Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Το τέλος της Ιστορίας, ο Θατσερισμός και η ιδιωτικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων…

Βλέπουμε στις μέρες μας, 30 χρόνια μετά, την εκδίκηση μιας ιστορικής ανορθολογικότητας.

Στα πλαίσια της ηγεμονίας του μονεταρισμού ξεκίνησε τότε και συνεχίζεται δυστυχώς σε κάποιες χώρες, ετεροπροσδιορισμένα με τη σχετική χρονοκαθυστέρηση, η επιλογή-θεραπεία προς οποιοδήποτε οικονομικό πρόβλημα, αυτή των ιδιωτικοποιήσεων.

Ιδιαίτερη αντίσταση στη διεθνή βιβλιογραφία, θα δούμε ότι εκφράστηκε για τους τομείς των δικτύων υποδομών και το τρόπο και τους κινδύνους διαχείρισης, συντήρησης και ανάπτυξής τους.

Η πρωτοστάτης Βρετανία ιδιωτικοποίησε τους σιδηροδρόμους της τη δεκαετία του 1990, υπό την συντηρητική κυβέρνηση του Τζον Μέιτζορ.

Σήμερα το σύνολο των Βρετανών, με πρώτη την ίδια την κυβέρνησή τους, αξιολογούν τα αποτελέσματα της τριακονταετίας ως καταστροφικά για τις σιδηροδρομικές μεταφορές στη χώρα τους. Επισημαίνουν τις δαπάνες, τις καθυστερήσεις και τα προβλήματα που συνδέονται με τον καταμερισμό της εκμετάλλευσης από πλήθος ιδιωτικών εταιριών.

“…Το μοντέλο ιδιωτικοποιήσεων που υιοθετήθηκε πριν από 30 χρόνια … έχει αποδείξει ότι δεν λειτουργεί πλέον…”, ανέφερε σε δήλωση του ο υπουργός Μεταφορών Γκραντ Σάπς.

Τώρα που η Ζήτηση, λόγω της πανδημίας, περιορίζεται οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν θέλουν και σωστά, να αναλάβουν το κόστος λειτουργίας και συντήρησης των σιδηροδρομικών γραμμών.

Η Βρετανία λοιπόν επέκτεινε την κρατική υποστήριξη για να διατηρήσει ενεργό το σιδηροδρομικό της δίκτυο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, παρέχοντας πριν από την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του συστήματος, προσωρινές συμβάσεις σε λιγότερο επικερδείς ιδιωτικές σιδηροδρομικές εταιρείες. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, οι δαπάνες έφτασαν περίπου τις 3,5 δισεκατομμύρια λίρες (4,53 δισεκατομμύρια δολάρια) για την επιδότηση των σιδηροδρόμων τους τελευταίους έξι μήνες σύμφωνα με εκτιμήσεις.

Η κυβέρνηση της Βρετανίας απέφυγε την επάνοδο στην πλήρη εθνικοποίηση, αλλά δήλωσε ότι θα υιοθετήσει τελικά ένα νέο μοντέλο για την αντικατάσταση ενός δυσλειτουργικού συστήματος franchise, που είχε οδηγήσει στη κατάρρευση ορισμένων υπηρεσιών ακόμη και πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, με πολύ υψηλές τιμές και υπερπλήρωση των τρένων.

Το υπουργείο Μεταφορών της Βρετανίας αποσύρει από τις ιδιωτικές εταιρείες την εκμετάλλευση συγκεκριμένων γραμμών οι οποίες περνούν στη διαχείριση ΞΑΝΑ του δημοσίου.

Είναι μια επανάληψη πρόσφατης απανακρατικοποίησης σιδηροδρομικού δικτύου σε διάστημα δύο ετών για μια συντηρητική κυβέρνηση, έπειτα από αυτήν των γραμμών στην ανατολική Αγγλία το 2018 με τη λήξη της σύμβασης εκμετάλλευσης της Virgin Trains East Coast.

Η επιστροφή αυτή στο δημόσιο συνιστά μια πολιτική κίνηση για τον πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος δεν έκρυψε την πρόθεσή του να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες στις μη προνομιούχες περιοχές και παλιά προπύργια των Εργατικών.

Ενδιαφέρον έχει η πρόσφατη ανακοίνωση της ιδίας της ιδιωτικής εταιρείας Arriva, η οποία αναφέρει ότι "κατανοεί" την απόφαση της κυβέρνησης, αποδίδοντας τα προβλήματα των γραμμών αυτών σε "εξωτερικούς παράγοντες" όπως οι απαρχαιωμένες υποδομές και οι απεργίες...

Δείχνει ότι στους δύσκολους καιρούς ο ιδιωτικός τομέας δεν θα αναλάβει (και σωστά δεδομένου ότι είναι στη φύση του) το κόστος λειτουργίας υπηρεσιών που ακουμπούν τα χαρακτηριστικά των “δημόσιων” αγαθών, όπως προσδιορίζονται από τη θεωρία των “δημόσιων οικονομικών”. Τα δίκτυα υποδομών φαίνεται ότι διαθέτουν, άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο, χαρακτηριστικά “δημόσιου” αλλά και “ιδιωτικού” αγαθού. Είναι δηλαδή αγαθά ιδιότυπα (μεικτά- merit goods). Εφόσον αποδεχθούμε αυτή την προσέγγιση, είναι ανορθολογική όποια επιλογή αποκλειστικής διαχείρισης από το κράτος των υπηρεσιών παραγωγής των συγκεκριμένων υπηρεσιών, εφόσον υπάρχει ενδιαφέρον από τον Ιδιωτικό τομέα. Όπως αντιστοίχως, επειδή υπάρχει ενδιαφέρον από τον Ιδιωτικό τομέα, είναι ανορθολογικό να υπάρξει πλήρης αποχώρηση του κράτους από τις επιχειρηματικές αυτές δομές.

Η συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στους συγκεκριμένους τομείς, με κατανομή ρίσκου και ωφελειών μεταξύ τους, αναθέτοντας ως επί το πλείστον ρυθμιστικό ρόλο στο δημόσιο και διαχειριστικό στον ιδιωτικό τομέα, φαίνεται να είναι η βέλτιστη λύση.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2020

Μέτωπο στους θιασώτες της, εν γένει, μείωσης της φορολογίας…

 Να το πούμε καθαρά όσο και αν ακόμη και στις σημερινές οικονομικές συνθήκες της χώρας μας, δύσκολα μπορείς να ακουστείς...

Το πρόβλημα δεν είναι το ύψος της φορολογίας αλλά η δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους... και να εκφράσουμε τη διαφωνία μας με όσους υποστηρίζουν την απλουστευτική άποψη ότι μια δραστική μείωση των φόρων απριόρι θα συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη (προεκλογικά το λέγανε “απογείωση της οικονομίας”...).

Η άποψη που προβάλλεται συχνά, ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι εν γένει η υψηλή φορολογία και ότι μια δραστική μείωσή της θα ήταν ικανή συνθήκη για να συμβάλει (εκτινάξει λέγανε πριν τον Covid-19) στους ρυθμούς ανάπτυξης, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί από πουθενά…

Η διεθνής εμπειρία εφαρμογής τέτοιων πολιτικών έχει δείξει μόνο βραχυπρόθεσμα οφέλη και αυτά για επιμέρους κοινωνικές ομάδες. Μεσοπρόθεσμα, οι συνέπειες ήταν ιδιαίτερα αρνητικές, με διεύρυνση των ανισοτήτων και δημοσιονομική αστάθεια.

Υποστηρίζουμε ότι η όποια εφαρμογή προγραμμάτων για μείωση φόρων, εισφορών [και εν γένει μείωσης του Κράτους], υπό τις παρούσες συνθήκες ιδιαίτερα, δεν είναι απλώς δύσκολη υπόθεση αλλά υπονομευτική της κοινωνικής συνοχής…

Ας κάνουν πίσω λοιπόν οι ιδεοληπτικοί της μείωσης των φόρων και της μείωσης του κράτους, όχι γιατί είναι μια σύνθετη υπόθεση με πολλές παρενέργειες αλλά, γιατί εξαλείφονται οι όποιες ελπίδες για να διαχειριστεί μια κοινωνία αυτήν την πρωτοφανή παγκόσμια ύφεση.

Για να το πούμε καθαρότερα: Μπορεί να νοιώθουμε κάποια σχετική ασφάλεια από το μαξιλαράκι που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση στα διαθέσιμα για της ασφάλεια των δανειστών μας, αλλά “δημοσιονομικά” ακόμη “βαδίζουμε σε τεντωμένο σκοινί”…

Όταν μάλιστα όλο και περισσότερο οι σχέσεις μας με την Τουρκία οδηγούν σε κούρσα εξοπλισμών, που θα αποτελέσει ακόμη μια αιμορραγία για την οικονομία της χώρας…

Στόχος πρέπει να είναι: Να μαζέψει χρήματα το κράτος έτσι ώστε ότι μπορεί να το διοχετεύουμε στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, με προσανατολισμούς σε συγκεκριμένες τομεακές πολιτικές, που θα λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά με ενδυναμωμένο συντελεστή κινητοποίησης ιδιωτικών κεφαλαίων, καθώς και πολιτικές ενίσχυσης της εργασίας των νέων, με στόχο την επιστροφή όσο το δυνατόν περισσότερων από τους μεταναστεύσαντες τα τελευταία χρόνια...

Ήδη έχει αποδειχθεί πολλαπλώς και στη χώρα μας αλλά και σε άλλες χώρες, ότι δεν αρκεί η μείωση του φορολογικού συντελεστή επαγγελματιών και επιχειρήσεων για να υπάρξει ανάπτυξη, ενώ θα υπάρχει πάντα κίνδυνος κατάρρευσης εσόδων, όπως έγινε το 2006 επίσης με κυβέρνηση ΝΔ...

Αντιλαμβάνομαι ότι το πολιτικό σύστημα, στο σύνολό του, θα πρέπει να διαχειριστεί τις προσδοκίες που δημιούργησαν οι εξαγγελίες για την μείωση της φορολογίας και οι άμεσες επιδράσεις, εξ’αυτού του μέτρου, στην οικονομία, όπως και απλουστευτικές καταγγελίες και υποσχέσεις για τις παρεμβάσεις επί του ασφαλιστικού…

Η δεδομένη επιβεβαίωση ότι οι όποιες επιλογές, μετά την αντιμετώπιση της κρίσης που προκαλεί ο Κορωναϊός, δεν θα αφίστανται ή δεν θα επηρεάζονται από το πλαίσιο της δημοσιονομικής σταθερότητας και επιτήρησης και ότι οι τράπεζες, τότε, θα ενεργοποιήσουν δυνατότητες χρηματοδότησης επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, σε μια εποχή που οι ίδιες δανείζονται με αρνητικά σχεδόν επιτόκια, είναι προφανώς όνειρα θερινής νυκτός…

Ας πάψουμε να ανησυχούμε για το πολιτικό κόστος της αλλαγής πολιτικής, μιας και δεν έχουμε την πολυτέλεια της στρεψοδικίας και του "χτισίματος" επιχειρηματολογίας αιτιολόγησης της kolotumba του επόμενου εξαμήνου…

Ας χρησιμοποιηθεί το αντικειμενικό, της επίδρασης της πανδημίας ή αντίστοιχων αιτιολογιών για αναπροσαρμογή όπως "...δεν υλοποιούμε ότι υποσχεθήκαμε γιατί περπατάμε σε ναρκοπέδιο που δημιούργησε η κρίση από αυτήν την πρωτόγνωρη περίπτωση…", για να αλλάξουμε ως χώρα γραμμή πλεύσης…

Αμερικανικά πανεπιστήμια και το πραγματικό διακύβευμα των διαμαρτυριών.

  Περίπου 70 φοιτητές του Columbia αποφάσισαν, το πρωινό της 17 ης Απριλίου, να κατασκηνώσουν στο γρασίδι της πανεπιστημιούπολης, απαιτώντα...