Από το "μικροσκόπιο" των δικαστών της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας , υπό τον πρόεδρο του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου Μιχάλη Πικραμένου, θα περάσει αύριο , Παρασκευή, 11 Απριλίου, ο νόμος για τη την αδειοδότηση και λειτουργία των Μη Κρατικών Πανεπιστημίων.
Αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται το
κείμενο της εισήγησης του εισηγητή στο ανώτατο αυτό δικαστήριο.
Και όλα αυτά όταν η απόδοση του Νόμου Πιερακάκη
μετράει 12 υποψήφια πανεπιστήμια, εκ των οποίων ένα από την Κύπρο, ένα από τη
Γαλία και τα λοιπά από τη βιομηχανία εκπαίδευσης στη Μεγ. Βρετανία όπου στην
ουσία διεκδικούν ένα θεαματικό rebranding, καθώς, μέχρι χθες οι συνεργαζόμενες με
αυτά δομές στη χώρα, ήταν απλά κολλέγια που λειτουργούσαν στην Ελλάδα από
δεκαετίες, συνεργαζόμενα με συμφωνίες δικαιοχρησίας (franchising) με τα
συγκεκριμένα Ιδρύματα.
Μάλιστα, ένα εξ αυτών φαίνεται ότι διεκδικεί τρεις
άδειες για τρία διαφορετικά πανεπιστήμια.
Τα μεγάλα αμερικάνικα ιδρύματα -τύπου Χάρβαρντ ή
Γέιλ- που η κυβερνητική πλειοψηφία κομπορρημονούσε ότι ήταν ενδιαφερόμενα, όπως
φάνηκε τελικά από τις εξελίξεις, κατέδειξαν την στρατηγική τους αντίθεση στη
δημιουργία παραρτημάτων στη χώρα μας, πολύ δε περισσότερο να συνεργαστούν με
ιδιωτικά ιδρύματα εδώ.
Προτίμησαν τις συνεργασίες τους, σε μεταπτυχιακό
επίπεδο ή προγράμματα «θερινών σχολείων», με αρκετά από τα δημόσια ΑΕΙ της χώρας.
Λες και μια ολόκληρη κυβερνητική πολιτική στήθηκε
για να προμοτάρει, επί ένα χρόνο τώρα, συγκεκριμένα
κολλέγια. Θα αποτελεί τελικά, για τους επιχειρηματίες των κολλεγίων αυτών, την
πιο έξυπνη διαφημιστική ιδέα των τελευταίων δεκαετιών.
Το γεγονός ότι στο σύνολο της ΕΕ, η δημόσια
εκπαίδευση αποτελεί ατμομηχανή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθιστά υπόχρεη
την ελληνική Πολιτεία να έχει ως κύριο στόχο την στήριξη των δημόσιων
πανεπιστημίων, για τα οποία πρέπει να αναγνωρίζουμε το ότι είναι από τους ελάχιστους
τομείς που στέκονται, συγκριτικά με όλους τους άλλους τομείς της χώρας, σε
ικανοποιητικά ανταγωνιστικά επίπεδα στο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον,
καθώς έχουν αποσπάσει σημαντικές διακρίσεις διεθνώς και διαθέτουν μια από τις υψηλότερες
αποδοχές στην ελληνική κοινωνία, όταν οι περισσότεροι άλλοι θεσμοί έχουν κατακρημνιστεί
σε αξιοπιστία.
Γιατί πράγματι στο τομέα της εκπαίδευσης έχει επιβεβαιωθεί,
σε μακροχρόνια δοκιμασία, κρίση και αξιολόγηση, ότι η μη κερδοσκοπική δράση
είναι πιο λειτουργικά αποδοτική και ο δημόσιος τομέας, πράγματι, μπορεί να
πρωτοστατήσει, μιας και πολλαπλώς έχει καταγραφεί ότι, στο τομέα της εκπαίδευσης,
η κερδοσκοπική σκοπιά κρίνεται ηθικά κατώτερη των στόχων και προσδοκιών των
κοινωνιών.
Το να εργάζεται κάποιος σε μια κερδοσκοπικού
χαρακτήρα δομή, ανώτατης εκπαίδευσης, δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι δεν
είναι ικανός και άξιος δάσκαλος και επιστήμονας. Απλώς όμως, η διαχείριση της επιχείρησης
αυτής, σε μετατρέπει σε εργαλείο ικανοποίησης των δικών της σκοπών και στόχων,
που δεν είναι πάντα συμβατοί με τους στόχους της εκπαίδευσης και διαμόρφωσης
επιστημόνων, οι οποίοι θα αποτελούν τους επόμενους ηγέτες στους τομείς του
γνωστικού αντικειμένου τους.
Ο νόμος αυτός φέρει την υπογραφή αποκλειστικά της κυβερνήσεως
του κου Μητσοτάκη και κανενός άλλου στο πολιτικό σύστημα.
Η επιλογή των παραρτημάτων για την Ανώτατη
Εκπαίδευση στη χώρα είναι και υποτιμητική για τη χώρα αλλά, στα πλαίσια των
γεωπολιτικών παιγνίων, μπορεί να φανεί και επικίνδυνη.
Ζούμε τη νέα εποχή με τα “καθρεφτάκια” προς τους ιθαγενείς
στην ανώτατη παιδεία στη χώρα μας. Αυτή της λειτουργίας μη κρατικών μη
κερδοσκοπικών πανεπιστημίων…
Σε λίγες μέρες θα έχουν κριθεί πολλά και θα έχουμε εξελίξεις
και στα δυο προαναφερόμενα επίπεδα: τη μελέτη των 12 φακέλων υποψήφιων για μη
κερδοσκοπικά, μη κρατικά ΑΕΙ από την ΕΘΑΑΕ και τη συζήτηση των προσφυγών κατά
του σχετικού νόμου στο Συμβούλιο της Επικρατείας την Παρασκευή 11 Απριλίου.
Αναμένουμε λοιπόν την απόφαση του Δικαστηρίου αλλά, ανεξαρτήτως
αυτής, ελάχιστες ή καμία πιθανότητα δεν διακρίνουμε για ενδεχόμενη λειτουργία κάποιας
από τις δομές αυτές το Σεπτέμβριο.
Το επόμενο επικοινωνιακό αφήγημα αιτιολόγησης αυτής της
αστοχίας ετοιμάζεται.
Δικαιολογημένα μπορεί κάποιος να σκεφτεί “…πως θα
μπορέσει η ΕΘΑΑΕ να προβεί σε ολοκληρωμένη αξιολόγηση και πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών των
υποψήφιων αυτών για τη νέα μορφή πανεπιστημιακών ιδρυμάτων τόσο έγκαιρα και σε
τόσο μικρό χρονικό διάστημα ώστε να λειτουργήσουν από το 2025;..”.