Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Περί των "μονίμων" υφυπουργών...


Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι φωνές που υποστηρίζουν την δημιουργία θέσεων "μονίμων" υφυπουργών σε διάφορα Υπουργεία, που χαρακτηρίζονται από την ανάγκη σταθερότητας στις επιλογές και μεσο-βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό, πέραν της συγκυρίας...
Παραδείγματα τέτοιων προτάσεων αφορούν στο σχετικό με τον έλεγχο των εσόδων Υπουργείο και την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στο σχετικό με τον Τουρισμό, στο σχετικό με την ναυτιλία και ιδιαιτέρως αυτήν της ποντοπόρου, στο σχετικό με την αξιολόγηση δομών εκπαίδευσης και άλλα ων ουκ έστι αριθμός...
Είναι έξω από κάθε ορθολογισμό και "ενάρετο" μοντέλο διακυβέρνησης αυτές οι προτάσεις. Δεν προκρίνει κανένας δείκτης αποτελεσματικότητας μια τέτοια πρόταση, πολύ δε περισσότερο δεν υποστηρίζεται σοβαρά από τη διεθνή βιβλιογραφία για την απόδοση οργανωσιακών μοντέλων σε επίπεδα Κυβερνήσεων με αυτά τα οργανωσιακά χαρακτηριστικά και σε τελευταία ανάλυση αντίκειται και υπονομεύει την αντιπροσώπευση και το δημοκρατικό πολίτευμα σε ότι αφορά στην εκτελεστική εξουσία.
Την ευθύνη της συνέχειας του κράτους πρέπει να την έχει η "διοικητική γραφειοκρατία", η οποία θα έχει την κατάρτιση που απαιτείται, την θεσμική υποταγή στην ιεραρχία, αλλά και την ανεξαρτησία από κόμματα και άλλα αντίστοιχα συμφέροντα επί ποινή παύσης των καθηκόντων από ανεξάρτητους αξιολογητές.
Την υποστήριξη της ανεξαρτησίας των λειτουργών, της συμπεφωνημένης μακράς διάρκειας επιλογών και επί μέρους σχεδιασμών και των μηχανισμών διαβουλεύσεων και συναινέσεων την αναλαμβάνουν οι συνταγματικά ανεξάρτητες ρυθμιστικές και άλλες αρχές του κράτους.
Υπ' αυτήν την έννοια τα lobbies συμφερόντων δεν θα αρκούνται στη επιβολή του "δικού" τους υφυπουργού, αλλά θα τεκμηριώνουν και θα πείθουν για τις απόψεις τους, χωρίς να υπερβαίνουν την λαϊκή ετυμηγορία, που επιλέγει ενιαία δια-Κυβέρνηση των κρατικών υποθέσεων και όχι “αλλά καρτ” διαχείριση των ειδικών θεμάτων και συμφερόντων...

Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Συνηγορία υπέρ κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ

Ας υπερβούμε το πλαίσιο και ας επιχειρήσουμε να αναζητήσουμε τη λύση εκτός της “πεπατημένης”. Ας μη φοβηθούμε την κεντροαριστερή λύση στην διακυβέρνηση της χώρας. Πολλή συζήτηση και ανάλυση έχει γίνει στον ευρύτερο χώρο των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων της κεντροαριστεράς, με αρνητική προδιάθεση, τεκμηριωμένη, για το ενδεχόμενο εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ στης επερχόμενες εκλογές. Τις περισσότερες φορές οι αναλύσεις αυτές, έχουν κεκτημένη ταχύτητα από τις πρόσφατες, μόλις πριν τις προηγούμενες εκλογές, προγραμματικές εξαγγελίες των κομμάτων και τις πολιτικές τους. Είναι λάθος όμως να αγνοούμε τις συστημικές μετατοπίσεις, που ήδη έχουν συντελεσθεί, σε πολλά επίπεδα. Να απαριθμήσω μερικά: Μετατοπίσεις σε επίπεδο ευρωπαϊκών δυνάμεων και απόψεων, σε διεθνές πεδίο, για το εύρος της ελληνικής κρίσης και των επιπτώσεών της, όπως και για την αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων και εφαρμοζόμενων πολιτικών και μέτρων. Μετατοπίσεις στο πολιτικό σκηνικό και την πολιτική γεωγραφία στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, παράμετρος που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Μετατοπίσεις στο προγραμματικό πεδίο των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων σε σχέση με τον, πριν τις εκλογές, προγραμματικό τους λόγο. Η Ν.Δ. έχει πλέον αντιληφθεί τις επενέργειες του στείρου αντιπολιτευτικού της λόγου και υποχρεώνεται σε επιλογές πολιτικής συναίνεσης και εθνικής συνεννόησης, με ότι αυτό συνεπάγεται για τον προγραμματικό της λόγο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει οριστικοποιήσει σε μεγάλο βαθμό, περισσότερο από κάθε άλλη φάση του, τη σχέση του με την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Έχει αντιληφθεί τη διαφορά των εξαγγελιών, του ως δύναμη αντιπολιτεύσεως, με αυτές που είναι εφικτές να υλοποιηθούν, εφόσον οι πολίτες του αναθέσουν να αναλάβει ευθύνες ως κυβερνητική δύναμη και αυτό μάλλον θα επιβεβαιωθεί και στο πρόγραμμα που θα καταθέσει εντός των ημερών. Το ΠΑΣΟΚ δεν εστιάζεται στην επιβολή, δια μέσου του φόβου, ενός προγράμματος, χωρίς την αναγκαία προσαρμογή στις ελληνικές συνθήκες, αλλά αναδεικνύει σημεία «ήπιας» προσαρμογής με τροποποιήσεις στο μνημόνιο. Δεν αγνοεί τους διαμορφούμενους πολιτικούς συσχετισμούς αλλά επιδιώκει την σύνθεση προγραμματικών στοχεύσεων αναδεικνύοντας σημεία για συμφωνία (έξι σημεία). Η ΔΗΜΑΡ όλο και περισσότερο αφίσταται ετεροπροσδιορισμών, ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ, μιας και συνειδητοποιεί πως οι πολίτες που την επιλέγουν αναφέρονται, με σταθερότητα και συνέπεια πλέον, σε μια κυβερνώσα ευρωπαϊκή αριστερά. Όλοι αναγνωρίζουν ότι, σ’ αυτό το σημείο που έχουμε φτάσει, οι θυσίες είναι αναπόφευκτες. Δεν είναι θέμα επιλογής. Είναι θέμα ρεαλισμού και συνειδητοποίησης της πραγματικότητας. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι δε γίνεται να μην πληρώσουμε. Προφανώς πολλοί Έλληνες ψηφοφόροι θα συνεχίσουν να αναζητούν παραδείσους. Είχαν μεγαλώσει με ένα ρόλο του κράτους που μας οδήγησε εδώ που είμαστε σήμερα. Στο κράτος-πατερούλη. Όλοι γνωρίζουν πλέον πως το κόστος μια διακοπής της χρηματοδότησης είναι πολύ μεγάλο για όλους. Αυτό το γνωρίζει καλά και ο ΣΥΡΙΖΑ για τούτο και η όποια ιδεατή “αποτελεσματικότερη” διαπραγμάτευση δεν μπορεί και δεν θα βάλει σε κίνδυνο την ίδια την χρηματοδότηση. Όλοι ξέρουμε πλέον πως οι θυσίες, που έχουν γίνει τα τελευταία δύο χρόνια, είναι άδικες, καθώς αυτοί που πλήρωναν ως τώρα είναι οι μόνοι που πληρώνουν ακόμα – κι απλά πληρώνουν περισσότερο. Πολύ όμως περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι μάλλον οι θυσίες που πρέπει να κάνουμε για να υπάρχει ελπίδα για τη χώρα είναι περισσότερο δύσκολες και αυτές που κάναμε ίσως να ήταν και οι πιο εύκολες αναλογικά. Για τούτο χρειαζόμαστε την πολιτική συμμαχία εκείνων των δυνάμεων, που θα κατανείμει τις απαραίτητες θυσίες πιο δίκαια και ορθολογικότερα. Δυνάμεων οι οποίες θα δημιουργήσουν και θα υλοποιήσουν ένα σχέδιο που δεν υπάρχει σήμερα για το μέλλον της χώρας μας. Πώς θέλουμε να είμαστε το 2020; Είναι οι δυνάμεις της κεντροδεξιάς έτσι όπως αυτές εκπροσωπούνται από το μέτωπο που προσκάλεσε ο κος Σαμαράς για να δημιουργηθεί; Θεμιτό για όποιον εκφράζεται πολιτικά, ιδεολογικά και προγραμματικά. Όχι όμως με ετεροπροσδιορισμούς. Όποιος έχει αποφασίσει να ψηφίσει αυτή την Νέα Δημοκρατία, δεν χρειάζεται άλλοθι και μάλιστα φιλοευρωπαϊκού φερεντζέ για να το πράξει… Απλώς να αναλάβει την ευθύνη της επιλογής του (δημοκρατία έχουμε) και να μη δικαιολογεί την πράξη του με τον απαράδεκτο ετεροπροσδιορισμό λόγω ΣΥΡΙΖΑ. Είναι οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ με συνεργασία των δυνάμεων της ευρύτερης κεντροαριστεράς και της ανανεωτικής αριστεράς; Γιατί όχι; Ας προσεγγίσουμε δημιουργικά συζητώντας με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που αντιλαμβάνονται το πρόβλημα. Οι δυνάμεις αυτές είναι υπαρκτές και χρειάζονται ενίσχυση στην εσωτερική πολυγλωσσία του. Η δαιμονοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και αν εδράζεται σε πραγματικές πολιτικές αναφορές στελεχών του, δεν οδηγεί παρά μόνον στη διαμόρφωση τοίχων ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις για την αναγκαία πολιτική συζήτηση μεταξύ τους. Πρέπει να κριθούν οι προτάσεις του μία προς μία και επ’αυτών να γίνει μια εποικοδομητική συζήτηση προς αναζήτηση συνθέσεων. Οι πολίτες σήμερα πλέον έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν και να επιλέξουν. Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί ιστορικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία και πολιτική, έχει δε την υποχρέωση να προσαρμόσει την πολιτική των συμμαχιών του στις υπάρχουσες συνθήκες. Στόχος είναι το εθνικό σχέδιο υπέρβασης της κρίσης. Αυτό το ρόλο δεν έχει ιστορικό δικαίωμα να τον αρνηθεί. Τα ιστορικά ρεύματα, όπως σε όλη την Ευρώπη, εν μέσω κρίσεων αναλαμβάνουν ευθύνες, δεν παρακολουθούν αμήχανα, πρωτοπορούν με συμμαχίες και οδηγούν την κοινωνία σε συνθέσεις και το κράτος σε φυσιολογική λειτουργία. Κάνουν πολιτική συμμαχιών για να συναντηθούν με νέες δυνάμεις, προχωρώντας σε μια νέα αφήγηση και ανατροπή του χαρακτήρα τους και της φυσιογνωμίας τους. Είναι γνωστό ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο «θέλω» και στο «μπορώ». Το ΠΑΣΟΚ μόνο του φαίνεται τώρα να μη μπορεί. Απαιτούνται προτεραιότητες και χρονοδιάγραμμα. Μαζί όμως με τις δυνάμεις της άλλης αριστεράς οι πιθανότητες αντιμετώπισης της κρίσης στη χώρα μας, με βάση και τις διεθνείς εξελίξεις, είναι αρκετές. Γιατί να θεωρεί κάποιος περισσότερο ανθεκτική μια κυβερνητική λύση με την ΝΔ στην κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ αξιωματική αντιπολίτευση(;), από μια εξέλιξη με το ΣΥΡΙΖΑ (προσαρμοσμένο σε κυβερνητικά καθήκοντα) και την ΝΔ στην αντιπολίτευση; Εάν δε μπορεί να είναι ΝΔ- Καμμένος- Μάνος κλπ., που αφορούν στην κεντροδεξιά τότε ΠΑΣΟΚ- ΣΥΡΙΖΑ- ΔΗΜΑΡ, που αφορούν στην κεντροαριστερά. Εάν δεν υπάρξει κάποια από τις δυο αυτές δυνατότητες, τότε προφανώς θα πρέπει να είναι μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, η οποία θα έχει συγκεκριμένους στόχους του εθνικού σχεδίου που πρέπει να υπάρξει. Οι δυνάμεις της ευρύτερης αριστεράς μπορούν να προτείνουν στους Έλληνες, ένα νέο ευρωπαϊκό πρόγραμμα που θα δίνει χρόνο και οξυγόνο για να αποπληρωθούν τα χρέη της χώρας και να οδηγηθούμε σε ενάρετες οικονομικές συνθήκες στα δημοσιονομικά μας. Ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να έχει την συναίνεση, υπό τις παρούσες συνθήκες, των εταίρων και δανειστών μας και μου φαίνεται ίσως να είναι πιο επείγον και πιο εφικτό από τα ευρωομόλογα. Με αυτό το πρόγραμμα ο ελληνικός λαός θα έχει την δυνατότητα να εκλέξει μια δημιουργική κυβέρνηση συνεργασίας, στην οποία θα συνυπάρχουν “η δίκαιη οργή του ΣΥΡΙΖΑ, ο απαραίτητος ρεαλισμός του ΠΑΣΟΚ και η σταθερή μεταρρυθμιστική πνοή της ΔΗΜΑΡ”. Μια κυβέρνηση που θα είναι ικανή να κυβερνήσει και θα είναι πραγματική νίκη της Πολιτικής. Ναι «να κάνουμε συμβιβασμούς, υποχρεωτικά, για την πατρίδα μας» έλεγε συχνά ο Λεωνίδας Κύρκος και με το δικό του τρόπο ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης… Ζούμε την εποχή των εκτάκτων καταστάσεων και απαιτούνται ευέλικτες πολιτικές, με αρχές, έτσι ώστε να γίνει διαχειρίσιμη η κρίση που επιδρά καταλυτικά σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής μας ζωής. Ίσως σε άλλες εποχές για τα παραπάνω να χρειαζόταν χρόνος, έτσι ώστε να συμπορευθεί η αναγκαία αλλαγή πολιτικής με το λαϊκό αίσθημα. Να μπορεί το εκλογικό σώμα να αφομοίωση αυτές τις αλλαγές-ανατροπές. Δυστυχώς όμως σε κάποιες στροφές της ιστορίας, ενώ η Δημοκρατία χρειάζεται χρόνο, οι κρίσεις ξεσπάνε ξαφνικά και παίζουν το παιχνίδι της δημαγωγίας. Τότε ακριβώς χρειάζονται ηγεσίες ικανές για τις δύσκολες επιλογές, ηγεσίες που θα καθοδηγούν τον λαό και όχι να τον ακολουθούν. Χρειάζεται τόλμη και καθαρό μυαλό, απαλλαγμένο από σκοπιμότητες και πείσματα προ-πολιτικής περιόδου…

 Ο Κώστας Χλωμούδης είναι Μέλος της Συντακτικής Επιτροπής της «Μεταρρύθμισης»

Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Οι αδυναμίες του μνημονίου δεν αντικαθιστούν την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός μνημονίου.


Το μνημόνιο είναι μια “δυναμική” σύμβαση που είναι η έκφραση της συμφωνίας των εταίρων την συγκεκριμένη στιγμή-περίοδο, με τους πολιτικούς συσχετισμούς της συγκυρίας. Οι αλλαγές και οι τροποποιήσεις είναι σύμφυτα στοιχεία του μνημονίου και εξαρτώνται καταλυτικά από τις κοινωνικο-πολιτικές μεταβολές και τις ισορροπίες των πολιτικών εκφραστών τους.
Το μνημόνιο είναι ένα εργαλείο, για να πραγματωθεί ή εκφρασμένη πρόθεση αλληλεγγύης και βοήθειας των εταίρων μας, με πραγματικούς όρους, στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που βρέθηκε η χώρα μας.
Οι δυνάμεις του ορθολογισμού και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού έπρεπε όλα αυτά τα χρόνια να εναντιωθούν στην ενοχοποίηση των εργαλείων έκφρασης αυτής της αλληλεγγύης. Άλλος δρόμος για να παρασχεθεί αυτή η βοήθεια δεν υπάρχει.
Απαιτείται κάποια συμφωνία διατυπωμένη στη μορφή “μνημονίου”. Η άρνηση μιας τέτοιας συμφωνίας είναι αυτοκτονική επιλογή. Δεν είναι δυνατή η συμβολή των εταίρων μας αν εμείς δεν το επιθυμούμε και ως εκ τούτου δεν συμφωνούμε. Η πολιτική των Μνημονίων είναι δυνατόν να τελειώσει μόνον την ημέρα που η Ελλάδα μπορεί να βγει και να δανεισθεί ή να βρει χρήματα για την αναχρηματοδότησή της από κάποια άλλη πηγή…
Οι άμεσες επιπτώσεις από την αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη σίγουρα θα είναι ισοπεδωτικές. Ένταση στη φυγή κεφαλαίου, πυροδότηση της υποτίμησης και του πληθωρισμού, επαναπροσδιορισμός και επαναδιαπραγμάτευση της ονομαστικής αξίας όλων των υπαρχόντων συμβολαίων, φέρνοντας χρηματοοικονομικό χάος… τελικά ανάγκη περισσότερης (!) λιτότητας, για να διαχειρισθεί κανείς εκείνη την κατάσταση, καθώς η Ελλάδα προφανώς εξακολουθεί να καταγράφει πρωτογενές έλλειμμα, το οποίο θα πρέπει να εκμηδενιστεί εάν η Ε.Ε. και το ΔΝΤ σταματήσουν να χρηματοδοτούν.
Για όλους αυτούς τους λόγους αποτελεί στρατηγικό πολιτικό λάθος των δυνάμεων του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, η φοβισμένη και ενοχική υποστήριξη της ανάγκης για το μνημόνιο.
Τις προηγούμενες μέρες γίναμε μάρτυρες μιας ιδιαίτερα διασκεδαστικής καταγραφής των απόψεων για τους όρους και το χρόνο απεμπλοκής από το Μνημόνιο. Βέβαια το ίδιο το Μνημόνιο προβλέπει πέρας και απεμπλοκή το 2015!!! Η εξέλιξη των επαναληπτικών εκλογών, αποτελεί νίκη των αντιμνημονιακών δυνάμεων... Η συμβολή της φαιοκόκκινης συμμαχίας ήταν καθοριστική.
Η κρατική μηχανή σε αδράνεια, οι ακυρώσεις στον Τουρισμό χωρίς την δυνατότητα στοιχειώδους αντίδρασης, η ελπίδα για ταχύτερη αύξηση της ρευστότητας σε καταστολή, οι καθυστερήσεις στην εκταμίευση του ΕΣΠΑ σε ενδεχόμενη μονιμοποίηση και συνολική ακύρωση του προγράμματος…
Στην τρέλα της ενοχοποίησης όλων των άλλων, χωρίς σοβαρή δική μας εναλλακτική πρόταση, να αντιπαρατεθούμε. Γιατί το χειρότερο από όλα είναι το ενδεχόμενο να βγούμε από το Ευρώ και μετά, για να επιβιώσουμε, να ξαναγυρίσουμε στο μνημόνιο, με δραχμή!
Δυο δρόμοι υπάρχουν. Ο ένας να ακολουθήσει η χώρα (με όλα τα παραπάνω ρίσκα) επιθετική πολιτική παύσης πληρωμών άμεσα και ο άλλος να υποστηριχθεί το πρόγραμμα του μνημονίου με τις όποιες διορθώσεις του μπορεί να επιτευχθούν, επιχειρώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να επιτευχθούν οι μακροοικονομικές του στοχεύσεις, όπως στο 120% ΑΕΠ το χρέος το 2020.
Σήμερα πλέον όλοι γνωρίζουν την αλήθεια. Επιλέγουμε Ευρώ (φαίνεται πως έχει ξεκαθαρίσει). Συνεπώς προσπαθούμε να πείσουμε με προτάσεις – «ισοδύναμα» για τροποποιήσεις του μνημονίου, κατόπιν συμφωνίας των συμβεβλημένων εταίρων μας/δανειστών!
Μέχρι όμως την αλλαγή του το υλοποιούμε. Δεν στρεψοδικούμε, δεν υπονομεύουμε, δεν νομιμοποιούμε την αναξιοπιστία. Εργαζόμαστε!

Πέμπτη 10 Μαΐου 2012

O λαός δεν έχει πάντα δίκιο. Το μόνο σίγουρο είναι ο σεβασμός στην ετυμηγορία του.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Η παρούσα Βουλή, εφόσον συγκροτηθεί, θα συνιστά ένα αξιοθρήνητο θέαμα. Η έκφραση της παράκρουσης, που τελεί η ελληνική κοινωνία, τιμώρησε μεν τους βασικούς πολιτικούς διαχειριστές της προηγούμενης περιόδου, επέλεξε όμως τη μη λύση στο πρόγραμμα της διακυβέρνησης της χώρας. Ακόμη πιο εξωφρενικό, έβαλε μέσα στη βουλή ένα φασιστικό μόρφωμα. Στη Γερμανία, στις εκλογές του 1932 το κόμμα του Χίτλερ διπλασίασε την επιρροή του: "Οι εθνικοσοσιαλιστές είχαν καταφέρει να γίνουν το μεγάλο κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στο "σύστημα" (...). Οι ψηφοφόροι των εθνικοσοσιαλιστών δεν αντιλαμβάνονταν ότι όσα τους υποσχόταν το κόμμα του Χίτλερ ήταν άκρως αντιφατικά. Αυτό που μετρούσε ήταν η ελπίδα ότι η Γερμανία και οι Γερμανοί, μέσω μιας "εθνικής επανάστασης", θα εξασφάλιζαν ένα μέλλον καλύτερο από το παρόν." (H. A. Winkler, Βαϊμάρη). Κάθε ομοιότητα με τα καθ’ ημάς είναι προφανώς συμπτωματική. Ο Αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ σε συγχορδία με τον κο Καμένο διαγκωνίζονται σε ανερμάτιστες προοπτικές, διατυπώνοντας τες με «πιασάρακες» ατάκας. Με έναν μεγάλο αριθμό νεοναζιστών βουλευτών, που όταν εισέρχεται ο αρχηγός εντός Βουλής θα πρέπει “εις ένδειξη σεβασμού να εγείρονται όλοι εντός της αιθούσης” και ακόμη έναν μεγαλύτερο αριθμό από οπαδούς της λεκτικής βίας, λόγω παιδείας και ημιμάθειας… ο εκσφενδονισμός αντικειμένων προς τα αντίπαλα έδρανα, θα αποτελεί το μικρότερο κακό από ότι μπορώ να φανταστώ. Το κρίσιμο ερώτημα πως θα κυβερνηθεί η χώρα σε κάθε περίπτωση δεν έχει απαντηθεί. Όπως έγραφε ο Ν. Μαρατζίδης στην “Καθημερινή” του Φεβρουαρίου, «στην πολιτική τα πράγματα δεν μένουν ποτέ στάσιμα? όταν δεν βελτιώνονται, χειροτερεύουν...» Σήμερα λοιπόν ο κίνδυνος δεν είναι ο παλαιοκομματισμός αλλά ο λαϊκισμός. Η ιστορία θα κρίνει και το λαό και τις ηγεσίες του... Σεβασμός στην επιλογή του λαού, δεν σημαίνει άγνοια των τραγικών λαθών που οι λαοί έχουν κάνει (μελετώντας την ιστορία), ακόμη και προσφάτως... H όσμωση είχε ξεκινήσει στο επίπεδο της βάσης της κοινωνίας μας εδώ και καιρό... Η πολιτική νομιμοποίηση διαμορφώθηκε από τη συνύπαρξη της πάνω πλατείας, τις ίδιες ώρες και με τους ίδιους αντιπάλους, με αυτούς της κάτω πλατείας (Συντάγματος και κάθε αντίστοιχης)... Η "γέφυρα" δομήθηκε στους "αγανακτισμένους" της κάθε πλατείας... και σήμερα παρακολουθούμε (επισήμως δια της επιλογής του εκλογικού σώματος) την ευόδωση της προσπάθειας και τυπικής άρσης του χάσματος μεταξύ του αριστερού και δεξιού λαϊκισμού. Θα πληρώσουμε σαν χώρα την "φαιοκόκκινη" συμμαχία... Αλλά πόσο και μέχρι πότε; Ο λαϊκισμός έχει μολύνει μεγάλα τμήματα του πολιτικού οικοδομήματος της χώρας, κάνοντας πλέον ισχυρή την κυριαρχία του και στη Βουλή... Η μετάστασή του σε κάθε δημόσιο θεσμό, κάθε πολιτική πρακτική, κάθε δημόσιο λόγο θα πραγματοποιηθεί με τέτοια ταχύτητα που δύσκολα η κοινωνία θα προλάβει θεραπεία… Ο λαϊκισμός έχει μετατρέψει τμήματα της κοινωνίας σε μια άλογη μάζα που συμπεριφέρεται όπως ένα ακυβέρνητο καράβι. Όπως ακριβώς εμφανίζεται και η χώρα μας σήμερα. Ο λαϊκισμός δημιούργησε προσδοκίες, που δεν πρόκειται, γιατί δεν μπορεί να πραγματοποιήσει. Γι’ αυτό και επένδυσε, όλο αυτό το διάστημα, στο θυμικό όσων χάνουν από την κρίση, αλλά και των πλέον αδυνάμων κοινωνικών κατηγοριών, αξιοποιώντας και τον καιροσκοπισμό κάποιων εκ των πολιτικών ηγεσιών. Αυτοί που ψήφισαν εναντίον των δανειακών συμβάσεων, ορκίζονται στην παραμονή μας στο ευρώ… Θα δούμε ότι ενώ χθες η κοινωνία ψήφισε «αντιμνημονιακά», την ίδια στιγμή ψήφιζε σε πρόσωπα και την επετηρίδα του παρελθόντος, ιδιαιτέρως στα ανερχόμενα και όχι μόνο, κόμματα… Στο επόμενο διάστημα θα τους καλεί όλους αυτούς και θα απαιτεί να λύσουν το πρόβλημα διακυβέρνησης. Λυπάμαι που θα το υποστηρίξω αλλά ο λαός δεν έχει πάντα δίκιο. Το μόνο σίγουρο είναι ο σεβασμός στην ετυμηγορία του. Το μεγάλο ζητούμενο όμως είναι να υπερβούμε το επίπεδο των διαπιστώσεων. Οι κρίσιμες στιγμές που ζούμε, ίσως απαιτήσουν να μπει μπροστά εκείνη η εθνική ηγεσία, που θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων συσπειρώνοντας χωρίς να διαιρεί τις δυνάμεις του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, σφυρηλατώντας την ενότητα μεταξύ των δυνάμεων που ευαγγελίζονται τον ορθό λόγο και την μεταρρυθμιστική πνοή για τη χώρα, μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος. Στη δική μου συνείδηση οι υποκειμενισμοί, οι παραγοντισμοί, οι προσωπικές στρατηγικές δεν συνάδουν με την ύπαρξη τέτοιας ηγεσίας πολύ δε περισσότερο όταν πιστεύω πως δεν μπορεί να προκύψει από παρθενογένεση.

Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα και η ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης της Παγκοσμιοποίησης

Δύσκολα, σε μια τέτοια προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα, να υπάρξει η πιθανότητα αποδοχής της λύσης του προβλήματος (σου) και με παρεμβάσεις από (και για) «έξω». Προφανώς, οι αιτίες της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, σε μεγάλο βαθμό, έχουν ρίζες στην παθογένεια της λειτουργίας της οικονομίας μας. Θα είναι όμως μεγάλο λάθος να αγνοηθεί η καταλυτική επίδραση των φαινομένων της παγκοσμιοποίησης στην αδύναμη, ως προς τη θεσμική της συγκρότηση, παραγωγική βάση της χώρας. Υποστηρίζουμε δηλαδή ότι οι αιτίες της κρίσης, αφορούν, τόσο τις διεθνείς εξελίξεις, με αιχμή την έλλειψη διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης, όσο και τις αποφάσεις που πάρθηκαν στο εσωτερικό της χώρας, στη μεταπολίτευση. Όποιος δεν τα εξετάσει και τα δύο στη διαλεκτική τους σχέση, απλώς κάνει λάθος και η ανιστόρητη προσέγγισή του δεν θα βοηθήσει στην αναζήτηση λύσεων. Το οικονομικό σύστημα στη χώρα μας, λειτουργώντας με ένα υπεργιγαντισμό του κράτους και με μια αγορά χωρίς ρυθμίσεις, δημιούργησε συνολικά πολλά προβλήματα στην οικονομία, όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Είναι άραγε ρεαλιστικό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε κάποια προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας, χωρίς παράλληλη εξέλιξη στους κανόνες διακυβέρνησης της παγοσμιοποίησης; Είναι αλήθεια πως μέχρι την έναρξη της κρίσης του 2008, σε όλο τον δυτικό κόσμο, όπως και στην Ελλάδα, σε σχέση με την πραγματική οικονομία, είχαμε πρωτοφανή ρευστότητα, που όμως δεν κατευθύνθηκε σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις (γράφαμε για την Ελλάδα από το 2007 στην Μεταρρύθμιση http://www.metarithmisi.gr/archivesMeta/journal/readAuthors.asp?authorID=22&page=2&textID=627 ). Προτιμήθηκε η χρηματιστηριακή κερδοσκοπία. Και όπως μπορεί να σας διαβεβαιώσει ο οποιοσδήποτε τραπεζίτης, οι οικονομικές πολιτικές ήταν και είναι ανίσχυρες να επηρεάσουν τη συμπεριφορά αυτής της ρευστότητας. Αυτή η δυσλειτουργία, που ως προς τα αίτιά της είναι μάλλον πολιτιστική, ως προς τα αποτελέσματά της δε, διαρθρωτική, έχει ολέθριες επιπτώσεις. Σήμερα γνωρίζουμε πως αυτό το μοντέλο λειτουργίας έσκασε με κρότο και τελειώνει, χωρίς να γνωρίζουμε τι θα το αντικαταστήσει. Η υπεράσπιση αυτών που παράγουν ενάντια σε όσους κερδοσκοπούν, φαίνεται να είναι το νέο ζητούμενο. Η νέα πάλη των τάξεων; Θυμόμαστε ότι μεταξύ 1945 έως και το 1990 ο κόσμος γνώρισε τις χρεοκοπίες των εθνικών οικονομιών, χωρίς να οδηγούν σε παγκόσμιες κρίσεις. Αυτή ήταν επιτυχία του ρυθμισμένου καπιταλισμού για να ξεπερνά τις κρίσεις του. Από τότε όμως και μετά, η χρηματοοικονομική σφαίρα διογκώθηκε υπερβολικά. Τόσο όσο να ήταν και να είναι αδύνατον να εποπτευθεί. Οι θεσμοί αγοράς και διοίκησης αποδείχθηκαν ότι ήταν ανεπαρκέστατοι, ουσιαστικά δεν λειτούργησαν αποτελεσματικά, ιδιαίτερα στους τομείς της εποπτείας της λειτουργίας του δημοσιονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος, αντίστοιχα. Αποτέλεσμα, η ανεύθυνη και παθητική (εν πολλοίς ωφελιμιστική) δράση μικρών ομάδων, παγκόσμιων παικτών χρηματιστηριακών προϊόντων . Τότε ήταν που η παγκόσμια οικονομία άρχισε να βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με χρηματοοικονομικές κρίσεις μεγάλου βεληνεκούς, που οι επιπτώσεις ξεπερνούσαν τα εθνικά σύνορα: • κρίση της λατινικής Αμερικής στα τέλη της δεκαετίας του1980, που έπληξε ολόκληρη την ήπειρο, • ασιατική χρηματιστηριακή κρίση της δεκαετίας του 1990 με τρομερές επιπτώσεις, έστω κι αν περιορίστηκαν σε μια ντουζίνα χώρες, • κρίση του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος το 1992, • σκάσιμο της «φούσκας» της νέας οικονομίας το 2000, • το ντόμινο της κρίσης στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ το 2007 και • η τελευταία, αυτή της δημοσιονομικής αστάθειας και κρίσης χρέους χωρών της Ευρώπης, με προεξάρχουσα αυτήν της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια κάποιων από αυτές τις κρίσεις, χάθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στην κάθε μια, ποσά απολύτως ανάλογα με εκείνα που χάθηκαν στο χρηματιστηριακό κραχ του 1929. Όλες αυτές οι κρίσεις, σε αντίθεση με την τελευταία, ήταν σύντομες χρονικά, λιγότερο βίαιες, λιγότερο θεαματικές ίσως, όχι όμως λιγότερο τρομακτικές από όσα γνωρίσαμε στο παρελθόν, έστω κι αν η εξατομίκευση των αγορών τις κατέστησε πολύ λιγότερο επώδυνες. Για την αντιμετώπιση φαινομένων που προκάλεσαν τις προηγούμενες κρίσεις , ο δυτικός κόσμος είχε αξιοποιήσει τρεις μηχανισμούς ρύθμισης, δανεισμένους από τρεις ιστορικές φυσιογνωμίες: το λόρδο Μπέβεριτζ, το λόρδο Μέιναρντ Κέινς και τον Χένρι Φορντ. Ο Μπέβεριτζ είναι ο Άγγλος που εμπνεύστηκε την κοινωνική ασφάλιση, αλλά που κυρίως θεωρητικοποίησε το γεγονός πως η κοινωνική προστασία δεν εξανθρωπίζει απλώς το σύστημα, αλλά επιπλέον το σταθεροποιεί, καθώς αποτρέπει την πτώση της κατανάλωσης -που εξαρτάται σχεδόν κατά το 1/3 από την αγοραστική δύναμη. Δεύτερος ρυθμιστής: ο Κέινς. Έστειλε το εξής μήνυμα στους πολιτικούς ηγέτες: «Αντί να χρησιμοποιείτε τη νομισματική πολιτική ως μέσο εσωτερικής ρύθμισης, χρησιμοποιήστε την για να μειώνετε και να αποφεύγετε τις αναστατώσεις που έρχονται από το εξωτερικό, όπου οι δημοκρατικές χώρες ανταγωνίζονται.» Αυτό το πράγμα δούλεψε. Έχουμε την πειραματική απόδειξη πως δούλεψε στ’ αλήθεια, επί τριάντα χρόνια. Ο τρίτος ρυθμιστής, ο βιομήχανος Χένρι Φορντ, είναι Αμερικανός. Όπως έλεγε: «Καλοπληρώνω τους εργάτες μου, για να αγοράζουν τα αυτοκίνητά μου». Χάρη στο «νιου ντιλ», χάρη στα μεγάλα έργα του Ρούσβελτ, αυτή η πολιτική των καλών αμοιβών και της μισθολογικής εξασφάλισης, βοήθησε την αμερικανική οικονομία να απογειωθεί πολύ γρήγορα μετά την κρίση του 1929. Δυστυχώς, αυτές οι ρυθμίσεις αδυνατούν σήμερα να αντιμετωπίσουν την περίπτωση της παρούσας οικονομικής κρίσης σε ευρωπαϊκές χώρες (η περίπτωση της Ελλάδας). Γι’ αυτό απαιτείται, με τη συμμετοχή της χώρας μας, η διαμόρφωση των συσχετισμών σε παγκόσμιους ρυθμιστικούς μηχανισμούς για τη διαχείριση αυτής της κρίσης με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ), είναι ένας μηχανισμός που δεν δουλεύει πια, αφού δεν είναι σε θέση να προλαμβάνει ή να καταπραΰνει τις κρίσεις. Διαθέτει μολοταύτα την πληροφόρηση: βρίσκεται σε ένα κέντρο ικανό να πραγματοποιεί διαγνώσεις και να επεξεργάζεται προτάσεις. Ίσως έχει έρθει η ώρα να προσπαθήσουν οι παγκόσμιοι παίκτες (κυβερνητικοί οργανισμοί εθνικοί και διεθνικοί, εργατικές ενώσεις και διεθνείς οργανώσεις, εκπρόσωποι μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), εταιρείες κ.λπ.), να αναπτύξουν μια πολιτική διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης, δια μέσω ρυθμίσεων, που να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση. Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, λειτουργώντας χωρίς ρυθμίσεις, δημιούργησε πολλά προβλήματα, είτε σε τοπικό, είτε σε παγκόσμιο επίπεδο. Ζητήματα όπως το περιβάλλον, η ασφάλεια των πολιτών, η ανισότητα στη διανομή του πλούτου και η αύξηση της φτώχειας και άλλα, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς. Επομένως, δεν είναι πολύ ρεαλιστικό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία χωρίς μια παράλληλη εξέλιξη, με κανόνες, της διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης. Βρισκόμαστε λοιπόν στη φάση της ανάγκης για αντιμετώπιση των αρνητικών επιδράσεων της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης στη λειτουργία της οικονομίας. Να ορίσουμε τη φάση αυτή ως Μετα- Παγκοσμιοποίηση για την οικονομία. Όταν μιλάμε για πολιτική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, αναφερόμαστε στο να αποκτήσει η Πολιτική τη δυνατότητα να επηρεάζει τις ροές της παγκοσμιοποίησης προς όφελος της κοινής ανάπτυξης, με προστασία του περιβάλλοντος, με αντιμετώπιση της φτώχειας, ιδιαιτέρως στον τρίτο λεγόμενο κόσμο και με βελτίωση των συνθηκών ζωής. Οι ΗΠΑ κάνουν αψιμαχίες με την Κίνα στη λήψη μέτρων προστατευτισμού και ταυτόχρονα, έχουν ετοιμάσει σε επίπεδο επιτροπών, όλες τις απαραίτητες ρυθμίσεις για το πέρασμα στη νέα εποχή της αναθεώρησης της παγκοσμιοποίησης. Οι προοδευτικές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πεδίο, δεν μπορούν παρά, να εργασθούν για την επαναρρύθμιση των όρων της παγκοσμιοποίησης. Η κρίση αναζωπυρώνεται στην Ευρωζώνη, το επίκεντρό της μετατοπίζεται τώρα στην Ισπανία, καιρός για ευρωπαϊκή στροφή! Το «ελληνικό ζήτημα» μπορεί να επανατοποθετηθεί! Το αναπτυξιακό ευρωομόλογο μπορεί να διεκδικηθεί για να βγει! Το «επίσημο» χρέος της Ελλάδας στους εταίρους, μπορεί να επανεκτιμηθεί και, ναι, γιατί όχι, να «κουρευτεί» περαιτέρω! Η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία της Ελλάδας, θα ωφελήσει το σύνολο της Ευρώπης, αν αποκατασταθεί! Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας μπορεί και πρέπει να συμφωνηθεί με τους εταίρους μας, να επιμηκυνθεί! Το ευρωπαϊκό πακέτο για την ανεργία των νέων, το δίχτυ προστασίας, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τα μεγάλα έργα… να πεισθούν οι Ευρωπαίοι πως έχουν λόγους, επιτέλους, να υλοποιηθούν και να ξεμπλοκαριστούν! Χρειάζεται, από τη μια, η ενίσχυση της ενεργούς ζήτησης μέσω κρατικών δαπανών στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ό,τι μας αφορά ) και από την άλλη, η επίδραση σε πολιτικές για τη διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, σε παγκόσμιο πεδίο. Αυτός είναι ο προοδευτικός δρόμος των νέων ρυθμίσεων των διεθνών σχέσεων. Ο άλλος δρόμος, είναι αυτός που οδηγεί στη διεθνή ένταση και στον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο. Οι προοδευτικές δυνάμεις, όπου γης, δεν χρειάζεται να περιμένουν πότε θα κινηθούν τα πράγματα προς τα εκεί. Πρέπει να διεκδικήσουν μια άλλη πορεία στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις. Αυτό θα μπορούσε να είναι ένα από τα επίδικα θέματα και στη χώρα μας, με αφορμή τις εκλογές του Μαΐου. *Ο Κ. Χλωμούδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Διαφθορά, συλλογική γνώση και… «απο-ενοχοποίηση»

Την τελευταία δεκαετία, η μικρή μας χώρα δανείστηκε πάνω από 300 δις για την ικανοποίηση «αναγκών» της. Με ταυτόχρονη ιδιωτική κατανάλωση περίπου 20 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη από τις άλλες χώρες. Αν προσθέσουμε και τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης από την Ευρώπη, τα μεγέθη προκαλούν ιστορικό δέος. Δύσκολα θα μπορέσεις να το συναντήσεις, από κάθε οπτική (γεωγραφική, ιστορική, μεγέθους κ.λπ.), σε άλλη οικονομία. Προφανώς, μια κριτική που θα είχε νόημα, θα ήταν αποτέλεσμα της αξιολόγησης των επιδόσεων και αποδόσεων, από τη χρήση αυτών των ποσών. Ποσά που διοχετεύθηκαν σε επενδύσεις, σε αναδιαρθρώσεις, σε άυλα περιουσιακά στοιχεία (εκπαίδευση, πολιτισμός, έρευνα κ.λπ.), σε κατανάλωση. Ανάλογα με την κατεύθυνση, κρίνεται και ο βαθμός ενοχής αυτών των δαπανών. Η διάκριση της αναλογίας στην κατανομή, όπου διοχετευόταν οι ροές για αύξηση του χρέους, πριν από τους ολυμπιακούς και μετά τους ολυμπιακούς αγώνες, δεν μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους στην κριτική μας. Δεν θα αμφέβαλε κανείς για την ανάγκη ορθολογικής διαχείρισης και μη σπατάλης, ανεξαρτήτως περιόδου. Διαφορετικό όμως είναι το χρέος που διοχετεύεται για επενδύσεις που θα «αποσβεσθούν» στο πέρασμα του χρόνου και άλλο το χρέος προς καταναλωτικές ροές.
Η περίοδος μέχρι τους ολυμπιακούς, είναι περίοδος των έργων και των υποδομών, ανεξαρτήτως αν συμφωνεί κανείς με την προτεραιότητα για την ανάληψη των αγώνων από τη χώρα και την μετέπειτα αξιοποίηση αυτών των υποδομών. Τα ποσά της διαρροής προς σκοπούς εκτός των έργων αυτών, όπως οι «συμβουλευτικοί», διαφημιστικοί, κ.λπ. αντίστοιχοι, εντάσσονται βεβαίως στις μη αποδοτικές και τελικά αντιπαραγωγικές δαπάνες…
Η περίοδος όμως μετά τους ολυμπιακούς, μπορεί στο σύνολό της να κριθεί ως η περίοδος της αποεπένδυσης. Πολλοί υποστηρίζουν πως διαφορετική θα ήταν η παρούσα κατάσταση, αν υπήρχε μια μικρή επενδυτική προσπάθεια και σε αυτήν την περίοδο. Αναμφίβολα είναι δύσκολο να βάλει κανείς σαφές φράγμα στις δύο αυτές περιόδους. Η κεκτημένη ταχύτητα των θετικών και αρνητικών στοιχείων από τη μία περίοδο, επηρεάζει σε πολλά επίπεδα και την επόμενη.
Παθογένειες κοινές του μεταπολιτευτικού βίου, ήταν γνωστές και είχαν επισημανθεί από την αρχή της δεκαετίας. Αλλά στο σύνολο του δημόσιου λόγου (όχι μόνο των κυβερνώντων), υπήρξε απομόνωση για όσους τα έθιγαν. Τους έβγαζαν εκτός παιχνιδιού. Επιστήμονες, δημοσιογράφους, πολιτικούς (κάθε κόμματος), συνδικαλιστικές φωνές, τοπικοαυτοδιοικητικές συμβολές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολίτες…
Όσα με υποκριτική έκπληξη «μαθαίνουμε» τώρα τελευταία, για το μέγεθος της άμεσης και έμμεσης διαφθοράς μεγάλης μερίδας πολιτών, δεν είναι καινούργια. Μας είχαν προειδοποιήσει. Μας είχαν χτυπήσει την καμπάνα. Λένε ψέματα όσοι σήμερα εκφράζουν την έκπληξή τους, συνοδευόμενη από τη σχετική δόση αγανάκτησης. Ιδιαιτέρως οι φίλοι εκ του μιντιακού συστήματος, το οποίο αποτέλεσε θεραπαινίδα της ηγεμονίας του ανορθολογισμού. Όχι μόνο δεν υπηρετούσαν την αλήθεια, αλλά συμμετείχαν σε ένα πάρτι που οδηγούσε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Λειτουργούσαν σαν μια αδίστακτη συντεχνία, με μειωμένο ακόμη και το ένστικτο αυτοσυντήρησης. Όσο και αν στο χώρο επικράτησε η ημιμάθεια, γνώριζαν εδώ και χρόνια ότι η χώρα μας έπρεπε να προχωρήσει σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, όπως είχαν κάνει τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη εδώ και καιρό. Αυτήν την προοπτική υπονόμευσαν, δείχνοντας τυφλή υπακοή στις εφήμερες σκοπιμότητες των αφεντικών και ηγέτιδων νοοτροπιών του χώρου…
Η ευρωπαϊκή κοινότητα μας χρηματοδότησε με τεράστια ποσά για να προχωρήσουμε ομαλά σ’ αυτές τις αλλαγές. Αυτές υπονομεύτηκαν από το όλον σύστημα. Και από τους εκτελεστές αποφάσεων και από αυτούς που διαμορφώνουν και επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων και από αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις.
Ενιαίο σύστημα αλληλοϋποστήριξης. Επικρατούσα αντίληψη η κλεπτοκρατία. Στη βάση, οι κάθε είδους πελατειακές σχέσεις. Όχι μόνο οι πολιτικές, αλλά και οι απλές. Οι «τυφλοί», ή οι αδειοδοτηθέντες «ασθενείς» του όποιου νησιού, ήταν, κυριολεκτικά, πελάτες των γιατρών τους, με σχέσεις κλεπτοκρατίας και εν γένει γνωστές στις μικρές κοινωνίες μας. Διορισμοί στο δημόσιο, επιδόματα, υψηλοί μισθοί, πρόωρες συντάξεις, παχυλά εφάπαξ, προνόμια που δίνει το κράτος σε επαγγελματικές ομάδες, βιομηχανία καταπατήσεων και αυθαιρέτων, εκτεταμένη φοροδιαφυγή, είναι το αντάλλαγμα μιας κλεπτοκρατικής δομής ενός πελατειακού κράτους. Επιβίωσε γιατί πιστεύανε, οι έχοντες φωνή, πως ήταν οι «ωφελημένοι». Εξασφάλιζε, τουλάχιστον μέχρι λίγο πριν, συνενοχή. Γι’ αυτό και η ισορροπία για την επιβίωση αυτού του διεφθαρμένο συστήματος.
Βασική αιτία, αναμφίβολα ήταν ο κρατισμός, που λειτουργούσε χωρίς τα αναγκαία αμορτισέρ του. Τις ρυθμιστικές αρχές, τις ανεξάρτητες αρχές, την κοινωνία των πολιτών και τους θεσμούς τους, τις αδέσμευτες και ανεξάρτητες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Αυτός απέτυχε, χωρίς να κρύψουμε πως βόλευε, εις βάρος των άλλων, αρκετούς από όσους προαναφέραμε. Την αποτυχία αυτή τη βιώνει ως σύνολο η κοινωνίας μας σήμερα. Ας μη βιώσουμε και τη βία της απορρύθμισης των πάντων. Γι’ αυτά, δεν μας υποχρεώνει κανένα μνημόνιο. Ας μιλήσουμε προγραμματικά.
*Ο Κωνσταντίνος Χλωμούδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά.

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Τώρα πλέον Σχέδιο για Ρυθμίσεις

Η υπογραφή της δανειακής σύμβασης είναι πολύ σημαντική για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και μπορεί, υπό όρους, να έχει πολύ θετικά αποτελέσματα στα μάκρο αλλά και μίκρο οικονομικά μεγέθη της οικονομίας μας. Υποχρέωσή μας είναι να εντοπίσουμε και να αναδείξουμε, για να διαχειρισθούμε, τις αρνητικές επιπτώσεις από την, νεοφιλελεύθερης κοπής, προσαρμογή της οικονομίας μας στην σύγχρονη τάση των δεδομένων της παγκοσμιοποίησης και την αυτονόμηση της οικονομίας του χαρτιού από την πραγματική οικονομία.
Σήμερα πλέον έχει καταγραφεί ότι η πολιτική επιλογή της εσωτερικής υποτίμησης απέτυχε. Η μονοσήμαντη μείωση των μισθών, σε αντίθεση με της αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών που χρησιμοποιούμε, δεν είναι ταξικά ουδέτερη ούτε κοινωνικά αθώα. Πολλοί είναι αυτοί που ωφελούνται υπέρμετρα, σε σχέση με το κόστος που καταβάλλουν, μιας και η αύξηση των φόρων και η μείωση των μισθών δεν δικαιολογεί αυτήν την αύξηση των τιμών. Άρα οι παραγωγοί – επιχειρήσεις (εφόσον επιζήσουν από τον περιορισμό της ζήτησης) δυνητικά, βγαίνουν κερδισμένοι από την κρίση. Αντιθέτως το σύνολο των πολιτών της μισθωτής εργασίας, πληρώνει υπέρμετρα την επιδιωκόμενη οικονομική ανάταξη και ωφέλεια που θα προκύψει από αυτήν. Ζητούμενο πρέπει να είναι η διαδικασία με την οποία θα επιμερισθεί η όποια ωφέλεια, από το αποτέλεσμα της οδυνηρής λιτότητας που αποδεχθήκαμε ως χώρα για να διαχειρισθούμε την δημοσιονομική μας κρίση. Στην οικονομία δεν υπάρχει “τσάμπα φαγητό”. Άρα όσοι “πληρώνουν” αναλαμβάνοντας το κόστος της ανάταξης στο παρόν, πρέπει να έχουν το σχετικό μερίδιο από μια δίκαιη κατανομή της προσδοκώμενης ωφέλειας. Αντιστοίχως οι σχετικές κοινωνικές ομάδες που δεν συμβάλλουν τόσο στο ξεπέρασμα της κρίσης να έχουν και το σχετικό τίμημα. Αυτό πρέπει να σχεδιασθεί για να δώσει προοπτική και ελπίδα στους εργαζόμενους και την αξία που πρέπει στη μισθωτή εργασία.
Προτεραιότητα στις δυνάμεις του προοδευτικού εκσυγχρονισμού, για την υλοποίηση επιλογών όπως οι παραπάνω, είναι να βρεθούν και να ορισθούν μηχανισμοί διακυβέρνησης της πορείας ανάταξης στην μετα- μνημόνιο εποχή. Έχει έρθει η ώρα να προσπαθήσουν όλοι οι συμμετέχοντες στο δημόσιο λόγο, εντός και εκτός χώρας (κυβερνητικοί οργανισμοί εθνικοί και διεθνικοί, εργατικές ενώσεις και διεθνείς οργανώσεις, εκπρόσωποι μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), εταιρείες κλπ), να αναπτύξουν πολιτικές διαχείρισης της αποτελεσματικής υλοποίησης της δανειακής σύμβασης της χώρας με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτό μπορεί να γίνει δια μέσω ρυθμίσεων, που να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η παρούσα κατάσταση.
Υποστηρίζουμε ότι, για να γίνει ορθολογική διαχείριση των οικονομικών προοπτικών της χώρας στην επόμενη μέρα της δανειακής σύμβασης, πρέπει να υπάρξει προσπάθεια εξισορρόπησης των κοινωνικών επιπτώσεων, με την αναβάθμιση των υπηρεσιών του κράτους και την προσαρμογή των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών. Απαιτούνται ρυθμιστικές παρεμβάσεις με στόχο την υποστήριξη του Πολίτη και εν γένει του καταναλωτή. Αυτό σημαίνει ρυθμίσεις και κοινωνικές δράσεις, όπου τον πρώτο λόγο θα έχουν ανεξάρτητοι ρυθμιστικοί μηχανισμοί και φορείς. Ταυτοχρόνως απαιτεί οργάνωση και θεσμική εκπροσώπηση της κοινωνίας των πολιτών με διεθνική υποδομή.
Το οικονομικό σύστημα στη χώρα μας, λειτουργώντας από τη μια όψη του νομίσματος με ένα υπεργιγαντισμό του κράτους και από την άλλη με μια αγορά χωρίς ρυθμίσεις, δημιούργησε συνολικά πολλά προβλήματα στην οικονομία, είτε σε τοπικό είτε σε επίπεδο περιφέρειας. Σήμερα μετά την μνημονιακή πολιτική της απελευθέρωσης πρέπει να υπάρξει μέριμνα για τα προβλήματα αυτά. Ζητήματα όπως το περιβάλλον, η πρόνοια, η υγεία, η εκπαίδευση, η ασφάλεια των πολιτών, η ανισότητα στην διανομή του πλούτου και η αύξηση της φτώχειας και άλλα, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο από τις δυνάμεις της αγοράς.
Επομένως δεν είναι πολύ ρεαλιστικό να φανταζόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε μια προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στην νέα φάση που εισήλθαμε, χωρίς μια παράλληλη εξέλιξη, με κανόνες, της διακυβέρνησης της απελευθέρωσης με ρυθμίσεις.
Η ανάγκη για τις ρυθμίσεις αυτές έχει διευρυνθεί με ταχείς ρυθμούς μετά την συνειδητοποίηση των οικονομικών προβλημάτων στη χώρα μας. Αν δούμε τι μας συνέβη κατά την πορεία προς και μετά την ένταξή μας στο Ευρώ, θα διαπιστώσουμε ότι τέσσερα σημαντικά φαινόμενα, τα οποία ωστόσο έχουν αναδειχθεί ελάχιστα, διαμορφώνουν τη πραγματικότητα της σύγχρονης Ελλάδας τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι, για πρώτη φορά στην ιστορία, έζησε η χώρα για τόσο χρονικό διάστημα σε συνέχεια, σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας απ’ ό,τι κατά το παρελθόν. Το δεύτερο είναι η τεράστια εξάπλωση του Διαδικτύου και η χρήση του για την αύξηση της παραγωγής και τον έλεγχο της διανομής του πλούτου και της διεθνούς παραβατικότητας. Το τρίτο είναι η εδραίωση των μη κυβερνητικών οργανώσεων ως οργανώσεων δράσης με παγκόσμια απήχηση. Το τέταρτο είναι η ολοένα και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση και αποδοχή των κοινωνιών και των θεσμικών τους εκπροσώπων, για την ανάγκη ρυθμίσεων της διακυβέρνησης της «ελεύθερης» οικονομίας.
Η ιδιοσυστασία διαφόρων παραγωγικών δραστηριοτήτων, που δεν αναφέρονται μόνον σε ένα κράτος, οδηγεί σε ένα επιχειρησιακό περιβάλλον με υπερεθνικό χαρακτήρα, γεγονός το οποίο, πολλές φορές, γίνεται συνθετότερο, λόγω της αυξημένης ανάγκης για πληροφόρηση αλλά και της ανάγκης για σύγκλιση των διαφορετικών νοοτροπιών, αντιλήψεων και συνθηκών λειτουργίας των εμπλεκομένων παραγόντων. Απαιτεί ρυθμίσεις εθνικές, αλλά και εναρμονίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η ιδέα μας είναι να προκαλέσουμε τον δημόσιο διάλογο, για συμβολή με σκέψεις στον τρόπο που μπορεί να γίνει αυτή η ρυθμιστική δράση, διακυβέρνηση της νέας εποχής στην χώρα μας. Η προτάσεις για ρυθμίσεις (εθνικές, περιφερειακές και παγκόσμιες), σε διάφορους τομείς της οικονομίας, η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας πολιτών με σχέσεις συνεργασίας που θα υπερβαίνουν εθνικά και περιφερειακά σύνορα, η δημιουργία θεσμών διαβούλευσης των διαφορετικών lobbies συμφερόντων και σύγκλισης, με διαφάνεια, μπορούν να αποτελέσουν τις πρώτες προσπάθειες.
Ο σκοπός μας είναι η εύρεση τρόπων που θα μας επιτρέψουν, μέσω της διαφύλαξης των κανόνων ρύθμισης, τη δικαιότερη διανομή του πλούτου και περιορισμού στην κατασπατάληση πόρων, για να επιτύχουμε οικονομική ευμάρεια.
Ο Κώστας Χλωμούδης είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Σκέψεις για την αναδιάρθρωση των αστικών μεταφορών στην Αθήνα

Σε σχόλιό μας, πριν από περίπου ένα έτος (Καθημερινή, 24/10/2010), επιχειρήσαμε να αναδείξουμε τους στόχους και τα προβλήματα που είχε να διαχειρισθεί η παρούσα κυβέρνηση στον τομέα των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ), στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα Αθηνών και Πειραιώς.
Το σχόλιο αυτό κατέληγε: «… Σε μια εποχή που οι πολίτες επιστρέφουν στα ΜΜΜ, επιβάλλεται η ανάπτυξή τους και η ορθολογικοποίηση των λειτουργιών τους για ποιοτικότερες αστικές συγκοινωνίες. Όχι σε πολιτικές συρρίκνωσής τους. Στην κατεύθυνση αυτή φαίνεται να επενδύει η κυβέρνηση μέσω της ανασυγκρότησης του ΟΑΣΑ και αυτό θα κριθεί σύντομα εκ του αποτελέσματος
Το εποπτεύον υπουργείο επιχείρησε, το 2010, πράγματα που δεν έγιναν στα τελευταία τριάντα χρόνια. Πάτησε φρένο «σπινάροντας» με γυμνά πόδια πάνω σε μια λεπίδα… Γλύτωσε προς στιγμήν τον εκτροχιασμό των εταιρειών του δημοσίου στα ΜΜΜ της Αττικής. Πρέπει όμως να φανεί η αντοχή της λύσης, επικαιροποιώντας την με αναγκαίες αλλαγές και ταυτοχρόνως με αποτελεσματική επούλωση της πληγής, από τις επιπτώσεις αυτού του φρεναρίσματος, με την ανάκτηση και των δυνάμεων και του χαμένου αίματος, αναδεικνύοντας καλύτερους δείκτες στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών …
Σήμερα έχουμε σε εφαρμογή το νόμο της Κυβερνήσεως για την «Εξυγίανση, Αναδιάρθρωση και Ανάπτυξη των Αστικών Συγκοινωνιών Περιφέρειας Αττικής και άλλες διατάξεις»και χωρίς να μπορεί κανείς στα σοβαρά να κάνει συνολική αξιολόγηση, είναι δυνατόν όμως να γίνουν ενδεχόμενες παρατηρήσεις και να ανιχνευθούν τα περιθώρια για διορθωτικές παρεμβάσεις, έστω και σε συνθήκες κινητοποιήσεων στο χώρο…
Οι συγχωνεύσεις
Είναι δύσκολο να μη συμμερισθεί κανείς την άποψη ότι, όσα συνέβησαν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, κυρίως στους στόχους, τις επιδιώξεις και τις πρακτικές των Οργανισμών των Αστικών Μέσων Μεταφοράς στην Αττική, καθώς και με τις αποτυχίες των εποπτικών αρχών, ανέτρεψαν οριστικά την παραδοσιακή προσέγγιση στη διοίκηση αυτών των επιχειρήσεων. Είναι φανερό ότι δημιουργήθηκαν νέα δεδομένα, με ανάδειξη νέων πρακτικών και νέων αντιλήψεων για τον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό ρόλο στη διοίκησή τους. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι αλλαγές σε θέματα διαφάνειας, εταιρικής και κοινωνικής ευθύνης και λογοδοσίας, μεθόδων αμοιβών όχι μόνον των εργαζομένων αλλά του συνόλου των στελεχών, εσωτερικής διακίνησης, λειτουργίας και ελέγχου και εξωτερικής εποπτείας και διαχείρισης κινδύνου.
Αυτό βεβαίως δεν επιβεβαιώνει μέχρι στιγμής τον «ενιαίο» τρόπο παρέμβασης (οριζόντια και εν πολλοίς ισοπεδωτικά μέτρα), ούτε και τον «μετωπικό» τρόπο διαχείρισης των σημαντικών ιδιαιτεροτήτων των διαφορετικών μέσων μαζικής μεταφοράς. Αυτή η επιλογή του νόμου (αν μέχρι στιγμής δεν είναι εμφανής, σύντομα και όχι μακροπρόθεσμα), θα αποδειχθεί πως είναι αμφίβολο ότι λύνει τα προβλήματα κόστους και ότι δεν είναι δεδομένο (κάθε άλλο) πως μεταβάλλει προς το καλύτερο την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Οι ιδιαιτερότητες των συντελεστών παραγωγής του μεταφορικού έργου, είτε αυτό αφορά στα μέσα (τρόλεϊ, λεωφορεία, μετρό, τραμ κ.λπ.), είτε στην υποδομή και τη συντήρησή της (τελείως διαφορετική σε κάθε μέσο), είτε αφορά στην ειδίκευση και τα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου προσωπικού (σε ποσοστό άνω του 70% περίπου), είτε αφορά στο εύρος και τα χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής που θα επιχειρούν, διαφέρουν σημαντικά και επιβάλλουν ιδιαίτερο και εξειδικευμένο μάνατζμεντ για να έχεις αποτελέσματα και εξορθολογισμό και, συνεπώς, διαφορετικά κέντρα λήψης αποφάσεων για τα διαφορετικά κέντρα κόστους.
Η επέμβαση, πολλές φορές με «οριζόντια» μέτρα, μπορεί να αποτρέπει την καταστροφή και τη διάλυση των οργανισμών των ΜΜΜ, αλλά δεν είναι σίγουρο πως αποτρέπει πάντα την υποβάθμιση της παρεχόμενης ποιότητας στις υπηρεσίες αυτών και ότι συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ανεργίας.
Υπ’ αυτήν την έννοια, οι συγχωνεύσεις που επιλέχθηκαν δεν φαίνεται να προκαλούν οπωσδήποτε οικονομίες κλίμακας και αύξηση παραγωγικότητας με ανεκτές αποδόσεις των συντελεστών παραγωγής. Έχει ήδη μελετηθεί, σε άλλες περιπτώσεις, ότι τέτοιες συγχωνεύσεις, πολλές φορές προκαλούν αντι-οικονομίες κλίμακας. Υποστηρίζουμε πως οι δύο επιχειρήσεις (σταθερής τροχιάς «ΣΤΑΣΥ» και οδικές «ΟΣΥ») που επιλέχθηκαν να υπάρξουν από τις συγχωνευόμενες επιχειρήσεις του ΟΑΣΑ, δεν αποτελούν απάντηση στην καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των συντελεστών παραγωγής. Π.χ., η ΕΘΕΛ ήταν ήδη μια τεραστίου μεγέθους επιχείρηση (με δυσκολία αποτελεσματικής διοίκησης λόγω μεγέθους), στην οποία επιβαλλόταν να υπάρξουν μηχανισμοί διοίκησης των κέντρων κόστους (π.χ. ανά ομάδα αμαξοστασίων) και όχι βέβαια να προστεθεί σε αυτήν ακόμη μια επιχείρηση (ΗΛΠΑΠ), με τις δικές της ιδιαιτερότητες και επιχειρησιακούς σχεδιασμούς. Έπρεπε, τα όποια οφέλη από την επιλογή, να αντισταθμίσουν, τουλάχιστον, τις απώλειες που οπωσδήποτε θα προέκυπταν. Σύντομα θα φανεί, για όσους ήδη δεν το διακρίνουν, ότι αυτό δεν θα συμβεί. Αν για κάποια συγχώνευση ενδέχεται να είχαμε με υψηλότερο βαθμό βεβαιότητας, αποτελέσματα, αυτή θα ήταν: α) του Μετρό μόνο με τον ΗΣΑΠ, β) των Τρόλεϊ με το Τραμ, δηλ. των ηλεκτροκίνητων (εξαιρετικές συνέργειες σε εναέρια δίκτυα, σε εξειδικευμένο προσωπικό για ηλεκτρομηχανές, σε υποδομή κ.λπ.) και γ) τα λεωφορεία, σε μια εταιρεία με τουλάχιστον τρία κέντρα κόστους (ομάδες αμαξοστασίων). Έτσι θα ενδυναμώσεις τον εσωτερικό ανταγωνισμό, θα διευκολύνεις το οργανωσιακό μοντέλο της ευέλικτης εξειδίκευσης και θα αφήνεις περιθώρια για εύκολες προσαρμογές, που η υπάρχουσα οργανωσιακή πραγματικότητα αποδυναμώνει ως δυνατόν ενδεχόμενο, ενώ ταυτοχρόνως δημιουργεί ένα βασικό ανασταλτικό παράγοντα προσαρμογής, που είναι τα μεγάλα συνδικάτα στις τεράστιους μεγέθους ΔΕΚΟ…
Η αποκλειστικότητα του Δημόσιου Τομέα
Το φαινόμενο της οικονομικής επίδρασης των ΜΜΜ στη κρίση που περνά η χώρα, είναι σύνθετο. Αλληλεπιδρά στο ευρύτερο κοινωνικο-οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον (PESTEL) που λειτουργεί η χώρα μας. Είναι προϊόν πολύχρονων διαδικασιών, δεν εξηγείται εύκολα από κάποια πολύπλοκα και εντυπωσιακά μαθηματικά και συστήματα εξισώσεων και δεν υπάρχει μία αιτία, αλλά επέδρασαν διαχρονικά, σωρευτικά και συνδυαστικά, με διαφορετική ένταση και διάρκεια, πολλαπλοί παράγοντες, οικονομικοί, ψυχολογικοί, εποπτικοί/ρυθμιστικοί, πολιτικοί.
Έχει σημασία να καταγράψουμε τις οικονομικές, αλλά και τις κοινωνικές επιδόσεις των διαφορετικών προτάσεων. Δεν δικαιούμαστε να υπάρχουν μέτρια αποτελέσματα, τέτοιες εποχές.
Η επέμβαση, πολλές φορές με «οριζόντια» μέτρα, μπορεί να αποτρέπει την καταστροφή και τη διάλυση των οργανισμών των ΜΜΜ, αλλά δεν είναι σίγουρο πως αποτρέπει πάντα την υποβάθμιση της παρεχόμενης ποιότητας στις υπηρεσίες αυτών και ότι συμβάλλει στην αντιμετώπιση, με στοιχεία της οικονομικής ύφεσης, της ανεργίας κ.λπ.
Στο Φονταμενταλισμό της απορρύθμισης, δεν απαντούμε με το δογματισμό της αποκλειστικότητας του δημόσιου χαρακτήρα επιχειρήσεων αστικών μεταφορών. Τονίζουμε ότι το Δημόσιο, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να επιδοτεί τις μεταφορές αυτές, όπως συμβαίνει σχεδόν παντού. Το «ποιος θα παράγει το δημόσιο αυτό αγαθό», δεν μπορεί να είναι δόγμα. Γιατί, δίπλα στο δημόσιας ιδιοκτησίας ΜΜΜ, να μη λειτουργεί και ένα ιδιωτικής, με τους ίδιους όρους και την ίδια όμως χρηματοδότηση; Κάτω βέβαια από την ενιαία εποπτεία του νέου ΟΑΣΑ, έτσι όπως τον θεσμοθέτησε ο παρόν νόμος. Τότε θα φαίνεται συγκριτικά η παραγωγικότητα, η αποτελεσματικότητα, η ασφάλεια και τελικά η ανταγωνιστικότητα των δημόσιων εταιρειών ΜΜΜ στην Αττική, σε άμεση σύγκριση με τον ιδιωτικό τομέα.
Πιστεύουμε ακράδαντα σε αυτό που έχει ήδη διατυπωθεί για την αξία των επιχειρήσεων Δημοσίου Συμφέροντος στο «Χρυσάφι είναι το δημόσιο. Ρητορεία και πραγματικότητα των μεταρρυθμίσεων» του Δημήτρη Παπούλια και σε κάθε περίπτωση, με τη γνώση που διαθέτουμε, υπογράφουμε το συμβόλαιο για τέτοια προοπτική όσον αφορά σε κάποιες από τις εταιρείες ΜΜΜ. Η συλλογική συνείδηση π.χ. στον τέως ΗΛΠΑΠ, ήταν και ελπίζω πως παραμένει τέτοια, που με βεβαιότητα θα ανταποκρινόταν στις σύγχρονες απαιτήσεις, πράγμα που έτσι και αλλιώς επιχειρήθηκε με τη συνδρομή των εργαζομένων.
Το ανθρώπινο δυναμικό και η ενοχοποίηση του κόστους του
Αν λοιπόν το επίδικο αντικείμενο που είχε να διαχειρισθεί αυτός ο νόμος στο ένα του σκέλος ήταν το «συμμάζεμα» των οικονομικών στις εταιρείες των ΜΜΜ, το άλλο του σκέλος αφορά στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Αυτό σημαίνει ότι το συνοδευτικό επιχειρησιακό σχέδιο θα προσδιορίζει το απαιτούμενο έργο σε ποσότητα και σε ποιότητα. Αυτό προϋποθέτει να γνωρίζουμε σε τάξη μεγέθους το κόστος ανά μονάδα παραγόμενου έργου και ανά κατηγορία ποιότητας (οχηματο-χιλιόμετρο ή επιβατο-χιλιόμετρο ανά διαφορετικό μέσο μεταφοράς), σε σχετική σύγκριση με τους ομότεχνους παραγωγούς αυτών των υπηρεσιών (εξωτερικό ή ιδιώτες εντός, όπως ο ΟΑΣΘ).
Εφόσον όμως αυτά υφίστανται, τότε δεν δικαιολογείται η γενικευμένη ενοχοποίηση του κόστους εργασίας. Δεν είναι οι συνθήκες σε όλα τα ΜΜΜ ίδιες και σε κάθε περίπτωση δεν αφορούσε στους εργαζόμενους όλων των ΜΜΜ. Να επαναλάβουμε: ανορθολογικότητες υπήρχαν και ίσως να υπάρχουν πολλές. Σημαντικό Κεφάλαιο όμως αυτών των εταιρειών είναι οι εργαζόμενοι. Προτείνουμε να αποφευχθεί η συστηματική απαξίωση της άυλης περιουσίας των οργανισμών αυτών, που είναι το ανθρώπινο δυναμικό τους. Δεν μπορεί να ενοχοποιείται το σύνολό τους, εν πολλοίς αδίκως, για λαθεμένες επιλογές στη διαχείρισή τους κατά το παρελθόν, γιατί το αποτέλεσμα θα το βρίσκουμε στην παρεχόμενη ποιότητα και στην απόδοση των εταιρειών.
Υπάρχει λοιπόν ανάγκη, ανά εταιρεία, να ανακαλυφθούν εργαλεία για ομαλή μετάβαση από το προηγούμενο καθεστώς εργασίας στο σημερινό. Σε αυτήν την κατεύθυνση απαιτείται να εργασθούν εποικοδομητικά εργαζόμενοι, διοικήσεις και προφανώς η κυβέρνηση.
* Ο Κων/νος Χλωμούδης είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και διετέλεσε πρόεδρος των ΗΛΠΑΠ Α.Ε. από τον Απρίλιο του 2010 μέχρι τον Μάιο του 2011.

Κυριακή 3 Ιουλίου 2011

Σε προσωπικό τόνο «αντί απολογισμού του έργου»

Στους φίλους-συνεργάτες που απέκτησα στον ΗΛΠΑΠ


Αφιερωμένο στο νεοδιορισμένο Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.ΣΥ και ιδιαιτέρως στους συνεργάτες στην προσπάθειά μας, την περίοδο 2010 μέχρι σήμερα, ευχόμενος ολόψυχα κουράγιο και καλή επιτυχία στο δύσκολο έργο τους.

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010

Οι επενδύσεις στην υποδομή των μεταφορών στην Ελλάδα και η "πράσινη" ανάπτυξη

Η ανακατανομή των επενδύσεων στην υποδομή των μεταφορών, όχι µόνο θα ευνοήσει την ανταγωνιστικότητα, αλλά θα συμβάλλει και στην επίτευξη του κοινού στόχου της αειφόρου κινητικότητας...

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

Εγκώμιο Αναχρονισμού

http://kinisi-py-yenanp.blogspot.gr/2010/07/blog-post_06.html Τρίτη, 6 Ιουλίου 2010 Εγκώμιο Αναχρονισμού: Διοικητικός Φορέας για τη Ναυτιλία Αναδημοσιεύουμε άρθρο του καθηγητή του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών κου Κωνσταντίνου Χλωμούδη από το περιοδικό Μεταρρύθμιση (www.metarithmisi.gr) Μετά από πειραματισμούς 8 μηνών, σε κυβερνητικό επίπεδο, για το διοικητικό φορέα της ναυτιλίας, η απόφαση (άραγε ποιοι έχουν την ευθύνη λήψης της;) να ανατεθεί στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, δείχνει περισσότερο άγνοια, που οδηγεί σε αναχρονισμό, ενώ δείχνει ακόμη την ανευθυνότητα από τη μεριά των ομιλούντων επί της ναυτιλίας, στη διαμόρφωση αυτής της επιλογής. Είναι προφανές ότι η απόφαση αυτή, θα κριθεί σύντομα τα προσεχή χρόνια ως ανεπαρκής και υπονομευτική για την εθνική ναυτιλία, αλλά και οπισθοδρομική για τη χώρα, που θέλει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καιρών για διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης και στα των θαλασσίων μεταφορών. Απόφαση που εμφανίζει την κυβέρνηση ως υποχείρια απειλών εφοπλιστών, η πλειοψηφία των οποίων έχουν από καιρού επιλέξει ... άλλες σημαίες! Δεν είναι δα και πολύ παλιά η διατυπωθείσα θέση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη (Ημερησία, 03/02/2010), ότι «αποτελεί στρέβλωση και αναχρονισμό η κύρια άσκηση καθηκόντων ναυτιλιακής πολιτικής από το Λιμενικό Σώμα, όπως ζητείται από τους Έλληνες εφοπλιστές και δευτερευόντως η άσκηση καθηκόντων που αφορούν στην ασφάλεια». Ο Υπουργός, την 1η Ιουλίου, είχε την πρώτη συνάντηση με την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών για τα θέματα της ναυτιλίας, μιας και μετά τις παλινωδίες της κυβέρνησης, η ευθύνη της ποντοπόρου ναυτιλίας ανατέθηκε στις αρμοδιότητες του Υπουργείου του (!!!). Προς στιγμήν, έχουν ηγεμονεύσει οι θιασώτες της επιστροφής στο χθες. Αυτοί που ουσιαστικά Σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει προηγούμενο κατάτμησης του κλάδου. Πουθενά δεν ασκείται Ναυτιλιακή Πολιτική από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ή από την Ακτοφυλακή. επιμένουν στη διατήρηση ενός απαρχαιωμένου ιεραρχικού στρατιωτικού μοντέλου διοίκησης, που όμοιό του βέβαια δεν συναντάται σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, πόσο μάλλον σε άλλες, ναυτιλιακά ισχυρές χώρες. Επικράτησαν αυτοί που εμμέσως πλην σαφώς παίρνουν ρεβάνς από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, στο χώρο της ναυτιλίας, μετά τη σαφή υποστήριξή τους στη δικτατορία των συνταγματαρχών της επταετίας 1997-2004. Επέβαλλαν ένα μοντέλο που γενικά αντίκειται στις αρχές των σύγχρονων δημοκρατικών και αξιοκρατικών συστημάτων δημόσιας διοίκησης. Πρόκειται για το αποτυχημένο σύστημα που δημιουργήθηκε και συντηρήθηκε με βάση τα δεδομένα προηγούμενων δεκαετιών, λειτούργησε απόλυτα ελεγχόμενα από συντεταγμένα οικονομικά συμφέροντα σε ό,τι αφορά στη ναυτιλιακή πολιτική της χώρας, απλώς αναπαράγοντας χαμηλής ποιότητας διεκπεραιωτική υπηρεσία, διοχετεύοντας με περισσό θράσος την άποψη ότι το «θαύμα» της Ελληνικής Ναυτιλίας δεν οφείλεται τόσο στην ικανότητα του έλληνα εργαζόμενου στη ναυτιλία και στην επιχειρηματικότητά τους, αλλά στην αποτελεσματικότητα του Λιμενικού Σώματος…! Η Ε.Ε., με κάθε τρόπο, εδώ και αρκετά χρόνια βιώνει το πρόβλημα με την αντικοινοτική λειτουργία του φορέα που εκπροσωπεί τη χώρα στα της ναυτιλίας. Δεν εκπροσωπεί τη χώρα, ή έστω την κυβέρνησή της, αλλά συντεχνιακά συμφέροντα μιας κατηγορίας εφοπλιστών, οι οποίοι δεν διακρίνονται για την επιλογή της ελληνικής σημαίας στα πλοία τους. Ενδεικτική είναι η προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κατά της Ελλάδας, ζητώντας να καταδικάσει τη χώρα μας διότι κατέθεσε νομοθετική πρόταση για την ασφάλεια στα πλοία και τα λιμάνια στο πλαίσιο του ΙΜΟ, παρακάμπτοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι προφανής η ανάγκη να υπάρχει ενημέρωση για τις απόψεις που υποστηρίζουν στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) οι εκπρόσωποι των κρατών. Γνωρίζει κανείς με ποιο τρόπο λαμβάνονταν οι αποφάσεις για τις θέσεις της χώρας μας στο ΙΜΟ; Μπορεί κάποιος να μάθει ποιες είναι οι θέσεις της χώρας μας στον οργανισμό αυτό, για να τις κρίνει; Αυτό, ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατάφερε να το παρακολουθήσει εύκολα, γι’ αυτό και στην ουσία μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου επιχειρεί να εισέλθει στους κόλπους του ΙΜΟ… Αυτό το σύστημα επικράτησε για να ξεπεράσει προβλήματα που δημιούργησε η χωρίς προετοιμασία και οργάνωση κατάργηση του τέως Υπουργείου επί της ναυτιλίας. Γυρίζοντας έτσι πιο πίσω και από την κατάσταση που θέλησε να διορθώσει αυτή η κυβέρνηση. Είναι το σύστημα, το οποίο, αδιαφορώντας για τα πραγματικά συμφέροντα της ελληνικής ναυτιλιακής δημόσιας διοίκησης και τις προκλήσεις για εκσυγχρονισμό της νέας εποχής, προτείνει τη διάσπαση της ενιαίας μορφής των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Ναυτιλιακής Πολιτικής, με κριτήρια υποταγής σε πιέσεις και συγκεκριμένα συμφέροντα, με παράλληλη διατήρηση στρατιωτικής μορφής διοίκησης, μεταξύ άλλων σε Υπηρεσίες όπως η ναυτική εκπαίδευση, η ναυτική εργασία, η ναυτιλιακή πολιτική και ανάπτυξη, η παρακολούθηση θεμάτων διεθνών και ευρωπαϊκών Οργανισμών, η παραγωγή νομοθετικού έργου, ο εξειδικευμένος τεχνικός έλεγχος ασφάλειας πλοίων και λιμένων και η προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος, καθώς και η εποπτεία ελεγκτικών Φορέων. Μας καθιστά ως χώρα «περίγελο», καθώς η ακτοφυλακή, πουθενά σε Ε.Ε. και Η.Π.Α. δεν ασκεί μονομερώς ναυτιλιακή πολιτική (π.χ. COAST GUARD, και MARAD στις ΗΠΑ) σε θέματα ναυτιλιακής ανάπτυξης, επενδύσεων, εκπαίδευσης, θαλασσίων μεταφορών, ναυτικής εργασίας, εκπροσώπησης σε Ευρωπαϊκούς ή Διεθνείς Οργανισμούς. Το ενιαίο της Διοίκησης της ναυτιλίας, είναι πρωταρχικής σημασίας για την επίτευξη οφέλους στην εθνική οικονομία. Ο ναυτιλιακός κλάδος είναι η ποντοπόρος ναυτιλία, η ακτοπλοΐα, οι λιμένες, ο θαλάσσιος τουρισμός και το σύνολο των δραστηριοτήτων που εκτείνονται από την έρευνα και ανάπτυξη, μέχρι τα σκάφη αναψυχής και τις υπηρεσίες λιμανιών. Με δεδομένη την καθολικά αναγνωρισμένη αλληλοσυσχέτιση των θεμάτων που απασχολούν τους επιμέρους κλάδους, για την απαραίτητη λήψη μέτρων και την άσκηση πολιτικών είναι αναγκαία η ενιαία αντιμετώπιση. • Σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει προηγούμενο κατάτμησης του κλάδου. Πουθενά δεν ασκείται Ναυτιλιακή Πολιτική από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ή από την Ακτοφυλακή. • Αντίθετα, παντού, σε Ευρώπη και Αμερική, βαθαίνει η διάκριση των εξουσιών ανάμεσα στους ασκούντες πολιτική και στους ελέγχοντες. Και παρατηρείται η θεσμοθέτηση ανεξάρτητων αρχών που καθίστανται υποχρεωτικές από Διεθνείς Συμβάσεις ή Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς. • Η άσκηση δημόσιας ναυτιλιακής πολιτικής, με ενιαίο και σαφή τρόπο, είναι κρίσιμη λόγω του μεγέθους της ναυτιλίας. Παράλληλα, υπηρετείται η σκληρή προτεραιότητα των καιρών για εξοικονόμηση αλλά και αξιοποίηση πόρων (ανθρώπινων και χρηματικών). • Η θεσμική σαφήνεια και διαφάνεια, θα επιφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στη ναυτιλία, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και στην παρέμβαση της χώρας μας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Εύκολα άλλωστε αποδεικνύεται η μικρή έως ελάχιστη αποτελεσματικότητα του καθεστώτος των πρώην Υπουργείων Υ.Ε.Ν. και Υ.Ε.Ν.Α.Ν.Π. στους παραπάνω τομείς, που οφείλεται κυρίως στη μορφή της στρατιωτικής δομής τους. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με θέματα ναυτιλίας, το οποίο, αν εξαιρέσει κανείς νομοθετήματα που αποτελούν υποχρεωτική ενσωμάτωση της διεθνούς και κοινοτικής νομοθεσίας, είναι στην πλειονότητά του αναχρονιστικό, χωρίς ουσιαστικά να έχει ανανεωθεί και επικαιροποιηθεί σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα εδώ και αρκετές δεκαετίες. Επίσης, ομολογείται σε διεθνές επίπεδο ότι η εν γένει παρουσία των Υπηρεσιών των προαναφερόμενων Υπουργείων στα διεθνή φόρα, έχει στερηθεί δημιουργικών πρωτοβουλιών και επιστημονικής τεκμηρίωσης, στο πλαίσιο αναζήτησης συνεργασιών και υποστήριξης από ευρύτερους ναυτιλιακούς, ακαδημαϊκούς και κοινωνικούς εταίρους και φορείς. Έτσι, χάνονται χρυσές ευκαιρίες ανάδειξης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας μας και αξιοποίησης διεθνών συγκυριών προς όφελος των εθνικών συμφερόντων και αναπαράγονται απλώς θέσεις στενών και συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων.

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Η άρνηση της πραγματικότητας για την οικονομία της χώρας και η βλακεία

Βλακεία και άρνηση

Κώστας Χλωμούδης,
--------------------------------------------------------------------------------
Το διαβόητο πάρτι των τελευταίων 20-25 χρόνων, δυστυχώς δεν αφορούσε ελάχιστους ή έστω λίγους. Αφορούσε μεγάλη κατηγορία των πολιτών αυτής της χώρας, όχι προφανώς τους πάντες. Αφορούσε όμως, χιλιάδες επί χιλιάδων ανθρώπων που καταχρεώθηκαν ασμένως, με εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, καταφορτωμένες πιστωτικές κάρτες. Με την πολιτική ηγεσία να βολεύεται, αισχρά, από αυτήν την κατάσταση και να μην παρεμβαίνει, με τις τράπεζες να δανείζουν το ήδη δανεικό χρήμα, με ελάχιστους να ψελλίζουν κάποια λόγια αντίθεσης σε όλη αυτή την παρανοϊκή κατάσταση. Την επόμενη στιγμή, αυτοί οι ελάχιστοι ήσαν οι «γραφικοί».
Δεν υπάρχουν πολλοί έλληνες που να μην έχουν κάποιον φίλο που εκείνη την περίοδο, της «άνοιξης» του χρηματιστηρίου, να μην «έπαιξε». Δεν υπάρχει σχεδόν ούτε ένας έλληνας, που να μην ήξερε κάποιον που ξαφνικά βρέθηκε να ασχολείται με «χρηματιστηριακές υποθέσεις», να ανοίγει σχετικό γραφείο, ή να παλεύει να βρει τον τρόπο να χωθεί στη «μπίζνα». Δεν υπάρχει ούτε ένας έλληνας που να μη θεωρεί πως, αν η προσπάθεια που καταβάλλει σήμερα η κυβέρνηση δεν είναι μόνο εντυπωσιασμός και απόπειρα αντιπερισπασμού από τα προβλήματα, τότε, πράγματι θα περάσει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που αναμόρφωσε τη Ελλάδα.
Μήπως αξίζει να της δώσουμε αυτή την ευκαιρία; Να αποδείξει ότι το εννοεί; Νομίζω πως θα έπρεπε. Διότι διαφορετικά η ιστορία θα μας κρίνει ως Βλάκες. Όμως, η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα, θα έπρεπε να μας πείσει ότι η Βλακεία ενίοτε συμπεριλαμβάνει, κατά μια εκδοχή, και συμπεριφορές κουτοπονηρίας… Πιο σωστά: Η πονηρία αυτή, είναι η βλακεία στην έπαρσή της, η βλακεία σε όλο της το μεγαλείο. Τι είναι η κουτοπονηρία; Είναι η Βλακεία όταν κρίνει, όταν αποφασίζει, όταν καταδικάζει, χωρίς ποτέ να αναλαμβάνει τις ευθύνες της, έστω όσες τις «αναλογούν»... Βέβαια, το μεγάλο μυστικό του Βλάκα, είναι το γεγονός ότι, μάλλον ΔΕΝ του περνά καν από το μυαλό, δεν διανοείται ότι μπορεί έστω για μια στιγμή, να έχει άδικο... Κι αν του περάσει μια στάλα υποψίας από το μυαλό, γρήγορα τη διώχνει: Αυτός, λάθος; «Ποτές των ποτών». Οι άλλοι έχουν ΠΑΝΤΑ άδικο… Έτσι γίνεται αδίσταχτα θρασύς, υπέροχα επικίνδυνος, ανυπέρβλητα αλαζονικός… Και πείθει... Γιατί πάντα υπάρχουν αρκετοί αντίστοιχοί του για να σχηματίσουν μια πλειοψηφία. Αυτό είναι το όπλο για να επικρατήσει η Βλακεία.
Δεν είναι βέβαια τυχαίο, πού δραστηριοποιείται ο Βλάκας: Επειδή είναι ανασφαλής, επιλέγει δραστηριότητες που του δίνουν μια ψευδαίσθηση παντοδυναμίας… (Ομοιότητες για συμμετέχοντες σε οιουσδήποτε μηχανισμούς, κομματικούς ή των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των διαφόρων ανώνυμων, «καταγγελτικών» blogs σήμερα, κ.λπ., δεν είναι τυχαίες). Καθώς είναι περιορισμένος στη Βλακεία του, διαθέτει και ορισμένα πλεονεκτήματα: Οργανωτικότητα, επιμονή και υπομονή.
Σήμερα, νομισματική ένωση χωρίς οικονομική διακυβέρνηση και αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία δε γίνεται. Τι σημαίνει όμως οικονομική διακυβέρνηση, και τι θα σήμαινε αυτό για τη χώρα μας; Απλώς, σημαίνει ότι χρειάζεται συντονισμός των δημοσίων δαπανών, ιδιαίτερα των δημοσίων επενδύσεων, και εναρμονισμός των φορολογικών μας συστημάτων. Και όχι μόνο θα πρέπει οι εθνικοί προϋπολογισμοί να προεγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά, όπως υποστηρίζει και ο φίλος Ηρακλής Χαραλαμπίδης (βλ. http://haralambides.blogspot.com/), θα πάμε και ένα βήμα παραπέρα: θα πρέπει και να συναποφασίζονται. Έτσι ώστε να αποφεύγεται η σπατάλη, και κατά συνέπεια, τα ελλείμματα.
Γιατί δεν είναι δυνατόν να φτιάχνουμε όλοι δρόμους, λιμάνια, αεροδρόμια και άλλα έργα υποδομής, χωρίς καμία συνεννόηση μεταξύ μας, σπαταλώντας δημόσιο χρήμα, πολλές φορές ανταγωνιστικά με το γείτονά μας. Οι υποδομές είναι για να προάγουν τον ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρήσεων, όχι για να αποτελούν αντικείμενο ανταγωνισμού αυτές οι ίδιες.
Έτσι και μόνο έτσι, θα οδηγηθεί η Ευρώπη σε μεγαλύτερη κοινωνικοοικονομική σύγκλιση και κατά συνέπεια, ισχυρότερο ευρώ και χαμηλότερη ανεργία. Μόνο κερδισμένη θα μπορούσε να βγει η Ελλάδα από τη στρατηγική μιας συντονισμένης οικονομικής διακυβέρνησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν το πρόγραμμα σταθερότητας αποδώσει, και θα αποδώσει, γιατί η κυβέρνηση δεν έχει περιθώρια επιλογής κάτω από την αυστηρή επιτήρηση των δανειστών μας, η Ελλάδα θα μπορούσε να βγει από το τούνελ με ένα δημοσιονομικό σύστημα από τα πιο σύγχρονα της Ευρώπης.
*Ο Κωνσταντίνος Χλωμούδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Σάββατο 8 Μαΐου 2010

Η βία στη ζωή μας και η ημιμάθεια

Η άγρια δολοφονία των 3 εργαζομένων στη Μarfin στις 5/5/10, από οπαδούς της βίας εν ονόματι της αντίστασης και της ανυπακοής στα κυβερνητικά μέτρα, ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά μας.
Η βία στη κοινωνία μας έχει γενικευθεί και δεν είναι φαινόμενο κάποιων χώρων όπως παλαιότερα τα γήπεδα.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα. Καθημερινά εξελίσσονται στο χώρο εργασίας, διαμονής, διασκέδασης και λειτουργίας του καθενός μας.
Όχι στον εθισμό.
Η σύγκρουση και η αντιπαράθεση δεν μας τρομάζει. Σε μια κοινωνία ώριμη η σκληρή αντιπαράθεση τα αντιμετωπίζει όλα χωρίς καθωσπρεπισμούς μεν, αλλά σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο διαδικασιών και αξιών.
Υποστηρίζουμε ότι οι νεκροί της Μarfin δεν ήταν παρά μια έκφραση της βίας, η οποία διαχέεται και φοβάμαι, φαίνεται να, ηγεμονεύει ως χαρακτηριστικό στη σύγχρονη κοινωνία μας.
Η πιστοποίηση της καταφυγής στη βία, που ευτυχώς ακόμη σοκάρει, δεν έρχεται να νομιμοποιήσει τις αντιλήψεις περί «κοινωνικής βίας», ή ότι αυτές οι μορφές βίας είναι αποτέλεσμα της «κοινωνικής αδικίας», ή ότι το επίπεδο της βίας στη κοινωνία μας είναι ταξικά προσδιορισμένο. Κάθε άλλο. Επιχειρεί να αντιπαρατεθεί στη βία και στις διαφορετικές μορφές της «προκαλώντας» τους ενεργούς πολίτες, τη κοινωνία και τους φορείς της να μη εθίζονται όλο και περισσότερο σε φαινόμενα βίας που θα εξελιχθούν σε ανεξέλεγκτα. Έτσι δεν πρέπει να ανεχθούμε ούτε να αποδεχθούμε φαινόμενα νομιμοποιούν έμμεσα το αίμα.
Ο αποκλεισμός κάθε μορφής βίας είναι η απόλυτη σταθερά πάνω στην οποία μπορούμε να οικοδομήσουμε τις ανθρώπινες σχέσεις μας.
Η βία είναι φαινόμενο σε κοινωνίες που στη συγκυρία ηγεμονεύει η ημιμάθεια.
Η ημιμάθεια δεν είναι μισή μάθηση ή η απουσία γνώσης. Είναι η έχθρα απέναντι στη μόρφωση. Το μισό που δεν κατακτήθηκε, η αποτυχημένη ταύτιση με τη γνώση, δημιουργεί την απέχθεια γι’ αυτό που δεν ευοδώθηκε να μάθουν. Η ημιμάθεια είναι η συλλογική πατερίτσα της ανάπηρης πλειονότητας του κόσμου των ομιλούντων δημοσίως στη χώρα μας σήμερα.
Η ημιμάθεια, ο κρυφός πόθος για ταύτιση με τα θεωρούμενα μεγάλα, έξυπνα, δυνατά και μαζί με αυτά το αγνάντεμα του ακατανόητου, η τρόπον τινά η ηδονοβλεπτική θέα του προσιτού και ταυτόχρονα απρόσιτου, εκτρέπει και την αναγκαία συμβολή των ΜΜΕ στη Δημοκρατία, στην παιδεία και στην κουλτούρα, σε αβασάνιστες εκλαϊκεύσεις με άπνοες περιλήψεις της πολυσύνθετης πραγματικότητας.
Η έλλειψη σεβασμού προς τους συνομιλητές, η αγένεια και η διακοπή ονομάζεται διάλογος. Η διεκδίκηση απαντήσεων με ένα ναι ή ένα όχι σε ερωτήσεις που αφορούν καταστάσεις, φαινόμενα ή γεγονότα που είναι πολυσύνθετα και πολλές φορές διεπιστημονικού χαρακτήρα, ονομάζεται ενημέρωση. Η απέχθεια προς την πνευματική εργασία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα.
Σε περιόδους όξυνσης των βασικών κοινωνικών αντιφάσεων, στις μικρές η μεγαλύτερες κρίσεις, όταν η βάναυση λαϊκιστική υπερτροφοδότηση του κοινωνικού ναρκισσισμού ανοίγει ρήγματα, οι μορφωμένοι, ικανοί και εξειδικευμένοι κινδυνεύουν να αποτελέσουν περιθώριο, επισύροντας την οργή των μνησίκακων ημιμαθών συναδέλφων τους, που εντάσσονται στην υπηρεσία της «κατάστασης», του «ρεύματος», της «επικρατούσας» δύναμης.
Αργά ή γρήγορα όμως, ευτυχώς, η ίδια η κοινωνία μας συνειδητοποιεί ότι αυτή η δήθεν φιλολαϊκή προσέγγιση και η υπολογιστική κολακεία που γίνεται από τους «ημιμαθείς», δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια βαθιά περιφρόνηση στην ίδια τη πληροφορία και τη γνώση που έχει ανάγκη.
Αν λοιπόν κάτι έχουμε για να αντιμετωπίσουμε τη βία είναι η μόρφωση. Μόρφωση η οποία θα εγείρει τα ιδανικά της δημοκρατίας, το σεβασμό στον πλουραλισμό, το πειθαρχημένο πάθος της βαθιάς και ευσυνείδητης διείσδυσης στο γνωστικό αντικείμενο, τόσο της ριζικής και οπωσδήποτε επίπονης διερεύνησης και κατανόησης του όσο και της απέριττης ακριβολογίας στην έκφραση.

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ: Κρίση, αξιολόγηση, εκτόνωση...

Η έκρηξη της μεγαλύτερης δημοσιονομικής και οικονομικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα, οδηγεί στη μεγαλύτερη επιχείρηση διάσωσης που έγινε ποτέ, από ένα νέο μηχανισμό που δημιουργήθηκε, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Η κρίση γενικότερα, στην πραγματικότητα τονίζει την αποτυχία της λειτουργίας των ελεύθερων αγορών με πλημμελή -ή ακατάλληλη- ρύθμιση. Ακόμη μία φορά αποδεικνύεται πως οι αγορές, δεν είναι σε θέση να αυτορυθμιστούν.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές λειτουργούσαν με όλο και μεγαλύτερη αδιαφάνεια. Κανείς δεν γνώριζε πού στηριζόταν η λειτουργία τους, ή ποιος αποτιμούσε τους κινδύνους. Ο λεγόμενος «σκιώδης» τραπεζικός τομέας, ήταν ελάχιστα ή καθόλου ρυθμισμένος. Αρκετές τράπεζες και στην Ελλάδα έπαιξαν στο παιχνίδι της «creation and distribution» (παραγωγής και διανομής) εξαιρετικά πολύπλοκων χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Επιδόθηκαν στο εμπόριο ύποπτων ομολόγων.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σήμερα, κατέληξε ως ο έσχατος πιστωτής όχι μόνο της χώρας της ίδιας, αλλά και του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδος. Τι θα χρηματοδοτήσει στη συνέχεια; Ποιους άλλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς της χώρας;

Η Κρίση

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει περάσει πλέον από τη φάση της πρόληψης, στη διαχείριση της κρίσης, και μπροστά της ανοίγονται δύο επιλογές. Αν θα ξοδεύει τις δυνατότητές της για να προστατέψει προβληματικούς οργανισμούς επί μακρό χρονικό διάστημα και όχι για κάποιο προσδιορισμένο χρόνο αποθεραπείας, ή, να αξιολογήσει ποιοι οργανισμοί είναι «προσαρμόσιμοι» και ποιοι μη «ευεπίφοροι» ίασης και να αφήσει τους τελευταίους να καταρρεύσουν…

Η Ιστορία καταδεικνύει πως θα είναι λάθος να προστατευθούν οι προβληματικοί οργανισμοί ή και τα κράτη για περισσότερα από 4-5 έτη.

Αντιθέτως, επιβραβεύονται εκ του αποτελέσματος, παρεμβάσεις με συμπεφωνημένους στόχους, σε προσδιορισμένο χρόνο.

Η Αξιολόγηση

Η κρίση, γενικότερα, τονίζει την αποτυχία της λειτουργίας των ελεύθερων αγορών με πλημμελή -ή ακατάλληλη- ρύθμιση. Αποδεικνύεται ξανά, πως οι αγορές δεν είναι σε θέση να αυτορυθμιστούν.

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει η κυβέρνηση, είναι να αξιολογήσει τις τράπεζες στη χώρα μας. Είναι λάθος η στήριξη όλων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα, χωρίς διάκριση συμβολής στην αναπτυξιακή προσφορά του τόπου. Η κρίση αποδεικνύει ξεκάθαρα πως ο χρηματοπιστωτικός τομέας, δεν είναι σε θέση να αυτορυθμιστεί. Προβάλλει επείγουσα η ανάγκη να βελτιωθούν οι έλεγχοι και το ρυθμιστικό περιβάλλον των τραπεζών. Η κυβέρνησή μας, να κάνει αυτό που η αγορά δεν μπορεί, ή δεν θέλει να κάνει: Την άμεση αποτίμηση των οργανικών στοιχείων των τραπεζών μας. Τον πρώτο ρόλο στην εκτόνωση της κρίσης να έχει το υπουργείο Οικονομικών.

Το πρόβλημα έγκειται στην ίδια τη φύση του καθεστώτος οικονομικού και επιχειρηματικού υποδείγματος στις τράπεζες, που βασίζεται στη φτωχή αντιπροσώπευση, την ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών και τη μικρή λειτουργία ρυθμιστικών δράσεων στον τομέα, ως δημόσιο αγαθό. Οι τρεις μεγαλύτερες εταιρείες αξιολόγησης στον κόσμο βαθμολόγησαν διάφορα αστεία ομόλογα ως σχεδόν εντελώς ακίνδυνα! Μια επενδυτική τράπεζα κέρδισε δισεκατομμύρια δολάρια προβλέποντας σωστά πως αυτά τα ομόλογα θα έχαναν την αξία τους, ενώ ταυτόχρονα συνέχισε να τα πωλεί στους πελάτες της, εικονογραφώντας έτσι με το γλαφυρότερο τρόπο την απώλεια κάθε ηθικής δέσμευσης στον κόσμο των επιχειρήσεων!

Είναι εύκολο, να πει κανείς ότι ο κρατισμός ήταν πάντα κυρίαρχος στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, την περίοδο της έναρξης της κρίσης, στην κυβέρνηση βρισκόταν μη σοσιαλιστική κυβέρνηση, η οποία αμέσως έδρασε υπέρ της προστασίας του τραπεζιτικού τομέα στη χώρα, με επί της ουσίας αποδοχή σχεδόν από το σύνολο του πολιτικού τοπίου.

Η Εκτόνωση

Η ευρεία συναίνεση και η αποφασιστική δράση από το σύνολο του πολιτικού συστήματος, είναι πιθανότατα πιο σημαντικές από οποιεσδήποτε τεχνικές πλευρές επίλυσης μιας κρίσης. Η εκτόνωση μιας κρίσης στην εποχή μας συχνά θα προϋποθέτει κοινοτικές παρεμβάσεις, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να εγγυηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας…

Είναι καιρός να δημιουργηθεί Εθνική Επιτροπή Κρίσης, που να συγκεντρώνει πολιτικούς εκπροσώπους υψηλού επιπέδου, πρώην ηγέτες κοινωνικών φορέων και κυβερνήσεων, ή υπουργούς οικονομικών, καθώς και οικονομολόγους φήμης και ειδικούς στα χρηματοοικονομικά.

Η επιτροπή αυτή θα πρέπει να εφαρμόσει το παρακάτω πρόγραμμα:

• Να προχωρήσει σε λεπτομερή ανάλυση της χρηματοοικονομικής αγοράς στη χώρα, στο ευρύ πλαίσιο που προσπαθήσαμε να περιγράψουμε πιο πάνω.

• Να εντοπίσει και να εκτιμήσει τις κοινωνικοοικονομικές απειλές της κρίσης για την πραγματική οικονομία στη χώρα μας.

• Να προτείνει σειρά μέτρων στην κυβέρνηση, ώστε να αποφευχθούν -ή να περιοριστούν- οι κίνδυνοι αυτοί.

• Να παρουσιάσει σειρά από προτάσεις για τον εξορθολογισμό του τραπεζικού τομέα και της αγοράς στην Ελλάδα και να εξετάσει προτάσεις για εναρμονισμό με τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις που επιχειρούνται στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Κώστας Χλωμούδης
02/05/2010

Μια δύσκολη σχέση: ΑΓΟΡΕΣ – ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

Ο παράγων «αγορά» έχει μπει δυναμικά τα τελευταία χρόνια στο δημόσιο λεξιλόγιο, μιας και αποτελεί βασική παράμετρο στην προσπάθεια ανάλυσης και αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης που μαστίζει ιδιαιτέρως τη χώρα μας.

Εδώ και μερικές χιλιετίες, βέβαια, οι αγορές συμβιώνουν με τα κυρίαρχα κράτη. Δηλαδή έχουν τουλάχιστον την ίδια ηλικία. Απλώς, είχαμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε τις αγορές ως έγκλειστες μέσα στα σύνορα των εθνικών κρατών, όταν, αντίθετα, αυτές τείνουν σχεδόν από τη φύση τους να τα υπερβαίνουν και να έχουν διαστάσεις που μερικές φορές συμπίπτουν με ολόκληρο τον κόσμο.

Πολλές φορές επιχειρήθηκε και στο παρελθόν να τεθούν οι αγορές στην υπηρεσία της πολιτικής. Οι προσπάθειες αυτές εντάσσονται στην αντίληψη που ονομάστηκε «κολμπερισμός», από τον Κολμπέρ, τον υπουργό του Λουδοβίκου ΙΔ’, που την εφάρμοσε πιο ολοκληρωμένα.

Παρέκκλιση του «κολμπερισμού» αποτελεί το κλειστό εμπορικό κράτος. Θεωρητικά, το υποστήριξε ο γερμανός φιλόσοφος Γιόχαν Φίχτε, που περιορίζει τις αγορές αυστηρά στην εθνική διάσταση, σε έναν στατικό και αιώνιο προστατευτισμό.

Ο Πλάτωνας, φαίνεται ως ανελέητος εχθρός των αγορών. Αντιπαρατέθηκε στο εμπορικό πνεύμα των Αθηναίων συμπολιτών του και προσπάθησε να το περιορίσει και να το καταστήσει μειοψηφικό στην ιδεώδη Πολιτεία του, που τη σκέφτηκε να λειτουργεί ως ένα είδος «αντι-Αθήνας». Θαύμαζε τη σπαρτιατική πολιτεία, όπου το κράτος ήταν το παν.

Ο Πλάτων, πρώτη φορά επιχείρησε να «ρυθμίσει» αυτό που σήμερα αποκαλούμε «μικροδομή των αγορών». Με αυστηρούς κρατικούς λειτουργούς να επιτηρούν τους εμπόρους, οι οποίοι διαπραγματεύονταν με τους πελάτες τους, αναγγέλλοντας την τιμή του εμπορεύματος και αφήνοντας τον αγοραστή να την αποδεχθεί, ή να την απορρίψει, αλλά χωρίς να επαναπροτείνουν ούτε έκπτωση, ούτε αύξηση στην τιμή.

Γκουρού των αγορών, μάνατζερ και επιχειρηματίες, πιο προωθημένοι και από τους ίδιους τους νεοφιλελεύθερους οικονομολόγους , τώρα ζητούν ρυθμίσεις που θα τους προστατεύουν… Αντίθετη άποψη είχε ο Ξενοφώντας. Το κράτος θα παρακινεί τη θέληση των εμπόρων και πελατών (ιδιωτικού τομέα σήμερα), για συμμετοχή στις οικονομικές δραστηριότητες και έτσι θα μειώνονται οι κρατικές δαπάνες για την άμυνα (οικονομική ανάπτυξη σήμερα).

Στο Μεσαίωνα, έμποροι και αγορές συμβιώνουν δύσκολα με τα φεουδαρχικά κράτη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πάντα οι παραγωγικές οικονομίες διεκδικούν, αφενός ένα πεδίο δράσης χωρίς σύνορα για τις δικές τους εξαγωγές μεταποιημένων προϊόντων, αφετέρου, προσπαθούν να περιορίσουν τις εισαγωγές.

Η περίοδος της Βιομηχανικής Επανάστασης, δημιουργεί απαιτήσεις για παράγωγα του πετρελαίου και έτσι, δίνει νέα διάσταση στις σχέσεις μεταξύ κρατών και αγορών. Το εθνικό κράτος αυτή την περίοδο, όχι μόνον εξασφαλίζει την ομαλή διεξαγωγή των οικονομικών δραστηριοτήτων, διατηρώντας τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αλλά συχνά υποκινεί άμεσα την εκβιομηχάνιση και τη λειτουργία της εθνικής αγοράς. Και αυτό, άλλωστε, αποτελεί μέρος της πολιτικής της ισχύος. Οι σχέσεις ανάμεσα σε κράτη και αγορές γίνονται συμπληρωματικές και περισσότερο από πριν τίθεται το δίλημμα για την ιεραρχία μεταξύ αυτών των θεσμών. Ορισμένοι διανοούμενοι σκέφτονται ότι μπορούν να απαλλαγούν ή από τον έναν, ή από τον άλλον: απόλυτος οικονομικός φιλελευθερισμός, ή, σχεδιασμένη οικονομία.

Μετά την εποχή του ψυχρού πολέμου, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η παραγωγή, εξαιτίας της πτώσης του κόστους των επικοινωνιών και των μεταφορών, μπορεί να τεμαχιστεί και να παγκοσμιοποιηθεί. Όλοι αντιλαμβάνονται την επίπτωση που έχουν όλα αυτά πάνω στην παραδοσιακή έννοια της κρατικής κυριαρχίας. Υποστηρίζεται ότι η παγκοσμιοποίηση επιβάλλει το εμπορικό κράτος, έκφραση στην οποία το επίθετο κυριαρχεί πάνω στο ουσιαστικό.

Σε υποστήριξη αυτής της θέσης αναφέρονται μεταρρυθμίσεις που μετασχηματίζουν θεσμούς όπως τα δικαιώματα του πολίτη, το κράτος πρόνοιας, ή το φορολογικό σύστημα, προσαρμόζοντάς τους στη νέα πραγματικότητα της παγκόσμιας παραγωγής.

Η σημερινή εξέλιξη, με αφορμή την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και την ουσιαστική πολιτική κρίση για την Ε.Ε., ανακάτεψε ξανά τα χαρτιά της τράπουλας, ανέτρεψε τις νέες βεβαιότητες και κατέδειξε πόσο προβληματικές είναι οι συνθήκες που συγκρότησαν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Οι νεοφιλελεύθεροι, που μέχρι χθες ήταν η μεγάλη πλειοψηφία, τώρα μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού.

Ήδη, γκουρού των αγορών, μάνατζερ και επιχειρηματίες, που ήταν πιο ριζοσπάστες και από τους ίδιους τους οικονομολόγους στον παγκοσμιοποιητικό νεοφιλελευθερισμό τους, τώρα ζητούν ρυθμίσεις που θα τους προστατεύουν από τις επικίνδυνες ατραπούς των διακυμάνσεων των αγορών και των νέων «χρηματοοικονομικών» προϊόντων τους.

Το κράτος, όμως, είναι σαν το φίλο μας, ή τη μητέρα μας: «Μάνα είναι μόνο μία» και, όταν την τραυματίσουμε, ή όταν την εξουθενώσουμε και επιζεί γερασμένη από τα πολλά πλήγματα που δέχθηκε από τα παιδιά της, δεν μπορούμε να καταφεύγουμε πλέον στην αγκαλιά της...

Κώστας Χλωμούδης
05/04/2010

Να υποστηρίξουμε το Δημόσιο μεταρρυθμίζοντάς το...

Αντί να συζητούμε για το πώς θα ξεπεράσουμε την κακή πραγματικότητα της οικονομικής κατάστασης στη χώρα, την υπέρβαση της κρίσης και τη σταθεροποίηση της οικονομίας, συζητούμε αν και ποιος έχει ευθύνη (πάντα οι άλλοι, ποτέ εμείς), ή ακόμη και αν είναι πραγματική η εικόνα αυτή, ή κάποιοι δημιουργούν εικονικές πραγματικότητες πτώχευσης για να περάσουν τα δύσκολα και αντιλαϊκά μέτρα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης… … Κάπως έτσι, ως συνήθως, το θέμα της συζήτησης μετατίθεται. Αντί να συζητούμε για την άθλια οικονομική μας κατάσταση και τις δυνατότητες αντιμετώπισής της, συζητούμε, τόσες μέρες τώρα, ποιος και πόσο δυνατά καταδικάζει την κρίση αυτή και αν ευθυνόμαστε εμείς γι’ αυτό, ή ήταν εισαγόμενη. Εμείς απλώς παρευρισκόμαστε. Ωραία, λοιπόν. Ας αποδοκιμάσουμε την κρίση και τους δημιουργούς της, ας καταστήσουμε τον διεθνή καπιταλισμό, ή τον δικομματισμό, ή το δημόσιο και τους οργανισμούς των κοινωφελών επιχειρήσεων στη χώρα μας και τους εργαζόμενους σε αυτούς, υπεύθυνους για το χάλι μας. Και να τους καταγγείλουμε. Και μετά; Σε τι θα έχει αλλάξει η σημερινή αποκαρδιωτική κατάσταση; Σε τίποτα, προφανώς. Αν ο εχθρός ήταν κάποιοι από αυτούς, τότε το πρόβλημα θα ήταν πολύ απλό. Και θα είχε ήδη λυθεί.

Ο «καπιταλισμός» έχει αστείρευτες δυνάμεις για την παλινόρθωσή του, ο δικομματισμός εκφράζει, και απ’ ό,τι φαίνεται θα συνεχίσει να εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού για να βρει τις όποιες λύσεις και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο, με κάποιους δείκτες, θα έρθει η στιγμή να δείξουν τη συμβολή τους και να τεκμηριώνεται ο μισθός τους. Μήπως λοιπόν αυτοί δεν είναι το πρόβλημα, αλλά το σύμπτωμα; Μήπως η πρωτοφανής ευκολία με την οποία στην Ελλάδα ακυρώνουμε κάθε κανόνα πολιτισμένης δημοκρατικής συμβίωσης στην πόλη, στη φύση, στην εργασία, στις υποχρεώσεις μας με το κράτος, δεν είναι παρά μια ένδειξη και εκδήλωση του πραγματικού προβλήματος;

Ωραία, λοιπόν. Ας αποδοκιμάσουμε την κρίση και τους δημιουργούς της. Και να τους καταγγείλουμε. Και μετά, τι;

Μήπως η ευκολία με την οποία κυριαρχεί «η ζωή στις παρυφές της νομιμότητας και της παρανομίας», η λειτουργία των πολλών από εμάς στο «γκρίζο χώρο» ως προς τη νομιμότητα, δεν είναι παρά η απόδειξη ότι αλλού είναι το πρόβλημα και συμπεριλαμβάνει σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας; Αν δούμε από αυτή τη σκοπιά το θέμα, τότε θα φανεί το κενό στην πολιτική μας συζήτηση. Τριπλό κενό. Κενό νομιμοποίησης στη συνείδηση εκείνων για τους οποίους υπάρχει και λειτουργεί το κράτος. Των πολιτών του. Μιας κοινωνίας που ζητά τα πάντα από το κράτος, χωρίς το κράτος να έχει οργανωθεί έτσι ώστε να δικαιολογεί, εδώ και χρόνια, τις προσδοκίες των πολιτών του. Κενό δημοκρατικής συγκρότησης του πολιτικού, κομματικού, αλλά και κινηματικού - συνδικαλιστικού χώρου. Θα έπρεπε να είναι χώροι ευθύνης για το αύριο της χώρας, ελευθερίας και δημοκρατικής νομιμοποίησης των δικαιωμάτων και διεκδικήσεων, οικονομικών και θεσμικών, και των σχέσεων χρηστών και παραγωγών των δημόσιων υπηρεσιών. Κενό πολιτικής βούλησης για την αναβάθμιση του δημόσιου χώρου.

Στελέχη στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, ικανά, που θα αξιολογούνται από τις επιδόσεις τους με βάση τους στόχους των Οργανισμών τους. Υπό συνθήκες αδυναμίας συνειδητοποίησης του τριπλού αυτού κενού, διέξοδος δεν υπάρχει. Και δεν θα υπάρξει στον ορίζοντα διέξοδος μέχρις ότου οι δυνάμεις της προόδου, που θέλουν να υπερασπιστούν το δημόσιο χώρο, όχι για να διασώσουν τα συντεχνιακά, μικρά ή μεγάλα, προνόμια των εντός των τειχών του βολεμένων, αλλά για να το μετατρέψουν σε τόπο που οι οργανισμοί και οι μονάδες του θα παράγουν με ανταγωνιστικούς όρους τα δημόσια ή και τα μεικτά (ιδιωτικά και δημόσια) αγαθά και υπηρεσίες. Με καλές πρακτικές, πρότυπα αριστείας.

Δημόσιο με ιδιωτικο-οικονομικά στοιχεία οργάνωσης. Θα μπορούσε κανείς να περιοριστεί στις προηγούμενες παρατηρήσεις, αν τα πράγματα δεν κινδύνευαν να πάρουν έναν εξαιρετικά ολισθηρό δρόμο, τραυματίζοντας σοβαρά το δημόσιο χώρο στην Ελλάδα. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μεγάλο τμήμα του συνδικαλιστικού κινήματος αποτελείται από ιδιαίτερα προικισμένους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ. Οι πολίτες αυτοί, όπως και η πλειοψηφία των εργαζομένων στους χώρους αυτούς, δεν μπήκαν όλοι με ρουσφέτι και σε κάθε περίπτωση, αν όχι όλοι, οι περισσότεροι είχαν και όνειρα και φιλοδοξίες για την εργασία τους και την επαγγελματική τους καταξίωση. Αν αυτό το αντιληφθούμε εγκαίρως, τότε γρήγορα θα διαπιστώσουμε πως υπάρχουν πολλές δυνατότητες για αποτελεσματικές συνέργειες και επιλογές απάντησης στην οικονομική κατάσταση που βιώνει η χώρα μας.
Κώστας Χλωμούδης
02/03/2010

Τα διλήμματα της Κοπεγχάγης

Η παγκόσμια οικονομία αναπτυσσόταν με ασυνήθιστα ταχύ ρυθμό - 4% κατά μέσον όρο, μόλις πριν την κρίση. Αυτό είχε οδηγήσει σε πρωτοφανή ευημερία τις ανεπτυγμένες οικονομίες και σε σημαντική βελτίωση τις αναπτυσσόμενες. Η παγκοσμιοποίηση έχει βάλει στο παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι πολυπληθείς λαούς οι οποίοι είχαν λιγότερο ή περισσότερο μείνει στο περιθώριο, όπως οι Κινέζοι, οι Ινδοί, οι Ρώσοι, οι Βραζιλιάνοι. Οι οικονομίες των εν λόγω χωρών φαίνεται από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και μετά να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην παγκόσμια οικονομία. Οι κυβερνήσεις, οι διεθνείς οργανισμοί και οι επιχειρήσεις θα επιδιώξουν και θα μεθοδεύσουν την επάνοδο αυτού του ρυθμού ανάπτυξης μετά το ξεπέρασμα της παρούσης κρίσεως. Ταυτόχρονα όμως στην στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης, που πραγματοποιείται το Δεκέμβριο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, σε μία προσπάθεια να υπάρξει μια νέα παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα, θα διαπιστώσουν ότι η ανάπτυξη των οικονομιών προκαλεί στο κλίμα του πλανήτη μας αλλαγές οι οποίες μπορεί να αποδειχθούν ολέθριες. Μελέτες υποστηρίζουν ότι με αυτό το επίπεδο ανάπτυξης και τις καταγραφόμενες εκπομπές καυσαερίων η θερμοκρασία του πλανήτη θα αυξηθεί κατά 2 βαθμούς, ως το 2050. Αν συμβεί αυτό, θα αρχίσουν να λιώνουν οι πάγοι στον Βόρειο Πόλο, οι πυρκαϊές θα κάψουν το μεγαλύτερο μέρος των δασών, χώρες ολόκληρες θα μετατραπούν σε ερήμους και η ζωή στον πλανήτη θα αλλάξει ριζικά. Με βάση τα νούμερα διαπιστώνουμε ότι με ρυθμό ανάπτυξης 4% τον χρόνο το παγκόσμιο ΑΕΠ θα διπλασιαστεί σε είκοσι πέντε χρόνια. Και αν αυτός ο ρυθμός ανάπτυξης συνεχιστεί, το 2050 θα έχει διπλασιαστεί. Αυτό σημαίνει ότι η θερμοκρασία θα έχει ανέλθει ως τότε πολύ περισσότερους από 2 βαθμούς και οι τρομακτικές κλιματικές αλλαγές θα έχουν έρθει πολύ νωρίτερα από όσο φοβόμαστε. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα οι ηγέτες 65 χωρών συμφώνησαν να μετάσχουν στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης, που πραγματοποιείται το Δεκέμβριο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, σε μία προσπάθεια να υπάρξει μια νέα παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα. Ένα δημοσίευμα της η εφημερίδα «The Guardian» πριν ένα περίπου χρόνο ανέφερε πως για να αποφευχθεί η κλιματική αλλαγή, δεν θα πρέπει να υπάρξει απλώς περιορισμός των εκπομπών αλλά πλήρης διακοπή τους... Θα πρέπει δηλαδή άμεσα να περάσει η παγκόσμια κοινότητα στη χρήση άλλων μορφών ενέργειας, όπως η αιολική, η πυρηνική ή η γεωθερμία και να σταματήσει η καύση πετρελαίου, λιγνίτη, κάρβουνου και άλλων ορυκτών. Ο Κώστας Χλωμούδης διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά.
Κώστας Χλωμούδης
07/12/2009

Κρίση: «Χρυσή ευκαιρία» για ρύθμιση

Οι αμήχανες κραυγές για την κρίση και τα επερχόμενα δεινά, επικρατούν. Η πραγματική οικονομία στην ευρωζώνη καταρρέει, απ’ ό,τι φαίνεται με γοργότερους ρυθμούς από ό,τι στις ΗΠΑ. Αυτή η παγκοσμιοποιημένη κρίση, θα αντιμετωπισθεί μόνο ως τέτοια κι όχι με μέτρα εθνικού ή περιφερειακού χαρακτήρα. Άραγε, με αυτή την κρίση, θα «τελειώσει» η δυναμική και η ηγεμονία της απελευθέρωσης των αγορών και της ακυβέρνητης παγκοσμιοποίησης;
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, θα χρειαστεί να διαλύσουμε ορισμένες παρεξηγήσεις για τι ήταν -και είναι- ιδεολογικά η προσέγγιση αυτή για την παγκοσμιοποίηση και τις αγορές. Οι όροι από μόνοι τους δεν μας διαφωτίζουν ιδιαιτέρως. Η ρύθμιση της απελευθέρωσης των αγορών και η διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, περιγράφει την ανάγκη της πολιτικής να προσαρμοστεί στις μεγάλες αλλαγές που επιβάλλονται, για να αναμορφωθεί ο κόσμος από τις επιπτώσεις της αρρύθμιστης απελευθέρωσης των αγορών και την ακυβέρνητη παγκοσμιοποίηση. Αυτό είναι διαφορετικό από αυτό που εκφράζει η παραδοσιακή αριστερά, η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία, που βασίζεται, στο οικονομικό επίπεδο, στον «κεϊνσιανισμό» και στην άποψη ότι σε σημαντικούς τομείς όπου δεν πήγε καλά η αγορά, θα πρέπει να αντικατασταθεί από το κράτος. Η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί να υποστηριχθεί.
Πώς να πεις ότι τα προβλήματα της κρίσης δεν θα εξελίσσονταν έτσι, αν δεν καθόριζαν το παιχνίδι οι αγορές και η απελευθέρωσή τους; Η οικονομία παγκοσμιοποιήθηκε, ενώ είναι φανερό πως το κράτος παραμένει και θα συνεχίσει να είναι συχνά αναποτελεσματικό και απαράδεκτα γραφειοκρατικό.
Η άποψη που ηττήθηκε, είναι αυτή της ρύθμισης των πάντων από τις δυνάμεις της αγοράς, της «αοράτου χειρός» και της «ακυβέρνητης» παγκοσμιοποίησης. Ο θατσερισμός, ή ο φονταμενταλισμός της αγοράς -η πίστη πως οι νόμοι της αγοράς θα έπρεπε να επεκταθούν όσο το δυνατόν περισσότερο, καθώς η αγορά είναι το πλέον ορθολογικό και αποτελεσματικό μέσο προς την ευημερία. Να ομολογήσουμε βεβαίως πως αυτή η άποψη είχε κάποιες σημαντικές επιτυχίες και αποκατέστησε την ανταγωνιστικότητα σε αρκετές αγορές.
Τώρα όμως, πολλοί αντιλαμβάνονται ότι ο κύκλος αυτός κλείνει γιατί τα όριά του γίνονται πλέον φανερά. Η φτώχεια και οι ανισότητες αυξάνουν στον κόσμο πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν. Κληροδότησε μια κοινωνία με αυξανόμενες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες και με υποβαθμιζόμενες δημόσιες υπηρεσίες.
Τώρα, είναι εντελώς απαραίτητο να αναζητηθεί μία τρίτη εναλλακτική λύση, που θα αναζητήσει τη συμφιλίωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας με την κοινωνική προστασία και τη μείωση της φτώχειας. Ρύθμιση της απελευθέρωσης των αγορών και διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης: Η βελτίωση της κοινωνικής δικαιοσύνης προϋποθέτει ρωμαλέα οικονομία. Αύξηση των επενδύσεων στο δημόσιο τομέα, μετά από τη βεβαίωση πως η χρηματοδότηση συνοδεύεται από μεταρρύθμιση για πιο αποτελεσματικές, εξυπηρετικές και διαφανείς δημόσιες υπηρεσίες.
Οι στόχοι αυτοί χρειάζονται για να έχει ο χρήστης το δικαίωμα της επιλογής και να συναγωνίζονται οι δημόσιες υπηρεσίες μεταξύ τους αλλά και με τις υπάρχουσες ιδιωτικές. Έτσι μόνο το σύστημα γεννά μεταρρυθμίσεις που ενδυναμώνουν τους χρήστες των υπηρεσιών.
Κωνσταντίνος Χλωμούδης
26/03/2009

Ανάγκη μιας “φιλελεύθερης” αντίδρασης.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήρθε η ώρα για την ιαχή «φιλελεύθεροι όλων των φυλών, ενωθείτε και δράσετε…». Ο φιλελευθερισμός ( L iberalism) ...