Σάββατο 8 Μαΐου 2010

Η βία στη ζωή μας και η ημιμάθεια

Η άγρια δολοφονία των 3 εργαζομένων στη Μarfin στις 5/5/10, από οπαδούς της βίας εν ονόματι της αντίστασης και της ανυπακοής στα κυβερνητικά μέτρα, ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά μας.
Η βία στη κοινωνία μας έχει γενικευθεί και δεν είναι φαινόμενο κάποιων χώρων όπως παλαιότερα τα γήπεδα.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα. Καθημερινά εξελίσσονται στο χώρο εργασίας, διαμονής, διασκέδασης και λειτουργίας του καθενός μας.
Όχι στον εθισμό.
Η σύγκρουση και η αντιπαράθεση δεν μας τρομάζει. Σε μια κοινωνία ώριμη η σκληρή αντιπαράθεση τα αντιμετωπίζει όλα χωρίς καθωσπρεπισμούς μεν, αλλά σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο διαδικασιών και αξιών.
Υποστηρίζουμε ότι οι νεκροί της Μarfin δεν ήταν παρά μια έκφραση της βίας, η οποία διαχέεται και φοβάμαι, φαίνεται να, ηγεμονεύει ως χαρακτηριστικό στη σύγχρονη κοινωνία μας.
Η πιστοποίηση της καταφυγής στη βία, που ευτυχώς ακόμη σοκάρει, δεν έρχεται να νομιμοποιήσει τις αντιλήψεις περί «κοινωνικής βίας», ή ότι αυτές οι μορφές βίας είναι αποτέλεσμα της «κοινωνικής αδικίας», ή ότι το επίπεδο της βίας στη κοινωνία μας είναι ταξικά προσδιορισμένο. Κάθε άλλο. Επιχειρεί να αντιπαρατεθεί στη βία και στις διαφορετικές μορφές της «προκαλώντας» τους ενεργούς πολίτες, τη κοινωνία και τους φορείς της να μη εθίζονται όλο και περισσότερο σε φαινόμενα βίας που θα εξελιχθούν σε ανεξέλεγκτα. Έτσι δεν πρέπει να ανεχθούμε ούτε να αποδεχθούμε φαινόμενα νομιμοποιούν έμμεσα το αίμα.
Ο αποκλεισμός κάθε μορφής βίας είναι η απόλυτη σταθερά πάνω στην οποία μπορούμε να οικοδομήσουμε τις ανθρώπινες σχέσεις μας.
Η βία είναι φαινόμενο σε κοινωνίες που στη συγκυρία ηγεμονεύει η ημιμάθεια.
Η ημιμάθεια δεν είναι μισή μάθηση ή η απουσία γνώσης. Είναι η έχθρα απέναντι στη μόρφωση. Το μισό που δεν κατακτήθηκε, η αποτυχημένη ταύτιση με τη γνώση, δημιουργεί την απέχθεια γι’ αυτό που δεν ευοδώθηκε να μάθουν. Η ημιμάθεια είναι η συλλογική πατερίτσα της ανάπηρης πλειονότητας του κόσμου των ομιλούντων δημοσίως στη χώρα μας σήμερα.
Η ημιμάθεια, ο κρυφός πόθος για ταύτιση με τα θεωρούμενα μεγάλα, έξυπνα, δυνατά και μαζί με αυτά το αγνάντεμα του ακατανόητου, η τρόπον τινά η ηδονοβλεπτική θέα του προσιτού και ταυτόχρονα απρόσιτου, εκτρέπει και την αναγκαία συμβολή των ΜΜΕ στη Δημοκρατία, στην παιδεία και στην κουλτούρα, σε αβασάνιστες εκλαϊκεύσεις με άπνοες περιλήψεις της πολυσύνθετης πραγματικότητας.
Η έλλειψη σεβασμού προς τους συνομιλητές, η αγένεια και η διακοπή ονομάζεται διάλογος. Η διεκδίκηση απαντήσεων με ένα ναι ή ένα όχι σε ερωτήσεις που αφορούν καταστάσεις, φαινόμενα ή γεγονότα που είναι πολυσύνθετα και πολλές φορές διεπιστημονικού χαρακτήρα, ονομάζεται ενημέρωση. Η απέχθεια προς την πνευματική εργασία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα.
Σε περιόδους όξυνσης των βασικών κοινωνικών αντιφάσεων, στις μικρές η μεγαλύτερες κρίσεις, όταν η βάναυση λαϊκιστική υπερτροφοδότηση του κοινωνικού ναρκισσισμού ανοίγει ρήγματα, οι μορφωμένοι, ικανοί και εξειδικευμένοι κινδυνεύουν να αποτελέσουν περιθώριο, επισύροντας την οργή των μνησίκακων ημιμαθών συναδέλφων τους, που εντάσσονται στην υπηρεσία της «κατάστασης», του «ρεύματος», της «επικρατούσας» δύναμης.
Αργά ή γρήγορα όμως, ευτυχώς, η ίδια η κοινωνία μας συνειδητοποιεί ότι αυτή η δήθεν φιλολαϊκή προσέγγιση και η υπολογιστική κολακεία που γίνεται από τους «ημιμαθείς», δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια βαθιά περιφρόνηση στην ίδια τη πληροφορία και τη γνώση που έχει ανάγκη.
Αν λοιπόν κάτι έχουμε για να αντιμετωπίσουμε τη βία είναι η μόρφωση. Μόρφωση η οποία θα εγείρει τα ιδανικά της δημοκρατίας, το σεβασμό στον πλουραλισμό, το πειθαρχημένο πάθος της βαθιάς και ευσυνείδητης διείσδυσης στο γνωστικό αντικείμενο, τόσο της ριζικής και οπωσδήποτε επίπονης διερεύνησης και κατανόησης του όσο και της απέριττης ακριβολογίας στην έκφραση.

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ: Κρίση, αξιολόγηση, εκτόνωση...

Η έκρηξη της μεγαλύτερης δημοσιονομικής και οικονομικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα, οδηγεί στη μεγαλύτερη επιχείρηση διάσωσης που έγινε ποτέ, από ένα νέο μηχανισμό που δημιουργήθηκε, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Η κρίση γενικότερα, στην πραγματικότητα τονίζει την αποτυχία της λειτουργίας των ελεύθερων αγορών με πλημμελή -ή ακατάλληλη- ρύθμιση. Ακόμη μία φορά αποδεικνύεται πως οι αγορές, δεν είναι σε θέση να αυτορυθμιστούν.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές λειτουργούσαν με όλο και μεγαλύτερη αδιαφάνεια. Κανείς δεν γνώριζε πού στηριζόταν η λειτουργία τους, ή ποιος αποτιμούσε τους κινδύνους. Ο λεγόμενος «σκιώδης» τραπεζικός τομέας, ήταν ελάχιστα ή καθόλου ρυθμισμένος. Αρκετές τράπεζες και στην Ελλάδα έπαιξαν στο παιχνίδι της «creation and distribution» (παραγωγής και διανομής) εξαιρετικά πολύπλοκων χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Επιδόθηκαν στο εμπόριο ύποπτων ομολόγων.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σήμερα, κατέληξε ως ο έσχατος πιστωτής όχι μόνο της χώρας της ίδιας, αλλά και του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδος. Τι θα χρηματοδοτήσει στη συνέχεια; Ποιους άλλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς της χώρας;

Η Κρίση

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει περάσει πλέον από τη φάση της πρόληψης, στη διαχείριση της κρίσης, και μπροστά της ανοίγονται δύο επιλογές. Αν θα ξοδεύει τις δυνατότητές της για να προστατέψει προβληματικούς οργανισμούς επί μακρό χρονικό διάστημα και όχι για κάποιο προσδιορισμένο χρόνο αποθεραπείας, ή, να αξιολογήσει ποιοι οργανισμοί είναι «προσαρμόσιμοι» και ποιοι μη «ευεπίφοροι» ίασης και να αφήσει τους τελευταίους να καταρρεύσουν…

Η Ιστορία καταδεικνύει πως θα είναι λάθος να προστατευθούν οι προβληματικοί οργανισμοί ή και τα κράτη για περισσότερα από 4-5 έτη.

Αντιθέτως, επιβραβεύονται εκ του αποτελέσματος, παρεμβάσεις με συμπεφωνημένους στόχους, σε προσδιορισμένο χρόνο.

Η Αξιολόγηση

Η κρίση, γενικότερα, τονίζει την αποτυχία της λειτουργίας των ελεύθερων αγορών με πλημμελή -ή ακατάλληλη- ρύθμιση. Αποδεικνύεται ξανά, πως οι αγορές δεν είναι σε θέση να αυτορυθμιστούν.

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει η κυβέρνηση, είναι να αξιολογήσει τις τράπεζες στη χώρα μας. Είναι λάθος η στήριξη όλων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα, χωρίς διάκριση συμβολής στην αναπτυξιακή προσφορά του τόπου. Η κρίση αποδεικνύει ξεκάθαρα πως ο χρηματοπιστωτικός τομέας, δεν είναι σε θέση να αυτορυθμιστεί. Προβάλλει επείγουσα η ανάγκη να βελτιωθούν οι έλεγχοι και το ρυθμιστικό περιβάλλον των τραπεζών. Η κυβέρνησή μας, να κάνει αυτό που η αγορά δεν μπορεί, ή δεν θέλει να κάνει: Την άμεση αποτίμηση των οργανικών στοιχείων των τραπεζών μας. Τον πρώτο ρόλο στην εκτόνωση της κρίσης να έχει το υπουργείο Οικονομικών.

Το πρόβλημα έγκειται στην ίδια τη φύση του καθεστώτος οικονομικού και επιχειρηματικού υποδείγματος στις τράπεζες, που βασίζεται στη φτωχή αντιπροσώπευση, την ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών και τη μικρή λειτουργία ρυθμιστικών δράσεων στον τομέα, ως δημόσιο αγαθό. Οι τρεις μεγαλύτερες εταιρείες αξιολόγησης στον κόσμο βαθμολόγησαν διάφορα αστεία ομόλογα ως σχεδόν εντελώς ακίνδυνα! Μια επενδυτική τράπεζα κέρδισε δισεκατομμύρια δολάρια προβλέποντας σωστά πως αυτά τα ομόλογα θα έχαναν την αξία τους, ενώ ταυτόχρονα συνέχισε να τα πωλεί στους πελάτες της, εικονογραφώντας έτσι με το γλαφυρότερο τρόπο την απώλεια κάθε ηθικής δέσμευσης στον κόσμο των επιχειρήσεων!

Είναι εύκολο, να πει κανείς ότι ο κρατισμός ήταν πάντα κυρίαρχος στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, την περίοδο της έναρξης της κρίσης, στην κυβέρνηση βρισκόταν μη σοσιαλιστική κυβέρνηση, η οποία αμέσως έδρασε υπέρ της προστασίας του τραπεζιτικού τομέα στη χώρα, με επί της ουσίας αποδοχή σχεδόν από το σύνολο του πολιτικού τοπίου.

Η Εκτόνωση

Η ευρεία συναίνεση και η αποφασιστική δράση από το σύνολο του πολιτικού συστήματος, είναι πιθανότατα πιο σημαντικές από οποιεσδήποτε τεχνικές πλευρές επίλυσης μιας κρίσης. Η εκτόνωση μιας κρίσης στην εποχή μας συχνά θα προϋποθέτει κοινοτικές παρεμβάσεις, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να εγγυηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας…

Είναι καιρός να δημιουργηθεί Εθνική Επιτροπή Κρίσης, που να συγκεντρώνει πολιτικούς εκπροσώπους υψηλού επιπέδου, πρώην ηγέτες κοινωνικών φορέων και κυβερνήσεων, ή υπουργούς οικονομικών, καθώς και οικονομολόγους φήμης και ειδικούς στα χρηματοοικονομικά.

Η επιτροπή αυτή θα πρέπει να εφαρμόσει το παρακάτω πρόγραμμα:

• Να προχωρήσει σε λεπτομερή ανάλυση της χρηματοοικονομικής αγοράς στη χώρα, στο ευρύ πλαίσιο που προσπαθήσαμε να περιγράψουμε πιο πάνω.

• Να εντοπίσει και να εκτιμήσει τις κοινωνικοοικονομικές απειλές της κρίσης για την πραγματική οικονομία στη χώρα μας.

• Να προτείνει σειρά μέτρων στην κυβέρνηση, ώστε να αποφευχθούν -ή να περιοριστούν- οι κίνδυνοι αυτοί.

• Να παρουσιάσει σειρά από προτάσεις για τον εξορθολογισμό του τραπεζικού τομέα και της αγοράς στην Ελλάδα και να εξετάσει προτάσεις για εναρμονισμό με τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις που επιχειρούνται στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Κώστας Χλωμούδης
02/05/2010

Μια δύσκολη σχέση: ΑΓΟΡΕΣ – ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Ο παράγων «αγορά» έχει μπει δυναμικά τα τελευταία χρόνια στο δημόσιο λεξιλόγιο, μιας και αποτελεί βασική παράμετρο στην προσπάθεια ανάλυσης και αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης που μαστίζει ιδιαιτέρως τη χώρα μας.

Εδώ και μερικές χιλιετίες, βέβαια, οι αγορές συμβιώνουν με τα κυρίαρχα κράτη. Δηλαδή έχουν τουλάχιστον την ίδια ηλικία. Απλώς, είχαμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε τις αγορές ως έγκλειστες μέσα στα σύνορα των εθνικών κρατών, όταν, αντίθετα, αυτές τείνουν σχεδόν από τη φύση τους να τα υπερβαίνουν και να έχουν διαστάσεις που μερικές φορές συμπίπτουν με ολόκληρο τον κόσμο.

Πολλές φορές επιχειρήθηκε και στο παρελθόν να τεθούν οι αγορές στην υπηρεσία της πολιτικής. Οι προσπάθειες αυτές εντάσσονται στην αντίληψη που ονομάστηκε «κολμπερισμός», από τον Κολμπέρ, τον υπουργό του Λουδοβίκου ΙΔ’, που την εφάρμοσε πιο ολοκληρωμένα.

Παρέκκλιση του «κολμπερισμού» αποτελεί το κλειστό εμπορικό κράτος. Θεωρητικά, το υποστήριξε ο γερμανός φιλόσοφος Γιόχαν Φίχτε, που περιορίζει τις αγορές αυστηρά στην εθνική διάσταση, σε έναν στατικό και αιώνιο προστατευτισμό.

Ο Πλάτωνας, φαίνεται ως ανελέητος εχθρός των αγορών. Αντιπαρατέθηκε στο εμπορικό πνεύμα των Αθηναίων συμπολιτών του και προσπάθησε να το περιορίσει και να το καταστήσει μειοψηφικό στην ιδεώδη Πολιτεία του, που τη σκέφτηκε να λειτουργεί ως ένα είδος «αντι-Αθήνας». Θαύμαζε τη σπαρτιατική πολιτεία, όπου το κράτος ήταν το παν.

Ο Πλάτων, πρώτη φορά επιχείρησε να «ρυθμίσει» αυτό που σήμερα αποκαλούμε «μικροδομή των αγορών». Με αυστηρούς κρατικούς λειτουργούς να επιτηρούν τους εμπόρους, οι οποίοι διαπραγματεύονταν με τους πελάτες τους, αναγγέλλοντας την τιμή του εμπορεύματος και αφήνοντας τον αγοραστή να την αποδεχθεί, ή να την απορρίψει, αλλά χωρίς να επαναπροτείνουν ούτε έκπτωση, ούτε αύξηση στην τιμή.

Γκουρού των αγορών, μάνατζερ και επιχειρηματίες, πιο προωθημένοι και από τους ίδιους τους νεοφιλελεύθερους οικονομολόγους , τώρα ζητούν ρυθμίσεις που θα τους προστατεύουν… Αντίθετη άποψη είχε ο Ξενοφώντας. Το κράτος θα παρακινεί τη θέληση των εμπόρων και πελατών (ιδιωτικού τομέα σήμερα), για συμμετοχή στις οικονομικές δραστηριότητες και έτσι θα μειώνονται οι κρατικές δαπάνες για την άμυνα (οικονομική ανάπτυξη σήμερα).

Στο Μεσαίωνα, έμποροι και αγορές συμβιώνουν δύσκολα με τα φεουδαρχικά κράτη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πάντα οι παραγωγικές οικονομίες διεκδικούν, αφενός ένα πεδίο δράσης χωρίς σύνορα για τις δικές τους εξαγωγές μεταποιημένων προϊόντων, αφετέρου, προσπαθούν να περιορίσουν τις εισαγωγές.

Η περίοδος της Βιομηχανικής Επανάστασης, δημιουργεί απαιτήσεις για παράγωγα του πετρελαίου και έτσι, δίνει νέα διάσταση στις σχέσεις μεταξύ κρατών και αγορών. Το εθνικό κράτος αυτή την περίοδο, όχι μόνον εξασφαλίζει την ομαλή διεξαγωγή των οικονομικών δραστηριοτήτων, διατηρώντας τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αλλά συχνά υποκινεί άμεσα την εκβιομηχάνιση και τη λειτουργία της εθνικής αγοράς. Και αυτό, άλλωστε, αποτελεί μέρος της πολιτικής της ισχύος. Οι σχέσεις ανάμεσα σε κράτη και αγορές γίνονται συμπληρωματικές και περισσότερο από πριν τίθεται το δίλημμα για την ιεραρχία μεταξύ αυτών των θεσμών. Ορισμένοι διανοούμενοι σκέφτονται ότι μπορούν να απαλλαγούν ή από τον έναν, ή από τον άλλον: απόλυτος οικονομικός φιλελευθερισμός, ή, σχεδιασμένη οικονομία.

Μετά την εποχή του ψυχρού πολέμου, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η παραγωγή, εξαιτίας της πτώσης του κόστους των επικοινωνιών και των μεταφορών, μπορεί να τεμαχιστεί και να παγκοσμιοποιηθεί. Όλοι αντιλαμβάνονται την επίπτωση που έχουν όλα αυτά πάνω στην παραδοσιακή έννοια της κρατικής κυριαρχίας. Υποστηρίζεται ότι η παγκοσμιοποίηση επιβάλλει το εμπορικό κράτος, έκφραση στην οποία το επίθετο κυριαρχεί πάνω στο ουσιαστικό.

Σε υποστήριξη αυτής της θέσης αναφέρονται μεταρρυθμίσεις που μετασχηματίζουν θεσμούς όπως τα δικαιώματα του πολίτη, το κράτος πρόνοιας, ή το φορολογικό σύστημα, προσαρμόζοντάς τους στη νέα πραγματικότητα της παγκόσμιας παραγωγής.

Η σημερινή εξέλιξη, με αφορμή την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και την ουσιαστική πολιτική κρίση για την Ε.Ε., ανακάτεψε ξανά τα χαρτιά της τράπουλας, ανέτρεψε τις νέες βεβαιότητες και κατέδειξε πόσο προβληματικές είναι οι συνθήκες που συγκρότησαν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Οι νεοφιλελεύθεροι, που μέχρι χθες ήταν η μεγάλη πλειοψηφία, τώρα μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού.

Ήδη, γκουρού των αγορών, μάνατζερ και επιχειρηματίες, που ήταν πιο ριζοσπάστες και από τους ίδιους τους οικονομολόγους στον παγκοσμιοποιητικό νεοφιλελευθερισμό τους, τώρα ζητούν ρυθμίσεις που θα τους προστατεύουν από τις επικίνδυνες ατραπούς των διακυμάνσεων των αγορών και των νέων «χρηματοοικονομικών» προϊόντων τους.

Το κράτος, όμως, είναι σαν το φίλο μας, ή τη μητέρα μας: «Μάνα είναι μόνο μία» και, όταν την τραυματίσουμε, ή όταν την εξουθενώσουμε και επιζεί γερασμένη από τα πολλά πλήγματα που δέχθηκε από τα παιδιά της, δεν μπορούμε να καταφεύγουμε πλέον στην αγκαλιά της...

Κώστας Χλωμούδης
05/04/2010

Να υποστηρίξουμε το Δημόσιο μεταρρυθμίζοντάς το...

Αντί να συζητούμε για το πώς θα ξεπεράσουμε την κακή πραγματικότητα της οικονομικής κατάστασης στη χώρα, την υπέρβαση της κρίσης και τη σταθεροποίηση της οικονομίας, συζητούμε αν και ποιος έχει ευθύνη (πάντα οι άλλοι, ποτέ εμείς), ή ακόμη και αν είναι πραγματική η εικόνα αυτή, ή κάποιοι δημιουργούν εικονικές πραγματικότητες πτώχευσης για να περάσουν τα δύσκολα και αντιλαϊκά μέτρα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης… … Κάπως έτσι, ως συνήθως, το θέμα της συζήτησης μετατίθεται. Αντί να συζητούμε για την άθλια οικονομική μας κατάσταση και τις δυνατότητες αντιμετώπισής της, συζητούμε, τόσες μέρες τώρα, ποιος και πόσο δυνατά καταδικάζει την κρίση αυτή και αν ευθυνόμαστε εμείς γι’ αυτό, ή ήταν εισαγόμενη. Εμείς απλώς παρευρισκόμαστε. Ωραία, λοιπόν. Ας αποδοκιμάσουμε την κρίση και τους δημιουργούς της, ας καταστήσουμε τον διεθνή καπιταλισμό, ή τον δικομματισμό, ή το δημόσιο και τους οργανισμούς των κοινωφελών επιχειρήσεων στη χώρα μας και τους εργαζόμενους σε αυτούς, υπεύθυνους για το χάλι μας. Και να τους καταγγείλουμε. Και μετά; Σε τι θα έχει αλλάξει η σημερινή αποκαρδιωτική κατάσταση; Σε τίποτα, προφανώς. Αν ο εχθρός ήταν κάποιοι από αυτούς, τότε το πρόβλημα θα ήταν πολύ απλό. Και θα είχε ήδη λυθεί.

Ο «καπιταλισμός» έχει αστείρευτες δυνάμεις για την παλινόρθωσή του, ο δικομματισμός εκφράζει, και απ’ ό,τι φαίνεται θα συνεχίσει να εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού για να βρει τις όποιες λύσεις και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο, με κάποιους δείκτες, θα έρθει η στιγμή να δείξουν τη συμβολή τους και να τεκμηριώνεται ο μισθός τους. Μήπως λοιπόν αυτοί δεν είναι το πρόβλημα, αλλά το σύμπτωμα; Μήπως η πρωτοφανής ευκολία με την οποία στην Ελλάδα ακυρώνουμε κάθε κανόνα πολιτισμένης δημοκρατικής συμβίωσης στην πόλη, στη φύση, στην εργασία, στις υποχρεώσεις μας με το κράτος, δεν είναι παρά μια ένδειξη και εκδήλωση του πραγματικού προβλήματος;

Ωραία, λοιπόν. Ας αποδοκιμάσουμε την κρίση και τους δημιουργούς της. Και να τους καταγγείλουμε. Και μετά, τι;

Μήπως η ευκολία με την οποία κυριαρχεί «η ζωή στις παρυφές της νομιμότητας και της παρανομίας», η λειτουργία των πολλών από εμάς στο «γκρίζο χώρο» ως προς τη νομιμότητα, δεν είναι παρά η απόδειξη ότι αλλού είναι το πρόβλημα και συμπεριλαμβάνει σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας; Αν δούμε από αυτή τη σκοπιά το θέμα, τότε θα φανεί το κενό στην πολιτική μας συζήτηση. Τριπλό κενό. Κενό νομιμοποίησης στη συνείδηση εκείνων για τους οποίους υπάρχει και λειτουργεί το κράτος. Των πολιτών του. Μιας κοινωνίας που ζητά τα πάντα από το κράτος, χωρίς το κράτος να έχει οργανωθεί έτσι ώστε να δικαιολογεί, εδώ και χρόνια, τις προσδοκίες των πολιτών του. Κενό δημοκρατικής συγκρότησης του πολιτικού, κομματικού, αλλά και κινηματικού - συνδικαλιστικού χώρου. Θα έπρεπε να είναι χώροι ευθύνης για το αύριο της χώρας, ελευθερίας και δημοκρατικής νομιμοποίησης των δικαιωμάτων και διεκδικήσεων, οικονομικών και θεσμικών, και των σχέσεων χρηστών και παραγωγών των δημόσιων υπηρεσιών. Κενό πολιτικής βούλησης για την αναβάθμιση του δημόσιου χώρου.

Στελέχη στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, ικανά, που θα αξιολογούνται από τις επιδόσεις τους με βάση τους στόχους των Οργανισμών τους. Υπό συνθήκες αδυναμίας συνειδητοποίησης του τριπλού αυτού κενού, διέξοδος δεν υπάρχει. Και δεν θα υπάρξει στον ορίζοντα διέξοδος μέχρις ότου οι δυνάμεις της προόδου, που θέλουν να υπερασπιστούν το δημόσιο χώρο, όχι για να διασώσουν τα συντεχνιακά, μικρά ή μεγάλα, προνόμια των εντός των τειχών του βολεμένων, αλλά για να το μετατρέψουν σε τόπο που οι οργανισμοί και οι μονάδες του θα παράγουν με ανταγωνιστικούς όρους τα δημόσια ή και τα μεικτά (ιδιωτικά και δημόσια) αγαθά και υπηρεσίες. Με καλές πρακτικές, πρότυπα αριστείας.

Δημόσιο με ιδιωτικο-οικονομικά στοιχεία οργάνωσης. Θα μπορούσε κανείς να περιοριστεί στις προηγούμενες παρατηρήσεις, αν τα πράγματα δεν κινδύνευαν να πάρουν έναν εξαιρετικά ολισθηρό δρόμο, τραυματίζοντας σοβαρά το δημόσιο χώρο στην Ελλάδα. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μεγάλο τμήμα του συνδικαλιστικού κινήματος αποτελείται από ιδιαίτερα προικισμένους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ. Οι πολίτες αυτοί, όπως και η πλειοψηφία των εργαζομένων στους χώρους αυτούς, δεν μπήκαν όλοι με ρουσφέτι και σε κάθε περίπτωση, αν όχι όλοι, οι περισσότεροι είχαν και όνειρα και φιλοδοξίες για την εργασία τους και την επαγγελματική τους καταξίωση. Αν αυτό το αντιληφθούμε εγκαίρως, τότε γρήγορα θα διαπιστώσουμε πως υπάρχουν πολλές δυνατότητες για αποτελεσματικές συνέργειες και επιλογές απάντησης στην οικονομική κατάσταση που βιώνει η χώρα μας.
Κώστας Χλωμούδης
02/03/2010

Τα διλήμματα της Κοπεγχάγης

Η παγκόσμια οικονομία αναπτυσσόταν με ασυνήθιστα ταχύ ρυθμό - 4% κατά μέσον όρο, μόλις πριν την κρίση. Αυτό είχε οδηγήσει σε πρωτοφανή ευημερία τις ανεπτυγμένες οικονομίες και σε σημαντική βελτίωση τις αναπτυσσόμενες. Η παγκοσμιοποίηση έχει βάλει στο παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι πολυπληθείς λαούς οι οποίοι είχαν λιγότερο ή περισσότερο μείνει στο περιθώριο, όπως οι Κινέζοι, οι Ινδοί, οι Ρώσοι, οι Βραζιλιάνοι. Οι οικονομίες των εν λόγω χωρών φαίνεται από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και μετά να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην παγκόσμια οικονομία. Οι κυβερνήσεις, οι διεθνείς οργανισμοί και οι επιχειρήσεις θα επιδιώξουν και θα μεθοδεύσουν την επάνοδο αυτού του ρυθμού ανάπτυξης μετά το ξεπέρασμα της παρούσης κρίσεως. Ταυτόχρονα όμως στην στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης, που πραγματοποιείται το Δεκέμβριο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, σε μία προσπάθεια να υπάρξει μια νέα παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα, θα διαπιστώσουν ότι η ανάπτυξη των οικονομιών προκαλεί στο κλίμα του πλανήτη μας αλλαγές οι οποίες μπορεί να αποδειχθούν ολέθριες. Μελέτες υποστηρίζουν ότι με αυτό το επίπεδο ανάπτυξης και τις καταγραφόμενες εκπομπές καυσαερίων η θερμοκρασία του πλανήτη θα αυξηθεί κατά 2 βαθμούς, ως το 2050. Αν συμβεί αυτό, θα αρχίσουν να λιώνουν οι πάγοι στον Βόρειο Πόλο, οι πυρκαϊές θα κάψουν το μεγαλύτερο μέρος των δασών, χώρες ολόκληρες θα μετατραπούν σε ερήμους και η ζωή στον πλανήτη θα αλλάξει ριζικά. Με βάση τα νούμερα διαπιστώνουμε ότι με ρυθμό ανάπτυξης 4% τον χρόνο το παγκόσμιο ΑΕΠ θα διπλασιαστεί σε είκοσι πέντε χρόνια. Και αν αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης συνεχιστεί, το 2050 θα έχει διπλασιαστεί. Αυτό σημαίνει ότι η θερμοκρασία θα έχει ανέλθει ως τότε πολύ περισσότερους από 2 βαθμούς και οι τρομακτικές κλιματικές αλλαγές θα έχουν έρθει πολύ νωρίτερα από όσο φοβόμαστε. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα οι ηγέτες 65 χωρών συμφώνησαν να μετάσχουν στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης, που πραγματοποιείται το Δεκέμβριο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, σε μία προσπάθεια να υπάρξει μια νέα παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα. Ένα δημοσίευμα της η εφημερίδα «The Guardian» πριν ένα περίπου χρόνο ανέφερε πως για να αποφευχθεί η κλιματική αλλαγή, δεν θα πρέπει να υπάρξει απλώς περιορισμός των εκπομπών αλλά πλήρης διακοπή τους... Θα πρέπει δηλαδή άμεσα να περάσει η παγκόσμια κοινότητα στη χρήση άλλων μορφών ενέργειας, όπως η αιολική, η πυρηνική ή η γεωθερμία και να σταματήσει η καύση πετρελαίου, λιγνίτη, κάρβουνου και άλλων ορυκτών. Ο Κώστας Χλωμούδης διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά.
Κώστας Χλωμούδης
07/12/2009

Κρίση: «Χρυσή ευκαιρία» για ρύθμιση

Οι αμήχανες κραυγές για την κρίση και τα επερχόμενα δεινά, επικρατούν. Η πραγματική οικονομία στην ευρωζώνη καταρρέει, απ’ ό,τι φαίνεται με γοργότερους ρυθμούς από ό,τι στις ΗΠΑ. Αυτή η παγκοσμιοποιημένη κρίση, θα αντιμετωπισθεί μόνο ως τέτοια κι όχι με μέτρα εθνικού ή περιφερειακού χαρακτήρα. Άραγε, με αυτή την κρίση, θα «τελειώσει» η δυναμική και η ηγεμονία της απελευθέρωσης των αγορών και της ακυβέρνητης παγκοσμιοποίησης;
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, θα χρειαστεί να διαλύσουμε ορισμένες παρεξηγήσεις για τι ήταν -και είναι- ιδεολογικά η προσέγγιση αυτή για την παγκοσμιοποίηση και τις αγορές. Οι όροι από μόνοι τους δεν μας διαφωτίζουν ιδιαιτέρως. Η ρύθμιση της απελευθέρωσης των αγορών και η διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, περιγράφει την ανάγκη της πολιτικής να προσαρμοστεί στις μεγάλες αλλαγές που επιβάλλονται, για να αναμορφωθεί ο κόσμος από τις επιπτώσεις της αρρύθμιστης απελευθέρωσης των αγορών και την ακυβέρνητη παγκοσμιοποίηση. Αυτό είναι διαφορετικό από αυτό που εκφράζει η παραδοσιακή αριστερά, η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία, που βασίζεται, στο οικονομικό επίπεδο, στον «κεϊνσιανισμό» και στην άποψη ότι σε σημαντικούς τομείς όπου δεν πήγε καλά η αγορά, θα πρέπει να αντικατασταθεί από το κράτος. Η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί να υποστηριχθεί.
Πώς να πεις ότι τα προβλήματα της κρίσης δεν θα εξελίσσονταν έτσι, αν δεν καθόριζαν το παιχνίδι οι αγορές και η απελευθέρωσή τους; Η οικονομία παγκοσμιοποιήθηκε, ενώ είναι φανερό πως το κράτος παραμένει και θα συνεχίσει να είναι συχνά αναποτελεσματικό και απαράδεκτα γραφειοκρατικό.
Η άποψη που ηττήθηκε, είναι αυτή της ρύθμισης των πάντων από τις δυνάμεις της αγοράς, της «αοράτου χειρός» και της «ακυβέρνητης» παγκοσμιοποίησης. Ο θατσερισμός, ή ο φονταμενταλισμός της αγοράς -η πίστη πως οι νόμοι της αγοράς θα έπρεπε να επεκταθούν όσο το δυνατόν περισσότερο, καθώς η αγορά είναι το πλέον ορθολογικό και αποτελεσματικό μέσο προς την ευημερία. Να ομολογήσουμε βεβαίως πως αυτή η άποψη είχε κάποιες σημαντικές επιτυχίες και αποκατέστησε την ανταγωνιστικότητα σε αρκετές αγορές.
Τώρα όμως, πολλοί αντιλαμβάνονται ότι ο κύκλος αυτός κλείνει γιατί τα όριά του γίνονται πλέον φανερά. Η φτώχεια και οι ανισότητες αυξάνουν στον κόσμο πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν. Κληροδότησε μια κοινωνία με αυξανόμενες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες και με υποβαθμιζόμενες δημόσιες υπηρεσίες.
Τώρα, είναι εντελώς απαραίτητο να αναζητηθεί μία τρίτη εναλλακτική λύση, που θα αναζητήσει τη συμφιλίωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας με την κοινωνική προστασία και τη μείωση της φτώχειας. Ρύθμιση της απελευθέρωσης των αγορών και διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης: Η βελτίωση της κοινωνικής δικαιοσύνης προϋποθέτει ρωμαλέα οικονομία. Αύξηση των επενδύσεων στο δημόσιο τομέα, μετά από τη βεβαίωση πως η χρηματοδότηση συνοδεύεται από μεταρρύθμιση για πιο αποτελεσματικές, εξυπηρετικές και διαφανείς δημόσιες υπηρεσίες.
Οι στόχοι αυτοί χρειάζονται για να έχει ο χρήστης το δικαίωμα της επιλογής και να συναγωνίζονται οι δημόσιες υπηρεσίες μεταξύ τους αλλά και με τις υπάρχουσες ιδιωτικές. Έτσι μόνο το σύστημα γεννά μεταρρυθμίσεις που ενδυναμώνουν τους χρήστες των υπηρεσιών.
Κωνσταντίνος Χλωμούδης
26/03/2009

Αμερικανικά πανεπιστήμια και το πραγματικό διακύβευμα των διαμαρτυριών.

  Περίπου 70 φοιτητές του Columbia αποφάσισαν, το πρωινό της 17 ης Απριλίου, να κατασκηνώσουν στο γρασίδι της πανεπιστημιούπολης, απαιτώντα...