το ντόμινο της κρίσης στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ το 2007 και • η τελευταία, αυτή της δημοσιονομικής αστάθειας και κρίσης χρέους χωρών της Ευρώπης, με προεξάρχουσα αυτήν της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια κάποιων από αυτές τις κρίσεις, χάθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στην κάθε μια, ποσά απολύτως ανάλογα με εκείνα που χάθηκαν στο χρηματιστηριακό κραχ του 1929. Όλες αυτές οι κρίσεις, σε αντίθεση με την τελευταία, ήταν σύντομες χρονικά, λιγότερο βίαιες, λιγότερο θεαματικές ίσως, όχι όμως λιγότερο τρομακτικές από όσα γνωρίσαμε στο παρελθόν, έστω κι αν η εξατομίκευση των αγορών τις κατέστησε πολύ λιγότερο επώδυνες. Για την αντιμετώπιση φαινομένων που προκάλεσαν τις προηγούμενες κρίσεις , ο δυτικός κόσμος είχε αξιοποιήσει τρεις μηχανισμούς ρύθμισης, δανεισμένους από τρεις ιστορικές φυσιογνωμίες: το λόρδο Μπέβεριτζ, το λόρδο Μέιναρντ Κέινς και τον Χένρι Φορντ. Ο Μπέβεριτζ είναι ο Άγγλος που εμπνεύστηκε την κοινωνική ασφάλιση, αλλά που κυρίως θεωρητικοποίησε το γεγονός πως η κοινωνική προστασία δεν εξανθρωπίζει απλώς το σύστημα, αλλά επιπλέον το σταθεροποιεί, καθώς αποτρέπει την πτώση της κατανάλωσης -που εξαρτάται σχεδόν κατά το 1/3 από την αγοραστική δύναμη. Δεύτερος ρυθμιστής: ο Κέινς. Έστειλε το εξής μήνυμα στους πολιτικούς ηγέτες: «Αντί να χρησιμοποιείτε τη νομισματική πολιτική ως μέσο εσωτερικής ρύθμισης, χρησιμοποιήστε την για να μειώνετε και να αποφεύγετε τις αναστατώσεις που έρχονται από το εξωτερικό, όπου οι δημοκρατικές χώρες ανταγωνίζονται.» Αυτό το πράγμα δούλεψε. Έχουμε την πειραματική απόδειξη πως δούλεψε στ’ αλήθεια, επί τριάντα χρόνια. Ο τρίτος ρυθμιστής, ο βιομήχανος Χένρι Φορντ, είναι Αμερικανός. Όπως έλεγε: «Καλοπληρώνω τους εργάτες μου, για να αγοράζουν τα αυτοκίνητά μου». Χάρη στο «νιου ντιλ», χάρη στα μεγάλα έργα του Ρούσβελτ, αυτή η πολιτική των καλών αμοιβών και της μισθολογικής εξασφάλισης, βοήθησε την αμερικανική οικονομία να απογειωθεί πολύ γρήγορα μετά την κρίση του 1929. Δυστυχώς, αυτές οι ρυθμίσεις αδυνατούν σήμερα να αντιμετωπίσουν την περίπτωση της παρούσας οικονομικής κρίσης σε ευρωπαϊκές χώρες (η περίπτωση της Ελλάδας). Γι’ αυτό απαιτείται, με τη συμμετοχή της χώρας μας, η διαμόρφωση των συσχετισμών σε παγκόσμιους ρυθμιστικούς μηχανισμούς για τη διαχείριση αυτής της κρίσης με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ), είναι ένας μηχανισμός που δεν δουλεύει πια, αφού δεν είναι σε θέση να προλαμβάνει ή να καταπραΰνει τις κρίσεις. Διαθέτει μολοταύτα την πληροφόρηση: βρίσκεται σε ένα κέντρο ικανό να πραγματοποιεί διαγνώσεις και να επεξεργάζεται προτάσεις. Ίσως έχει έρθει η ώρα να προσπαθήσουν οι παγκόσμιοι παίκτες (κυβερνητικοί οργανισμοί εθνικοί και διεθνικοί, εργατικές ενώσεις και διεθνείς οργανώσεις, εκπρόσωποι μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), εταιρείες κ.λπ.), να αναπτύξουν μια πολιτική διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης, δια μέσω ρυθμίσεων, που να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση. Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, λειτουργώντας χωρίς ρυθμίσεις, δημιούργησε πολλά προβλήματα, είτε σε τοπικό, είτε σε παγκόσμιο επίπεδο. Ζητήματα όπως το περιβάλλον, η ασφάλεια των πολιτών, η ανισότητα στη διανομή του πλούτου και η αύξηση της φτώχειας και άλλα, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς. Επομένως, δεν είναι πολύ ρεαλιστικό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία χωρίς μια παράλληλη εξέλιξη, με κανόνες, της διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης. Βρισκόμαστε λοιπόν στη φάση της ανάγκης για αντιμετώπιση των αρνητικών επιδράσεων της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης στη λειτουργία της οικονομίας. Να ορίσουμε τη φάση αυτή ως Μετα- Παγκοσμιοποίηση για την οικονομία. Όταν μιλάμε για πολιτική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, αναφερόμαστε στο να αποκτήσει η Πολιτική τη δυνατότητα να επηρεάζει τις ροές της παγκοσμιοποίησης προς όφελος της κοινής ανάπτυξης, με προστασία του περιβάλλοντος, με αντιμετώπιση της φτώχειας, ιδιαιτέρως στον τρίτο λεγόμενο κόσμο και με βελτίωση των συνθηκών ζωής. Οι ΗΠΑ κάνουν αψιμαχίες με την Κίνα στη λήψη μέτρων προστατευτισμού και ταυτόχρονα, έχουν ετοιμάσει σε επίπεδο επιτροπών, όλες τις απαραίτητες ρυθμίσεις για το πέρασμα στη νέα εποχή της αναθεώρησης της παγκοσμιοποίησης. Οι προοδευτικές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πεδίο, δεν μπορούν παρά, να εργασθούν για την επαναρρύθμιση των όρων της παγκοσμιοποίησης. Η κρίση αναζωπυρώνεται στην Ευρωζώνη, το επίκεντρό της μετατοπίζεται τώρα στην Ισπανία, καιρός για ευρωπαϊκή στροφή! Το «ελληνικό ζήτημα» μπορεί να επανατοποθετηθεί! Το αναπτυξιακό ευρωομόλογο μπορεί να διεκδικηθεί για να βγει! Το «επίσημο» χρέος της Ελλάδας στους εταίρους, μπορεί να επανεκτιμηθεί και, ναι, γιατί όχι, να «κουρευτεί» περαιτέρω! Η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία της Ελλάδας, θα ωφελήσει το σύνολο της Ευρώπης, αν αποκατασταθεί! Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας μπορεί και πρέπει να συμφωνηθεί με τους εταίρους μας, να επιμηκυνθεί! Το ευρωπαϊκό πακέτο για την ανεργία των νέων, το δίχτυ προστασίας, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τα μεγάλα έργα… να πεισθούν οι Ευρωπαίοι πως έχουν λόγους, επιτέλους, να υλοποιηθούν και να ξεμπλοκαριστούν! Χρειάζεται, από τη μια, η ενίσχυση της ενεργούς ζήτησης μέσω κρατικών δαπανών στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ό,τι μας αφορά ) και από την άλλη, η επίδραση σε πολιτικές για τη διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, σε παγκόσμιο πεδίο. Αυτός είναι ο προοδευτικός δρόμος των νέων ρυθμίσεων των διεθνών σχέσεων. Ο άλλος δρόμος, είναι αυτός που οδηγεί στη διεθνή ένταση και στον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο. Οι προοδευτικές δυνάμεις, όπου γης, δεν χρειάζεται να περιμένουν πότε θα κινηθούν τα πράγματα προς τα εκεί. Πρέπει να διεκδικήσουν μια άλλη πορεία στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις. Αυτό θα μπορούσε να είναι ένα από τα επίδικα θέματα και στη χώρα μας, με αφορμή τις εκλογές του Μαΐου. *Ο Κ. Χλωμούδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Διαφθορά, συλλογική γνώση και… «απο-ενοχοποίηση»

Την τελευταία δεκαετία, η μικρή μας χώρα δανείστηκε πάνω από 300 δις για την ικανοποίηση «αναγκών» της. Με ταυτόχρονη ιδιωτική κατανάλωση περίπου 20 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη από τις άλλες χώρες. Αν προσθέσουμε και τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης από την Ευρώπη, τα μεγέθη προκαλούν ιστορικό δέος. Δύσκολα θα μπορέσεις να το συναντήσεις, από κάθε οπτική (γεωγραφική, ιστορική, μεγέθους κ.λπ.), σε άλλη οικονομία. Προφανώς, μια κριτική που θα είχε νόημα, θα ήταν αποτέλεσμα της αξιολόγησης των επιδόσεων και αποδόσεων, από τη χρήση αυτών των ποσών. Ποσά που διοχετεύθηκαν σε επενδύσεις, σε αναδιαρθρώσεις, σε άυλα περιουσιακά στοιχεία (εκπαίδευση, πολιτισμός, έρευνα κ.λπ.), σε κατανάλωση. Ανάλογα με την κατεύθυνση, κρίνεται και ο βαθμός ενοχής αυτών των δαπανών. Η διάκριση της αναλογίας στην κατανομή, όπου διοχετευόταν οι ροές για αύξηση του χρέους, πριν από τους ολυμπιακούς και μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους στην κριτική μας. Δεν θα αμφέβαλε κανείς για την ανάγκη ορθολογικής διαχείρισης και μη σπατάλης, ανεξαρτήτως περιόδου. Διαφορετικό όμως είναι το χρέος που διοχετεύεται για επενδύσεις που θα «αποσβεσθούν» στο πέρασμα του χρόνου και άλλο το χρέος προς καταναλωτικές ροές.
Η περίοδος μέχρι τους ολυμπιακούς, είναι περίοδος των έργων και των υποδομών, ανεξαρτήτως αν συμφωνεί κανείς με την προτεραιότητα για την ανάληψη των αγώνων από τη χώρα και την μετέπειτα αξιοποίηση αυτών των υποδομών. Τα ποσά της διαρροής προς σκοπούς εκτός των έργων αυτών, όπως οι «συμβουλευτικοί», διαφημιστικοί, κ.λπ. αντίστοιχοι, εντάσσονται βεβαίως στις μη αποδοτικές και τελικά αντιπαραγωγικές δαπάνες…
Η περίοδος όμως μετά τους ολυμπιακούς, μπορεί στο σύνολό της να κριθεί ως η περίοδος της αποεπένδυσης. Πολλοί υποστηρίζουν πως διαφορετική θα ήταν η παρούσα κατάσταση, αν υπήρχε μια μικρή επενδυτική προσπάθεια και σε αυτήν την περίοδο. Αναμφίβολα είναι δύσκολο να βάλει κανείς σαφές φράγμα στις δύο αυτές περιόδους. Η κεκτημένη ταχύτητα των θετικών και αρνητικών στοιχείων από τη μία περίοδο, επηρεάζει σε πολλά επίπεδα και την επόμενη.
Παθογένειες κοινές του μεταπολιτευτικού βίου, ήταν γνωστές και είχαν επισημανθεί από την αρχή της δεκαετίας. Αλλά στο σύνολο του δημόσιου λόγου (όχι μόνο των κυβερνώντων), υπήρξε απομόνωση για όσους τα έθιγαν. Τους έβγαζαν εκτός παιχνιδιού. Επιστήμονες, δημοσιογράφους, πολιτικούς (κάθε κόμματος), συνδικαλιστικές φωνές, τοπικοαυτοδιοικητικές συμβολές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολίτες…
Όσα με υποκριτική έκπληξη «μαθαίνουμε» τώρα τελευταία, για το μέγεθος της άμεσης και έμμεσης διαφθοράς μεγάλης μερίδας πολιτών, δεν είναι καινούργια. Μας είχαν προειδοποιήσει. Μας είχαν χτυπήσει την καμπάνα. Λένε ψέματα όσοι σήμερα εκφράζουν την έκπληξή τους, συνοδευόμενη από τη σχετική δόση αγανάκτησης. Ιδιαιτέρως οι φίλοι εκ του μιντιακού συστήματος, το οποίο αποτέλεσε θεραπαινίδα της ηγεμονίας του ανορθολογισμού. Όχι μόνο δεν υπηρετούσαν την αλήθεια, αλλά συμμετείχαν σε ένα πάρτι που οδηγούσε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Λειτουργούσαν σαν μια αδίστακτη συντεχνία, με μειωμένο ακόμη και το ένστικτο αυτοσυντήρησης. Όσο και αν στο χώρο επικράτησε η ημιμάθεια, γνώριζαν εδώ και χρόνια ότι η χώρα μας έπρεπε να προχωρήσει σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, όπως είχαν κάνει τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη εδώ και καιρό. Αυτήν την προοπτική υπονόμευσαν, δείχνοντας τυφλή υπακοή στις εφήμερες σκοπιμότητες των αφεντικών και ηγέτιδων νοοτροπιών του χώρου…
Η ευρωπαϊκή κοινότητα μας χρηματοδότησε με τεράστια ποσά για να προχωρήσουμε ομαλά σ’ αυτές τις αλλαγές. Αυτές υπονομεύτηκαν από το όλον σύστημα. Και από τους εκτελεστές αποφάσεων και από αυτούς που διαμορφώνουν και επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων και από αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις.
Ενιαίο σύστημα αλληλοϋποστήριξης. Επικρατούσα αντίληψη η κλεπτοκρατία. Στη βάση, οι κάθε είδους πελατειακές σχέσεις. Όχι μόνο οι πολιτικές, αλλά και οι απλές. Οι «τυφλοί», ή οι αδειοδοτηθέντες «ασθενείς» του όποιου νησιού, ήταν, κυριολεκτικά, πελάτες των γιατρών τους, με σχέσεις κλεπτοκρατίας και εν γένει γνωστές στις μικρές κοινωνίες μας. Διορισμοί στο δημόσιο, επιδόματα, υψηλοί μισθοί, πρόωρες συντάξεις, παχυλά εφάπαξ, προνόμια που δίνει το κράτος σε επαγγελματικές ομάδες, βιομηχανία καταπατήσεων και αυθαιρέτων, εκτεταμένη φοροδιαφυγή, είναι το αντάλλαγμα μιας κλεπτοκρατικής δομής ενός πελατειακού κράτους. Επιβίωσε γιατί πιστεύανε, οι έχοντες φωνή, πως ήταν οι «ωφελημένοι». Εξασφάλιζε, τουλάχιστον μέχρι λίγο πριν, συνενοχή. Γι’ αυτό και η ισορροπία για την επιβίωση αυτού του διεφθαρμένο συστήματος.
Βασική αιτία, αναμφίβολα ήταν ο κρατισμός, που λειτουργούσε χωρίς τα αναγκαία αμορτισέρ του. Τις ρυθμιστικές αρχές, τις ανεξάρτητες αρχές, την κοινωνία των πολιτών και τους θεσμούς τους, τις αδέσμευτες και ανεξάρτητες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Αυτός απέτυχε, χωρίς να κρύψουμε πως βόλευε, εις βάρος των άλλων, αρκετούς από όσους προαναφέραμε. Την αποτυχία αυτή τη βιώνει ως σύνολο η κοινωνίας μας σήμερα. Ας μη βιώσουμε και τη βία της απορρύθμισης των πάντων. Γι’ αυτά, δεν μας υποχρεώνει κανένα μνημόνιο. Ας μιλήσουμε προγραμματικά.
*Ο Κωνσταντίνος Χλωμούδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά.

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Τώρα πλέον Σχέδιο για Ρυθμίσεις

Η υπογραφή της δανειακής σύμβασης είναι πολύ σημαντική για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και μπορεί, υπό όρους, να έχει πολύ θετικά αποτελέσματα στα μάκρο αλλά και μίκρο οικονομικά μεγέθη της οικονομίας μας. Υποχρέωσή μας είναι να εντοπίσουμε και να αναδείξουμε, για να διαχειρισθούμε, τις αρνητικές επιπτώσεις από την, νεοφιλελεύθερης κοπής, προσαρμογή της οικονομίας μας στην σύγχρονη τάση των δεδομένων της παγκοσμιοποίησης και την αυτονόμηση της οικονομίας του χαρτιού από την πραγματική οικονομία.
Σήμερα πλέον έχει καταγραφεί ότι η πολιτική επιλογή της εσωτερικής υποτίμησης απέτυχε. Η μονοσήμαντη μείωση των μισθών, σε αντίθεση με της αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών που χρησιμοποιούμε, δεν είναι ταξικά ουδέτερη ούτε κοινωνικά αθώα. Πολλοί είναι αυτοί που ωφελούνται υπέρμετρα, σε σχέση με το κόστος που καταβάλλουν, μιας και η αύξηση των φόρων και η μείωση των μισθών δεν δικαιολογεί αυτήν την αύξηση των τιμών. Άρα οι παραγωγοί – επιχειρήσεις (εφόσον επιζήσουν από τον περιορισμό της ζήτησης) δυνητικά, βγαίνουν κερδισμένοι από την κρίση. Αντιθέτως το σύνολο των πολιτών της μισθωτής εργασίας, πληρώνει υπέρμετρα την επιδιωκόμενη οικονομική ανάταξη και ωφέλεια που θα προκύψει από αυτήν. Ζητούμενο πρέπει να είναι η διαδικασία με την οποία θα επιμερισθεί η όποια ωφέλεια, από το αποτέλεσμα της οδυνηρής λιτότητας που αποδεχθήκαμε ως χώρα για να διαχειρισθούμε την δημοσιονομική μας κρίση. Στην οικονομία δεν υπάρχει “τσάμπα φαγητό”. Άρα όσοι “πληρώνουν” αναλαμβάνοντας το κόστος της ανάταξης στο παρόν, πρέπει να έχουν το σχετικό μερίδιο από μια δίκαιη κατανομή της προσδοκώμενης ωφέλειας. Αντιστοίχως οι σχετικές κοινωνικές ομάδες που δεν συμβάλλουν τόσο στο ξεπέρασμα της κρίσης να έχουν και το σχετικό τίμημα. Αυτό πρέπει να σχεδιασθεί για να δώσει προοπτική και ελπίδα στους εργαζόμενους και την αξία που πρέπει στη μισθωτή εργασία.
Προτεραιότητα στις δυνάμεις του προοδευτικού εκσυγχρονισμού, για την υλοποίηση επιλογών όπως οι παραπάνω, είναι να βρεθούν και να ορισθούν μηχανισμοί διακυβέρνησης της πορείας ανάταξης στην μετα- μνημόνιο εποχή. Έχει έρθει η ώρα να προσπαθήσουν όλοι οι συμμετέχοντες στο δημόσιο λόγο, εντός και εκτός χώρας (κυβερνητικοί οργανισμοί εθνικοί και διεθνικοί, εργατικές ενώσεις και διεθνείς οργανώσεις, εκπρόσωποι μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), εταιρείες κλπ), να αναπτύξουν πολιτικές διαχείρισης της αποτελεσματικής υλοποίησης της δανειακής σύμβασης της χώρας με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτό μπορεί να γίνει δια μέσω ρυθμίσεων, που να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η παρούσα κατάσταση.
Υποστηρίζουμε ότι, για να γίνει ορθολογική διαχείριση των οικονομικών προοπτικών της χώρας στην επόμενη μέρα της δανειακής σύμβασης, πρέπει να υπάρξει προσπάθεια εξισορρόπησης των κοινωνικών επιπτώσεων, με την αναβάθμιση των υπηρεσιών του κράτους και την προσαρμογή των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών. Απαιτούνται ρυθμιστικές παρεμβάσεις με στόχο την υποστήριξη του Πολίτη και εν γένει του καταναλωτή. Αυτό σημαίνει ρυθμίσεις και κοινωνικές δράσεις, όπου τον πρώτο λόγο θα έχουν ανεξάρτητοι ρυθμιστικοί μηχανισμοί και φορείς. Ταυτοχρόνως απαιτεί οργάνωση και θεσμική εκπροσώπηση της κοινωνίας των πολιτών με διεθνική υποδομή.
Το οικονομικό σύστημα στη χώρα μας, λειτουργώντας από τη μια όψη του νομίσματος με ένα υπεργιγαντισμό του κράτους και από την άλλη με μια αγορά χωρίς ρυθμίσεις, δημιούργησε συνολικά πολλά προβλήματα στην οικονομία, είτε σε τοπικό είτε σε επίπεδο περιφέρειας. Σήμερα μετά την μνημονιακή πολιτική της απελευθέρωσης πρέπει να υπάρξει μέριμνα για τα προβλήματα αυτά. Ζητήματα όπως το περιβάλλον, η πρόνοια, η υγεία, η εκπαίδευση, η ασφάλεια των πολιτών, η ανισότητα στην διανομή του πλούτου και η αύξηση της φτώχειας και άλλα, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς.
Επομένως δεν είναι πολύ ρεαλιστικό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε μια προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στην νέα φάση που εισήλθαμε, χωρίς μια παράλληλη εξέλιξη, με κανόνες, της διακυβέρνησης της απελευθέρωσης με ρυθμίσεις.
Η ανάγκη για τις ρυθμίσεις αυτές έχει διευρυνθεί με ταχείς ρυθμούς μετά την συνειδητοποίηση των οικονομικών προβλημάτων στη χώρα μας. Αν δούμε τι μας συνέβη κατά την πορεία προς και μετά την ένταξή μας στο Ευρώ, θα διαπιστώσουμε ότι τέσσερα σημαντικά φαινόμενα, τα οποία ωστόσο έχουν αναδειχθεί ελάχιστα, διαμορφώνουν τη πραγματικότητα της σύγχρονης Ελλάδας τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι, για πρώτη φορά στην ιστορία, έζησε η χώρα για τόσο χρονικό διάστημα σε συνέχεια, σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας απ’ ό,τι κατά το παρελθόν. Το δεύτερο είναι η τεράστια εξάπλωση του Διαδικτύου και η χρήση του για την αύξηση της παραγωγής και τον έλεγχο της διανομής του πλούτου και της διεθνούς παραβατικότητας. Το τρίτο είναι η εδραίωση των μη κυβερνητικών οργανώσεων ως οργανώσεων δράσης με παγκόσμια απήχηση. Το τέταρτο είναι η ολοένα και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση και αποδοχή των κοινωνιών και των θεσμικών τους εκπροσώπων, για την ανάγκη ρυθμίσεων της διακυβέρνησης της «ελεύθερης» οικονομίας.
Η ιδιοσυστασία διαφόρων παραγωγικών δραστηριοτήτων, που δεν αναφέρονται μόνον σε ένα κράτος, οδηγεί σε ένα επιχειρησιακό περιβάλλον με υπερεθνικό χαρακτήρα, γεγονός το οποίο, πολλές φορές, γίνεται συνθετότερο, λόγω της αυξημένης ανάγκης για πληροφόρηση αλλά και της ανάγκης για σύγκλιση των διαφορετικών νοοτροπιών, αντιλήψεων και συνθηκών λειτουργίας των εμπλεκομένων παραγόντων. Απαιτεί ρυθμίσεις εθνικές, αλλά και εναρμονίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η ιδέα μας είναι να προκαλέσουμε τον δημόσιο διάλογο, για συμβολή με σκέψεις στον τρόπο που μπορεί να γίνει αυτή η ρυθμιστική δράση, διακυβέρνηση της νέας εποχής στην χώρα μας. Η προτάσεις για ρυθμίσεις (εθνικές, περιφερειακές και παγκόσμιες), σε διάφορους τομείς της οικονομίας, η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας πολιτών με σχέσεις συνεργασίας που θα υπερβαίνουν εθνικά και περιφερειακά σύνορα, η δημιουργία θεσμών διαβούλευσης των διαφορετικών lobbies συμφερόντων και σύγκλισης, με διαφάνεια, μπορούν να αποτελέσουν τις πρώτες προσπάθειες.
Ο σκοπός μας είναι η εύρεση τρόπων που θα μας επιτρέψουν, μέσω της διαφύλαξης των κανόνων ρύθμισης, τη δικαιότερη διανομή του πλούτου και περιορισμού στην κατασπατάληση πόρων, για να επιτύχουμε οικονομική ευμάρεια.
Ο Κώστας Χλωμούδης είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά.

Αμερικανικά πανεπιστήμια και το πραγματικό διακύβευμα των διαμαρτυριών.

  Περίπου 70 φοιτητές του Columbia αποφάσισαν, το πρωινό της 17 ης Απριλίου, να κατασκηνώσουν στο γρασίδι της πανεπιστημιούπολης, απαιτώντα...