Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Πως θα διαχειριστούμε το κόστος αυτού του πολέμου και η επόμενη μέρα.


Πολλά ακούμε για την επιστροφή του Κέϊνς, ως σχολή σκέψης, στη χάραξη οικονομικής πολιτικής και αντιμετώπισης σχετικών προβλημάτων της συγκυρίας. Συζητήσεις που φαίνεται θα ενταθούν ακόμη περισσότερο προσεχώς.
Ιδιαιτέρως που οι διεθνείς εξελίξεις μοιάζουν να επαναπροσδιορίζουν την αποδοχή της διεθνούς κοινότητας σε αυτή τη μορφή παγκοσμιοποίησης, όπως την βιώσαμε τα τελευταία τριάντα χρόνια. Εξελίξεις που σηματοδοτούν και το τέλος της “πρώιμης εποχής” της παγκοσμιοποίησης. Ίσως να έφθασε η στιγμή για διαρθρωτικές αλλαγές στην διακυβέρνηση της σε μια κατεύθυνση εκδημοκρατισμού της. Η κρίση αυτή προκαλεί για παγκόσμιου χαρακτήρα απαντήσεις, που σημαίνει κάποιου επιπέδου κοινό σχεδιασμό και συνεργασία, με ενεργοποίηση μηχανισμών παγκόσμιας διακυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, οικονομικό, υγειονομικό, κοινωνικό. Ένας παγκόσμιος συντονισμός που δεν θα γνωρίζει σύνορα και δεν θα υπόκειται σε κανένα είδος περιορισμού, με δραστικές και ριζικές λύσεις. Διαφορετικά όλο και περισσότερο θα διακρίνουμε τάσεις, που ήταν ήδη ισχυρές, για περισσότερο προστατευτισμό στις εθνικές οικονομίες. Από την αρχή αυτής της υγειονομικής κρίσης, που εξελίσσεται σε μια από τις πιο σημαντικές οικονομικές κρίσεις της ιστορίας, μεγάλος αριθμός αναπτυγμένων χωρών έθεσαν θέματα προστασίας και ελέγχου για κατηγορίες προϊόντων και υλικών (προστατευτικών και πρώτες ύλες για υγειονομικά προϊόντα και φάρμακα) που σε κάποιο βαθμό εξάγονται ή και εισάγονται από άλλες χώρες. Είδαμε, σε πραγματικό χρόνο, τι γίνεται όταν οι αλυσίδες παραγωγής και τα συστήματα διανομής και logistics διαταράσσονται. H ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολό της τείνει να μεταβληθεί σε ένα είδος πολεμικού συστήματος οργάνωσης της παραγωγής γύρω από τέσσερις βασικούς κλάδους: διατροφή, υγεία, ενέργεια και ασφάλεια/άμυνα.
Παρά ταύτα όμως, δύσκολα μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι οι σχεδιαζόμενες, μέχρις στιγμής τουλάχιστο, πολιτικές ότι φαίνεται να αντλούν σοφία και εμπειρία από τη θεωρία του John Maynard KeynesΚαι αυτό γιατί στις προκρινόμενες επιδοματικές πολιτικές ή αυτές των επιχειρηματικών ενισχύσεων, δεν καταγράφεται μια σαφής και ενιαία αντίληψη για το υπόβαθρο που διαπερνά και χαρακτηρίζει αυτές τις πολιτικές. Μοιάζουν περισσότερο αποσπασματικές, χωρίς σύνδεση και κοινή αναφορά, κινήσεις δηλαδή χωρίς σχέδιο. Στην Ευρώπη μάλιστα το δικαιολογούν και ως ανάγκη σχεδιασμού “μέρα με τη μέρα”, καθώς το τοπίο παραμένει θολό όχι μόνο εντός συνόρων των κρατών, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Είναι χαρακτηριστική, λόγου χάρη, η αποσιώπηση της εν τοις πράγμασι θεσμικής άρνησης που έχει επιτευχθεί μαζικά πλέον, για την ασκούμενη μέχρι πρόσφατα πολιτική της λιτότητας!
Χαρακτηριστικό δε είναι ότι οι περισσότεροι, από τους προσφάτως νέους υποστηρικτές του Κέϊνς, απλώς τον εξομοιώνουν με τη δυνατότητα δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Προφανώς αγνοούν ότι, στην κεϊνσιανή θεωρία και αριθμητική, τα πλεονάσματα δεν είναι υπό διωγμό αλλά μπορεί να αποτελέσουν σαφή πολιτική επιλογή.
Μπορεί, δηλαδή, ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες, η δημοσιονομική πολιτική να διαδραματίσει έναν «πιο ενεργό ρόλο» για τη σταθεροποίηση της οικονομίας. Αυτό όμως σημαίνει ότι απαιτείται επανεξέταση της φορολογικής πολιτικής.
Από τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών για την προσέλκυση επενδύσεων δια της μειωμένης φορολόγησης, θα οδηγηθούμε στην προσέλκυση επενδύσεων λόγω κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος ασφάλειας, επάρκειας αγαθών και περιορισμού εξάρτησης. Ιδιαιτέρως σε αυτήν την εποχή που έχει επικρατήσει η δυναμική της "αρρύθμιστης" παγκοσμιοποίησης.
Η αντιμετώπιση του επερχόμενου πληθωρισμού δεν μπορεί να γίνει με άγνοια της εμπειρίας των τελευταίων 40 ετών μάχης των ευρωπαϊκών οικονομιών με αυτόν. Είναι γνωστόν ότι ο πληθωρισμός είναι συνάρτηση της ποσότητας του κυκλοφορούντος χρήματος και της ταχύτητας με την οποία αυτό κυκλοφορεί μέσα στο οικονομικό και χρηματοπιστωτικό κύκλωμα. Δεδομένου όμως ότι η κρίση, με την απονέκρωση της οικονομικής δραστηριότητας, έχει επιβραδύνει εξαιρετικά την ταχύτητα κυκλοφορίας του υπάρχοντος χρήματος, το νέο χρήμα που έχουν να αρχίσει να “ρίχνουν από το ελικόπτερο” και στην Ευρώπη, απλώς θα καλύψει το κενό που δημιουργείται σε καθημερινή βάση από την υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας όλων των άλλων αργούντων κλάδων, εκτός δηλ. αυτών της διατροφής, υγείας, ενέργειας και ασφάλειας/άμυνας. Το νέο χρήμα, συνεπώς, δεν θα δημιουργήσει "υπερβάλλουσα ζήτηση", διότι η ζήτηση στις συγκεκριμένες συνθήκες δεν μπορεί να κατευθυνθεί παρά μόνο στους τέσσερις συγκεκριμένους κλάδους που παραμένουν ενεργοί.
Για τούτο, δεν είναι δυνατόν η όποια χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής να εφαρμόζεται χωρίς περιορισμούς και αγνοώντας τον κίνδυνο του πληθωρισμού.
Κάποια στιγμή, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αυξήσουν τους φόρους προκειμένου να αποφευχθεί ο πληθωρισμός[1].
Οι ίδιοι που έδιναν μάχη να μειώσουν τους φόρους, τώρα θα υποχρεωθούν να στηρίξουν πολιτικές ενίσχυσης της φορολογίας για να αντιμετωπιστούν, εκτός άλλων, προβλήματα πληθωριστικών πιέσεων και όχι μόνον.
Όσοι υπήρξαν ένθερμοι οπαδοί και υποστηρικτές των περικοπών των Δημοσίων Δαπανών στο σύνολο της τελευταίας δεκαετίας -αλλά και πριν- θα πρέπει να αναθεωρήσουν με δημόσιο τρόπο τις επιλογές τους.
Αυτό διότι αντί να δαπανώνται σήμερα κεφάλαια σε δαπάνες επιδοματικού χαρακτήρα και ενισχύσεων επιχειρήσεων, οι οποίες, λόγω των συνθηκών, πρέπει να βοηθηθούν, θα ήταν πολύ καλύτερο αν είχαν δομηθεί τα κράτη και οι οικονομίες τους από πριν (όλη την προηγούμενη δεκαετία) σε μια βάση περιορισμένης εξάρτησης από τις διεθνείς ανταλλαγές αγαθών (ενδιαφέρουσες καταγραφές προσδιορίζουν ως ικανοποιητικό το επίπεδο στη τάξη του 20% της εθνικής κατανάλωσης) και διαμόρφωσης σταθερών συνθηκών λειτουργίας της κοινωνίας και οικονομίας, με ανάπτυξης του οικονομικού ανταγωνισμού και των δυνάμεων της αγοράς εντός προσδιορισμένου πλαισίου θεμιτής ανταγωνιστικότητας.
Όλο και περισσότερο θα βλέπουμε το επόμενο διάστημα, το ένα μετά το άλλο κράτος, να επιλέγουν ενίσχυση των επενδύσεων, με σημαντική συνδρομή των Προγραμμάτων Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ) σε έργα οδοποιίας, σιδηροδρόμων, στέγασης δημοσίων χώρων και υπηρεσιών, εν γένει δημοσίων υποδομών, ευρυζωνικότητας κλπ. τα οποία ως ποσοστό στην οικονομία θα είναι σε τέτοια επίπεδα που δεν θα έχουμε δει από τη δεκαετία του 1970.
Το ερώτημα όμως που εύλογα πρέπει να τεθεί είναι γιατί αυτά τα προγράμματα, σε χώρες όπως η Ελλάδα αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες -ιδιαιτέρως του Νότου αλλά όχι μόνον- δεν θα μπορούσαν να είχαν ξεκινήσει το 2010, τότε που υπήρχαν λιγότερα προβλήματα στις οικονομίες αυτές για να αντιμετωπίσουν;
Η εύκολη απάντηση είναι ότι οι κυβερνήσεις «δεν θα μπορούσαν να το αντέξουν οικονομικά» εκείνα τα χρόνια, γιατί οι αγορές έκριναν και επέβαλαν ότι η συνετή πολιτική μείωσης του ελλείμματος θα ήταν εκείνη που θα διαμόρφωνε δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης σε μια χώρα.
Πολλοί δε ακόμη θα προσθέσουν ότι αυτή η πολιτική, των δημοσιονομικών περιορισμών που ακολουθήθηκε τότε, δίνει σήμερα αυτή τη δυνατότητα «δημοσιονομικού χώρου» για να υπάρξουν τέτοιες επεκτατικές πολιτικές δημοσίων δαπανών και επενδύσεων.
Κατά τη ταπεινή μας γνώμη και οι δυο απαντήσεις δεν τεκμηριώνονται από τα “ξεροκέφαλα” γεγονότα.
            Σε κάθε περίπτωση όμως είναι σημαντικό να επιλέξουν οι κυβερνήσεις και ιδιαιτέρως η ελληνική για μια χώρα που προέρχεται από μια δεκαετή οικονομική κρίση, για τα όποια χρήματα θα έχουν στη διάθεσή τους, από την ποσοτική χαλάρωση και τις σχετικές πολιτικές με αφορμή τα προβλήματα της διεθνούς συγκυρίας, θα πρέπει να οργανώσουν την σταδιακή διοχέτευσή τους, αποκλειστικά και μόνο, για την ενίσχυση των εργαζομένων και των επιχειρήσεων στους αναγκαστικά αργούντες κλάδους (εκτός των τεσσάρων που ήδη έχουμε αναφέρει), καθώς και για τη συμπλήρωση των εσόδων του Δημοσίου που είναι απαραίτητα για την ομαλή συνέχιση της λειτουργίας του, με δεδομένη τη μείωση των εισπράξεων που θα έχει επιφέρει η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας.
Αυτό που μπορεί να προσφέρει μία κυβέρνηση περιορίζεται μόνο από το μέγεθος των πραγματικών πόρων που μπορεί να διαχειρισθεί αυτή η ίδια και όχι από τους αυτο-επιβαλλόμενους οικονομικούς περιορισμούς.
Ένα παράδειγμα αποτελεί η ανηθικότητα της πολιτικής με τα Voucher, σε συγκεκριμένες κατηγορίες επιστημόνων στην Ελλάδα. Δεν μας απασχολεί επί του παρόντος το ανήθικο ή όχι στοιχείο της χρησιμοποίησης κονδυλίων επιμόρφωσης για επιδοματικές πολιτικές, αλλά το ηθικό υπόβαθρο του "γιατί τώρα και όχι πριν, αυτού του είδους οι πολιτικές παροχών;".
Ας σκεφτούμε αν αντίστοιχες δράσεις, με αυτή την επί της ουσίας αντίληψη δημοσιονομικής ώθησης, θα μπορούσαν να είχαν αναληφθεί στη χώρα μας στα δύσκολα αυτά χρόνια της δεκαετίας της κρίσης, σε ποια κατάσταση θα ήταν σήμερα οι συγκεκριμένες οικονομικές κατηγορίες που επιλέγουμε σήμερα να ενισχυθούν;
Υποστηρίζουμε, δηλαδή, ότι όσο και αν τις κρίνουμε αναγκαίες αυτού του είδους δράσεις, μπορεί να κινδυνεύουν να κριθεί ότι έρχονται σε λάθος σημείο του οικονομικού κύκλου.
Ο Κέινς υποστήριζε ότι «η έκρηξη, όχι η κατάπτωση, είναι η κατάλληλη στιγμή για λιτότητα» από το κάθε κράτος…
Αντιλαμβανόμαστε όλοι, ότι οι οικονομίες των εθνικών κρατών σήμερα, πολύ δε περισσότερο της Ελλάδας, δεν μοιάζουν τόσο με την ώρα της “έκρηξης” αλλά με “κατάπτωσης”, καθώς τα πάντα βεβαιώνουν ότι θα ζήσουμε μια χρονιά βίαιης ύφεσης, η οποία για κάποιες χώρες ήδη υπήρχε ως προ εκτίμηση και χωρίς τον κορονοϊό. Για την Ελλάδα είχαν καταγραφεί στοιχεία της από το τελευταίο τρίμηνο του 2009.
Το σίγουρο όμως για την Ευρώπη, σχεδόν στο σύνολό της, είναι ότι σήμερα τα κράτη έχουν λιγότερη δημοσιονομική ικανότητα από ό,τι πριν από 10 χρόνια.

Η θεωρία του Πολέμου
Όλο και περισσότεροι ηγέτες δηλώνουν ότι οι χώρες τους βρίσκονται σε “συνθήκες πολέμου”, με έναν “αόρατο εχθρό” και για τούτο λαμβάνουν μέτρα αντιμετώπισης του ιού αλλά και των οικονομικών επιπτώσεων από τις επιλογές αντιμετώπισής του.
Εύλογα όμως κανείς μπορεί να αναρωτηθεί ότι, εφόσον οι οικονομίες στις οποίες ηγούνται βρίσκονται σε πόλεμο, τότε θα πρόκειται για λειτουργούσες οικονομίες εν περιορισμώ. Αυτό από μόνο του σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχουν “… και τα όπλα και το βούτυρο…”. Το “βούτυρο” πρέπει να διανεμηθεί για να παράξουν στη συνέχεια περισσότερα και καλύτερα “όπλα”. Έτσι, στη συνέχεια, κάποια στιγμή όπως συμβαίνει στους κύκλους της οικονομίας, θα έχουμε να διαχειριστούμε το πρόβλημα της υπερβάλλουσας και όχι της ανεπαρκούς Ζήτησης, όπως συμβαίνει σήμερα.

Οι προηγούμενες αναφορές έρχονται να υποστηρίξουν ότι αν και υπαρκτά είναι ακόμη περιορισμένα τα στοιχεία «κεϊνσιανισμού» που μπορούμε να διακρίνουμε, μέχρι στιγμής, στις πολιτικές των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και μεταξύ αυτών και της ελληνικής κυβερνήσεως, από τις παρεμβάσεις για την προστασία των οικονομιών τους λόγω Covid-19.
Όλες οι κυβερνήσεις τώρα πλέον μπορούν να προβούν σε δημόσιες δαπάνες, ξεπερνώντας κάθε επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών, για να προστατεύσουν τους πολίτες τους από τέτοιες καταστροφές. Ακόμη και οι «σφιχτοί» Γερμανοί, όπως και άλλες αντίστοιχες κυβερνήσεις στην ΕΕ και στον υπόλοιπο κόσμο, έχουν αναγνωρίσει ότι αυτοί οι καιροί δεν είναι φυσιολογικοί. Όμως το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα και σίγουρα θα το έθετε ο ίδιος ο Κέινς σε κάθε πρωθυπουργό ευρωπαϊκής χώρας αυτής της περιόδου είναι: «Πώς θα πληρώσουμε γι’ αυτά;».
Υπάρχει δε μεγάλος κίνδυνος οι ηγεσίες σε πολλές από αυτές τις χώρες να παρασυρθούν από την αλαζονεία που προκαλείται από το φαινόμενο της «συσπείρωσης γύρω από τη σημαία» (rally round the flag) και να προβούν σε πράξεις όπως αυτές των πρόωρων εκλογών, με μεγαλύτερη επιβάρυνση στην εθνική τους οικονομία. Επιλογές που θα τους στιγματίσουν απέναντι στην ιστορία και τις ευθύνες τους. Είναι γεγονός ότι, παντού πλέον, καταγράφεται πλεόνασμα δημοφιλίας, ακόμα και για πολιτικούς που εμφανίζουν έλλειμμα ηγεσίας. Γνωρίζουμε όμως ότι αυτή η συσπείρωση είναι συγκυριακή και συμβαίνει γιατί η σύγκρουση με τον κίνδυνο (κορωνοϊός) κινητοποιεί δυνάμεις γύρω από την όποια ηγεσία της εποχής. Ιστορικά όμως, είναι καταγεγραμμένο ότι, μόλις απομακρυνθεί ο "εξωτερικός" κίνδυνος, οι πολίτες τείνουν να αποσυσπειρώνονται γεωμετρικά και να ενδιαφέρονται για τα προβλήματα της επόμενης μέρας, που θα είναι δυστυχώς πολλά και δύσκολα.
Ελπίζουμε ότι η πανδημία του Covid-19 θα υποχρεώσει τις σημερινές κυβερνήσεις στην Ευρώπη και ιδιαιτέρως αυτήν στη χώρα μας, να κάνουν τις επιλογές τους σταθμίζοντας την εμπειρία και τη γνώση από το παρελθόν, απώτερο και πρόσφατο. Εντούτοις, δεν είναι πολύ νωρίς, για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, να αρχίσουν να σκέφτονται από σήμερα, έστω και καθυστερημένα, από που και πώς θα πληρώσουν για τον συγκεκριμένο πόλεμο…
Ας τους υπενθυμίζουμε όμως σε κάθε περίπτωση τη σκληρή “κεϊνσιανή” θεωρία αλλά και αριθμητική.



[1] Ο Κέινς είχε επιχειρήσει την απάντηση σχετικών προβλημάτων της εποχής του, σε φυλλάδιό του το 1940 με τίτλο «Πώς να πληρώσετε για τον πόλεμο». Είχε υποστηρίξει έναν υπερβολικό προοδευτικό φόρο εισοδήματος (με ανώτατο οριακό επιτόκιο το 97,5%) με το σκεπτικό ότι ήταν «δικαιότερος» από τον πληθωρισμό. Και με μία φανταστική αναστροφή, πρότεινε οι φόροι που εισπράχθηκαν από τους φτωχότερους εργαζόμενους να αποπληρώνονταν αυτόματα από την κυβέρνηση μετά τον πόλεμο.

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Δίκαιη κατανομή του κόστους της επερχόμενης βαθιάς ύφεσης.


Στην οικονομία "τσάμπα φαγητό" δεν υπάρχει και δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη αντίδοτο για τον κανόνα αυτό. Για τούτο σε όποια συζήτησή μας θα πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας πως ούτε λεφτόδεντρα υπάρχουν ούτε διακρίνουμε εποχή ανθοφορίας τους, με ελπίδα κάποιας καρποφορίας τους.
Τα όποια δάνεια των κρατών, για να αναπτύξουν τις αναγκαίες Κεϋνσιανές πολιτικές τους, θα τα πληρώσουμε εμείς μετά ή οι επόμενες γενιές
Από ότι φαίνεται, το επερχόμενο τσουνάμι στην παγκόσμια οικονομία θα σηματοδοτεί και το τέλος της πρώιμης εποχής της παγκοσμιοποίησης. Θα θέσει δηλαδή εξαναγκαστικά το έλλειμα της δημοκρατίας στην παγκόσμια διακυβέρνηση, τουλάχιστον για αυτή τη μορφή παγκοσμιοποίησης, όπως την βιώσαμε τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Μετά από τα τελευταία γεγονότα, είναι δεδομένο ότι θα ενδυναμωθούν οι τάσεις, που ήταν ήδη ισχυρές, για περισσότερο προστατευτισμό στις εθνικές οικονομίες. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως τουλάχιστον οι αναπτυγμένες χώρες θα συνεχίσουν να αποδέχονται ότι τα τουλάχιστον ουσιώδη, θα εισάγονται από αλλού. Είδαν τι γίνεται όταν οι αλυσίδες παραγωγής διαταράσσονται…
Δίκαιη κατανομή του κόστους, από την επερχόμενη σαρωτική οικονομική κρίση, δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση περικοπή μισθών για τους μισθωτούς και μονομερείς παροχές στις επιχειρήσεις, για να αντέξουν και να συμβάλλουν μετά για να ορθοποδήσει η οικονομία.
Όλο και περισσότερο ακούμε τελευταία για την ανάγκη “πακέτων” οικονομικής ενίσχυσης, κρατικών εγγυήσεων, ποσοτικής χαλάρωσης, ακόμη και σκέψεις για κρατικοποιήσεις εταιρειών…
Θα είναι όμως τραγικό λάθος, ιστορικής σημασίας, εάν ασκηθούν πολιτικές κατά τις οποίες οι άνθρωποι που στηρίζονται σ’ έναν μισθό, “υποχρεωθούν” να πάρουν στη πλάτη τους το σύνολο του κόστους διαχείρισης αυτή της κρίσης και να ενισχυθούν επιχειρήσεις, που μόλις μειώθηκαν τα κέρδη τους, τον προηγούμενο μήνα, επιλέγουν το καθεστώς χρεοκοπίας ή δηλώνουν ότι βρίσκονται στα πρόθυρα χρεοκοπίας…
Για την απώλεια εισοδημάτων, στην παρούσα φάση, από οποιοδήποτε, πολίτη ή επιχείρηση, δεν είναι εύκολο να καταλογίσουμε γενικές ή και ειδικές ευθύνες, εκτός και αν θέλουμε να “αφορίσουμε”, για άλλη μια φορά, το καπιταλιστικό σύστημα και να εκπέμψουμε “κατάρες”…
Έχει σημασία να θυμηθούμε και να αντλήσουμε συμπεράσματα από αυτά που πέρασε η Ευρώπη στη δεκαετία του 1920.
Από μέρα σε μέρα, για όλους πλέον, θα είναι σαφές ότι η διαχείριση της δεδομένης μεγάλης επερχόμενης ύφεσης πρέπει να αποτελέσει άμεσα αντικείμενο σχεδιασμού και προτάσεων, από το σύνολο των εθνικών δυνάμεων αλλά και των ευρωπαϊκών κρατών.
Ο στόχος θα είναι η ελαχιστοποίηση της ζημίας. Δηλαδή πως θα περιορίσουμε το επίπεδο της ύφεσης από την πληθώρα των πτωχεύσεων που έρχονται…
Υπό αυτή την έννοια η “ηγεμονία” του σκληρού “μονεταρισμού” στις δημοσιονομικές πολιτικές, εκ των πραγμάτων θα τεθεί εν αμφιβόλω…
Ήδη ψάχνουν τρόπο για να ειπωθεί, χωρίς να εκτίθενται από την υποστήριξη προηγούμενων πολιτικών, πως, άκουσον- άκουσον, το δημόσιο χρέος πρέπει να αυξηθεί”
Όποιος τολμούσε να το διατυπώσει στην περίπτωση των ευρωπαϊκών μνημονίων, στην Ευρώπη της δεκαετίας αυτής που περάσαμε, τον κρεμάγανε στα μανταλάκια…
Ποιος το περίμενε ότι θα ακούγαμε, από το στόμα υποστηρικτών της συνταγής λειτουργίας της οικονομίας δια της “αυτοτελούς ρυθμίσεως” μέσω της “αοράτου χειρός”, ότι, λόγω των ειδικών συνθηκών που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, “απαιτείται οπωσδήποτε αλλαγή νοοτροπίας” όπως εάν είμαστε σε περίοδο πολέμου…
Άραγε στη χώρα μας, την εποχή των μνημονίων όπως και σε άλλες χώρες, δεν ζήσαμε συνθήκες ως εάν να είμαστε σε πόλεμο;
Θα πρέπει να είμαστε να ακούσουμε και να συζητήσουμε για «κούρεμα» του χρέους κρατών, για ενδεχόμενα κρατικοποιήσεων μεγάλων επιχειρήσεων κλπ. κλπ.
Σε όλη όμως αυτή τη δοκιμασία δεν πρέπει ούτε στιγμή να διαφύγει από τις σκέψεις όλων των ελίτ (πολιτικών, οικονομικών, πνευματικών…) το τμήμα εκείνο των λαών που είναι άνεργοι και σε όσους θα χάσουν τη δουλειά τους λόγω της κρίσης. Εδώ ιδιαίτερα, αλλά και στην ενίσχυση της μισθωτής εργασίας, θα πρέπει το οργανωμένο κράτος να δώσει ιδιαίτερη σημασία, μαζί με την στοχευμένη και διαφανή ενίσχυση επιχειρήσεων που έχουν ανάγκη, χωρίς πελατειακές μεροληπτικές επιλογές.

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

Με προγραμματικές συγκλίσεις για τα “Χρόνια πολλά στην Ελλάδα”.

Η φετινή 25η Μαρτίου είναι μέρα εθνικού αναστοχασμού...
Ημέρα ευθύνης και ενσυναίσθησης...
Η επόμενη μέρα του Κορωνοϊού - COVID-19 απαιτεί, από τώρα, εθνική ενότητα, για αναστήλωση της χώρας από τη μια κοινωνικά αλλά ακόμη περισσότερο από την οικονομική καταστροφή που θα έχει υποστεί η χώρα μας διορθώνοντας τα συντρίμμια από την παγκόσμια ύφεση που μας έρχεται...
Περί αυτού θα πρόκειται και πρέπει να προετοιμαζόμαστε...
Σήμερα για να καταφέρουμε να στηρίξουμε το σύστημα υγείας της χώρας μας το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για να μιλήσουμε για το αύριο…
Η κυβέρνηση δεν θα κριθεί μόνον από την όποια αποτελεσματικότητα στη διαχείριση της κρίσης…
Ξέρουμε ότι πάντα υπάρχει το καλύτερο όπως όμως και το χειρότερο…
Θα κριθεί από την δίκαιη ή όχι κατανομή του κόστους αντιμετώπισης αυτής της κρίσης και από τη προσπάθεια να κρατήσει ενωμένη τη χώρα σε όλα τα πεδία της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής της ζωής...
Ενότητα με ασκήσεις συναίνεσης και σεβασμού της αντιπολίτευσης μείζονος και ελάσσονος...
Κατά τούτο κινήσεις όπως αυτή της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένους, για 6 μήνες από σήμερα, απορρύθμισης των εργασιακών δικαιωμάτων ή αυτήν που στα μουλωχτά μεροληπτούν υπέρ της κερδοσκοπικής ενίσχυσης με διπλασιασμό τους κόστους ενοικίασης των ιδιωτικών Μονάδων Εντατικής Θεραπείας...
Υπονομεύουν την προοπτική για αναγκαία συναίνεση στο κοινωνικό αλλά και πολιτικό επίπεδο…
Εάν και εφόσον αυτό εξελιχθεί περεταίρω θα το πληρώσει ακριβά η χώρα...
Για τούτο λοιπόν είναι αναγκαία, περισσότερο από κάθε άλλη φορά η προσπάθεια για προγραμματικές συγκλήσεις Εθνικής εμβέλειας…
Πως θα μπορούσε άραγε να διασφαλιστεί, σε κάποιο επίπεδο, αυτό που υποστηρίζουμε ως πλαίσιο προγραμματικών συγκλίσεων για την "δίκαιη κατανομή του κόστους" από τις καταστροφικές συνέπειες της επερχόμενης και αναπόφευκτης, υφέσεως στην οικονομία και ότι αυτό σημαίνει για την κοινωνική συνοχή στη χώρα μας;..
Πρώτα και κύρια να επισημάνουμε ότι αυτό είναι πρωτίστως δουλειά της κυβέρνησης και των πολιτικών κομμάτων της χώρας μας…
Θα με εκπροσωπούσε όποιο κόμμα, στις παρούσες συνθήκες, αναδείκνυε την αξία και τη σημασία "Κεϋνσιανών" πολιτικών και την υποστήριξη των κοινωνικών κατηγοριών στις οποίες θα είναι σκληρότερες οι επιπτώσεις της επερχόμενης κρίσης…
Θα επιχειρήσω όμως κάποιες ακόμη σκέψεις…
v Θα συμπαρατασσόμουν με εκείνο το κόμμα που, ενώ στα πλαίσια των "Κεϋνσιανών" πολιτικών του, υποστηρίζει την ενίσχυση και των επιχειρήσεων, ταυτόχρονα, θα διαμόρφωνε μηχανισμούς ελέγχου της πορείας του χρήματος που θα “έριχναν τα ελικόπτερα”…
v Θα απαιτούσα π.χ. συγκεκριμένους περιορισμούς για τις επιχειρήσεις που θα στηριχθούν από δάνεια ή επενδύσεις του υπουργείου Οικονομικών στη παρούσα φάση…
v Θα έβαζα όρο έτσι ώστε να αποκλειστούν ή σε κάθε περίπτωση να περιορίσουν τα μπόνους των στελεχών και να ληφθούν μέτρα για την προστασία των εργαζομένων…
v Θα πίεζα ώστε να διατηρήσουν, οι συγκεκριμένες εταιρείες που θα χρηματοδοτηθούν-δανειοδοτηθούν, τουλάχιστον σταθερές τις θέσεις απασχόλησης για όλο το επόμενο έτος και να λειτουργούν στα πλαίσια των διαμορφούμενων συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διασφαλίζοντας τα δικαιώματα των εργαζομένων...
v Θα διεκδικούσα τη δημιουργία μηχανισμού παρακολούθησης του ποιος λαμβάνει τα χρήματα…
v Θα επεδίωκα να αποκλειστούν της χρηματοδοτήσεως – δανειοδοτήσεως οι επιχειρήσεις που μέρος της ιδιοκτησίας τους ανήκει σε μέλη του Κοινοβουλίου ή της Κυβέρνησης και στα άμεσα συγγενικά τους πρόσωπα…
v Στα πλαίσια της διαφάνειας θα διεκδικούσα το Υπουργείο Οικονομικών να αποκαλύπτει τους όρους με τους οποίους δανειοδοτεί, ενώ θα πρέπει να θεσμοθετηθεί και ένας μηχανισμός επιθεώρησης και επίβλεψης του προγράμματος αυτού, χρηματοδοτικής ενίσχυσης των επιχειρήσεων…
v Θα έβαζα ως όρο, όσες εταιρείες λάβουν κρατικό δάνειο από το συγκεκριμένο πακέτο, να απαγορεύεται να προχωρήσουν σε "επαναγορές" μετοχών τους κατά τη διάρκεια των δυο επόμενων ετών…


Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Κράτος και Αγορές στην εποχή του Covid-19

Ο παράγων “αγορά” είχε μπει δυναμικά τις τελευταίες δεκαετίες και ιδιαιτέρως στην Ελλάδα αυτή την δεκαετία της κρίσης, στο δημόσιο λεξιλόγιο, μιας και αποτελούσε βασική παράμετρο στην προσπάθεια ανάλυσης και αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, που βίωσε και σε κάποιο βαθμό απειλεί ακόμη, ιδιαιτέρως τη χώρα μας.
Η αλήθεια είναι όμως ότι εδώ και μερικές χιλιετίες οι “αγορές” συμβιώνουν με τα κυρίαρχα κράτη. Έχουν περίπου την ίδια ηλικία. Απλώς είχαμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε τις “αγορές” ως έγκλειστες μέσα στα σύνορα των εθνικών κρατών όταν, αντίθετα, αυτές τείνουν σχεδόν από τη φύση τους να τα υπερβαίνουν και να έχουν διαστάσεις που μερικές φορές συμπίπτουν με ολόκληρο τον κόσμο.
Πολλές φορές επιχειρήθηκε και στο παρελθόν να τεθούν οι “αγορές” στην υπηρεσία της πολιτικής. Οι προσπάθειες αυτές εντάσσονται στην αντίληψη που ονομάσθηκε “κολμπερισμός”, από τον Κολμπέρ, τον υπουργό του Λουδοβίκου ΙΔ', που την εφάρμοσε πιο ολοκληρωμένα.
Παρέκκλιση του “κολμπερισμού” αποτέλεσε το “κλειστό εμπορικό κράτος”. Θεωρητικά το υποστήριξε ο γερμανός φιλόσοφος Γιόχαν Φίχτε, που περιόρισε τις “αγορές” αυστηρά στην εθνική διάσταση, σε έναν στατικό και αιώνιο προστατευτισμό.
Ο Πλάτωνας φαίνεται ως ανελέητος εχθρός των “αγορών”. Αντιπαρατέθηκε στο εμπορικό πνεύμα των Αθηναίων συμπολιτών του και προσπάθησε να το περιορίσει και να το καταστήσει μειοψηφικό στην ιδεώδη πολιτεία του, που τη σκέφτηκε να λειτουργεί ως ένα είδος «αντι-Αθήνας». Θαύμαζε τη Σπαρτιατική πολιτεία, όπου το κράτος ήταν το παν.
Ο Πλάτων για πρώτη φορά επιχείρησε να «ρυθμίσει» αυτό που σήμερα αποκαλούμε μικροδομή των αγορών. Με αυστηρούς κρατικούς λειτουργούς να επιτηρούν τους εμπόρους οι οποίοι διαπραγματεύονταν με τους πελάτες τους, αναγγέλλοντας την τιμή του εμπορεύματος και αφήνοντας τον αγοραστή να την αποδεχθεί ή να την απορρίψει, αλλά χωρίς να επαναπροτείνουν ούτε έκπτωση ούτε αύξηση στην τιμή...
Αντίθετη άποψη είχε ο Ξενοφώντας. Το κράτος θα παρακινεί τη θέληση των εμπόρων και πελατών (ιδιωτικού τομέα σήμερα), για συμμετοχή στις οικονομικές δραστηριότητες και έτσι θα μειώνονται οι κρατικές δαπάνες για την άμυνα (οικονομική ανάπτυξη σήμερα).
Στο Μεσαίωνα, έμποροι και αγορές συμβιώνουν δύσκολα με το φεουδαρχικά κράτη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πάντα οι παραγωγικές οικονομίες διεκδικούν αφενός ένα πεδίο δράσης χωρίς σύνορα για τις δικές τους εξαγωγές μεταποιημένων προϊόντων αφετέρου προσπαθούν να περιορίσουν τις εισαγωγές.
Η περίοδος της Βιομηχανικής Επανάστασης, δημιουργεί απαιτήσεις για παράγωγα του πετρελαίου και έτσι δίνει μια νέα διάσταση στις σχέσεις μεταξύ κρατών και αγορών. Το εθνικό κράτος αυτή την περίοδο όχι μόνον εξασφαλίζει την ομαλή διεξαγωγή των οικονομικών δραστηριοτήτων, διατηρώντας τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αλλά συχνά υποκινεί άμεσα την εκβιομηχάνιση και την λειτουργία της εθνικής αγοράς.
Και αυτό, άλλωστε, αποτελεί μέρος της πολιτικής της ισχύος.
Οι σχέσεις ανάμεσα σε κράτη και αγορές γίνονται συμπληρωματικές και περισσότερο από πριν τίθεται το δίλημμα για την ιεραρχία μεταξύ αυτών των θεσμών.
Ορισμένοι διανοούμενοι σκέφτονται ότι μπορούν να απαλλαγούν ή από τον ένα ή από τον άλλον: απόλυτος οικονομικός φιλελευθερισμός ή σχεδιασμένη οικονομία.
Μετά την εποχή του ψυχρού πολέμου στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.
Η παραγωγή, εξαιτίας της πτώσης του κόστους των επικοινωνιών και των μεταφορών, μπορεί να τεμαχιστεί και να παγκοσμιοποιηθεί. Όλοι αντιλαμβάνονται την επίπτωση που έχουν όλα αυτά πάνω στην παραδοσιακή έννοια της κρατικής κυριαρχίας.
Υποστηρίζεται ότι η παγκοσμιοποίηση επιβάλλει το εμπορικό κράτος, έκφραση στην οποία το επίθετο κυριαρχεί πάνω στο ουσιαστικό.
Σε υποστήριξη αυτής της θέσης αναφέρονται μεταρρυθμίσεις που μετασχηματίζουν θεσμούς όπως τα δικαιώματα του πολίτη, το κράτος πρόνοιας, το φορολογικό σύστημα, προσαρμόζοντάς τους στη νέα πραγματικότητα της παγκόσμιας παραγωγής.
Η σημερινή εξέλιξη, με αφορμή την διαχείριση του προβλήματος Covid-19 από τη μια, την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και την ενδιαφέρουσα πολιτική αναδιάρθρωση των επιλογών της Ε.Ε. το τελευταίο χρονικό διάστημα από την άλλη, ξαναανακάτεψε τα χαρτιά της τράπουλας, ανέτρεψε τις νέες βεβαιότητες και κατέδειξε πόσο προβληματικές είναι οι συνθήκες που επιβλήθηκαν στην συγκρότηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος από τις μονεταριστικές αντιλήψεις των ηγεμονευουσών πρακτικών της προηγούμενης περιόδου.
Οι νεοφιλελεύθεροι, που μέχρι χθες ήταν η μεγάλη πλειοψηφία, τώρα αμήχανα σιωπούν αδυνατώντας να διακρίνουν πως το αόρατο χέρι θα δώσει λύσεις στις οικονομίες που μαστίζονται από τα τελευταία γεγονότα...
Ήδη γκουρού του νεοφιλελευθερισμού, μάνατζερ και επιχειρηματίες, που ήταν πιο ριζοσπάστες και από τους ίδιους τους οικονομολόγους στον παγκοσμιοποιητικό νεοφιλελευθερισμό τους, τώρα ζητούν ρυθμίσεις που θα τους προστατεύουν από τις επικίνδυνες ατραπούς των διακυμάνσεων των αγορών και των αδυναμιών των επιχειρήσεων να σταθούν όρθιες χωρίς την συνδρομή του κράτους.
Μα μήπως δεν το είχαμε δει ξανά αυτό το έργο στην χρηματοοικονομική κρίση του 2008;..
Το βλέπουμε πολύ περισσότερο τώρα με την επέκταση κατά 120 δις ευρώ του QE που συνοδεύτηκε πλέον από παρόμοιου χαρακτήρα πρόγραμμα στήριξης ύψους 750 δις (σ’ αυτό το τελευταίο μπήκε και η Ελλάδα με περίπου 12 δις ευρώ σε δυνατότητα αγοράς Ελληνικών ομολόγων, παρά την παραμονή της χώρας μας αισθητά κάτω από την επενδυτική βαθμίδα). Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη παρατηρητικότητα για να καταλάβει κανείς ότι η μετάβαση από την τάξη μεγέθους των 120 σε εκείνων των 750 δις μέσα σε λίγες μέρες – και η χαλάρωση των διαδικασιών- δείχνει πώς υπήρξε ένα άλλο επίπεδο συνειδητοποίησης του ρόλου που μπορεί να παίξει το “κράτος”.
Το κράτος, όμως, είναι σαν το φίλο μας ή τη μητέρα μας: «Μάνα είναι μόνο μία» και, όταν την τραυματίσουμε ή όταν την εξουθενώσουμε και επιζεί γερασμένη από τα πολλά πλήγματα που δέχθηκε από τα παιδιά της, δεν μπορούμε να καταφεύγουμε σα να μη συνέβη τίποτα στην αγκαλιά της...

Κυριακή 1 Μαρτίου 2020

Για κάποια συμβάντα στη Χίο, επειδή η σιωπή δεν είναι χρυσός.

Είναι εύκολο, από την ασφάλεια του Γραφείου μου να "σηκώνω" το δάκτυλο, προς πολίτες, άνδρες και γυναίκες, που υποχρεώθηκαν να ξεσηκωθούν ενάντια στην ανεύθυνη εθνικά και μεροληπτική, για τα νησιά μας, πολιτική της κυβέρνησης, έτσι όπως αυτή σχεδιάζεται και επιχειρείται να υλοποιηθεί για το προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα.
Όταν μάλιστα, εκείνοι ζουν άμεσα το πρόβλημα και αντιμετωπίζουν τη βία των δυνάμεων καταστολής, που αποβιβάστηκαν εκεί.
Η ανάγκη για ενότητα των Χιωτών, στη δύσκολη αυτή στιγμή, δεν νομιμοποιεί την ανοχή σε ενέργειες αυτοδικίας και βίας, απέναντι σε όργανα του κράτους, έστω και αν αυτά είναι των δυνάμεων καταστολής απέναντί τους.
Η αδυναμία διαμόρφωσης προσδιορισμένου πολιτικού πλαισίου, με σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά, οργάνωσης των αντιδράσεων και αντιστάσεων των πολιτών, αφήνει περιθώρια αυτενέργειας δυνάμεων με “περισσό θυμικό”, στην καλύτερη, αν δεν είναι επικράτηση “απόψεων λαϊκισμού και βίας”, που θεωρούν πως δικαιούνται να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους και να επιβάλλουν οι ίδιοι τη “δική τους τάξη”, έτσι όπως την αντιλαμβάνονται...
Πριν λίγα χρόνια ζήσαμε την εποχή του αντιμνημονιακού μετώπου, με την συνύπαρξη της “πάνω” και “κάτω” πλατείας… Άλλοι από τότε και άλλοι εκ των υστέρων συνειδητοποίησαν το πολιτικά επιβλαβές… Δηλαδή το ότι δεν έγινε επιλογή σαφούς διάκρισης στόχων, πολιτικών και μέσων υποστήριξής τους με το κλασικό επιχείρημα "... για να υπάρχει μαζικότητα και να μην αποκλείονται δυνάμεις...".
Ο αυτοσκοπός της “ενότητας” όμως, δεν οδηγεί πάντα σε θετικές απολήξεις…
Τα αποτέλεσμα τότε τα είδαμε, αμέσως, διότι έτσι επήλθε η “ηθική” νομιμοποίηση της ΧΑ...
Η βία από όπου και αν προέρχεται και για οποιοδήποτε λόγο και αν ασκείται πρέπει να είναι καταδικαστέα, από κάθε προοδευτικό πολίτη άνδρα και γυναίκα.
Αναφέρομαι και στη λεκτική βία, που καταγράφεται εξαιρετικά έντονα, στις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης που παρακολουθώ...
Εντυπωσιακή η έκφραση "μίσους", ακόμη και αυτό είναι ενδεικτικό, ο υβριστικός τρόπο συνομιλίας- αντιπαράθεσης, ιδιαιτέρως μεταξύ κάποιων γυναικών, κάτι που στο συγκεκριμένο νησί (με έντονο το μητριαρχικό στοιχείο ιστορικά), δεν ήταν κάποιο χαρακτηριστικό του...
Οι πολίτες των νησιών, στη δίκαιη μάχη που δίνουν, πρέπει πρώτα και κύρια οι ίδιοι να απομονώσουν τα ακραία, λαϊκίστικα στοιχεία, που τρέφονται και υπάρχουν από και για τη βία.
Η σαφής υποστήριξη του αιτήματος για "αποσυμφόρηση", με αυστηρό προσδιορισμό του μεγέθους και της χωρητικότητας της νέας δομής, είναι μια δίκαιη, ορθολογική και υπεύθυνη διεκδίκηση...
Τα σύνορά μας (ιδίως τα θαλάσσια) δεν μπορούν να γίνουν αδιαπέραστα. Αποσυμφόρηση λοιπόν των νησιών σε σύντομο χρονικό διάστημα, επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, επαναπροώθηση των οικονομικών μεταναστών και δίκαιη κατανομή των προσφύγων σε όλη στη χώρα, πιέζοντας παράλληλα ώστε να αναλάβουν οι ευρωπαικές χώρες το βάρος που τους αναλογεί.
Διαφορετικά οι θυσίες και οι αγώνες τους είναι ήδη υπονομευμένες και η διαστρέβλωση, η στρεψοδικία, η σπίλωση και ο αποπροσανατολισμός των αιτημάτων τους θα είναι το αποτέλεσμα…

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Το λυκόφως του “μονεταρισμού” και η Ελλάδα ως το “Γαλατικό” χωριό του κόσμου.


Η σαφής αποδοχή από τους Εταίρους, δανειστές της Ελλάδας, ότι είναι υπό διαπραγμάτευση βασικοί όροι του τελευταίου μνημονίου, εκτός από την παραδοχή της περιορισμένης συμβολής τους στο πρόβλημα της χώρας, είναι και αναγνώριση ότι η μακροοικονομική πολιτική που επέβαλαν στη χώρα μας, στην ουσία, πρέπει να στηθεί στον τοίχο. Πρώτα από όλους από το σύνολο του πολιτικού συστήματος της ίδιας της χώρας και ακολούθως από τα σχετικά ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Στην Ελλάδα φαίνεται πως υπήρξε αδυναμία και για να “εκριζωθούν” οι αιτίες που έφεραν την κρίση, αλλά και για να θεμελιωθεί μια οικονομία που να διασφαλίζει τις συντάξεις των απομάχων και την προοπτική των νέων.
Το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να βρίσκεται στα ύψη, προκαλώντας ανασφάλεια για το μέλλον. Το τραπεζικό σύστημα στέκεται οριακά όρθιο, μετά την υποχρεωτική υποστήριξή του από τους φορολογουμένους, χωρίς να μπορεί, ακόμη, να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες των επιχειρήσεων.
Εκτός από την ολοκλήρωση των πολιτικών λιτότητας που ακολουθούσαν οι πολιτικές της ΕΕ και οι κυρίαρχες χώρες της, έχει μεγαλύτερη σημασία να δούμε τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις στις οικονομίες και των άλλων χωρών, που δοκιμάστηκαν από την κρίση της τελευταίας δεκαετίας. Ιδιαιτέρως εστιαζόμενοι στη σχέση των “νομισματικών” σε αντιπαράθεση με αυτών των “δημοσιονομικών” πολιτικών, στις συγκεκριμένες χώρες.
Η συζήτηση για τη διαχείριση και αύξηση των δαπανών, στις χώρες του Βορρά, είναι σήμερα στο προσκήνιο, όταν στην Ελλάδα, μέσα από τα απομεινάρια που προκάλεσε η παραζάλη της δημοσιονομικής κρίσης, ακόμη ηγεμονεύει η μονεταριστική αντίληψη για τη μείωση, στο μεγαλύτερο δυνατόν επίπεδο, των δημοσίων δαπανών (προσοχή όχι για τη μείωση αυτών των ανορθολογικών αλλά εν γένει των δημοσίων δαπανών).
Σε όλο το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα εντοπίζουμε, ολοένα και περισσότερο, μια διεθνή μεταστροφή από τη “νομισματική” στη “δημοσιονομική” πολιτική.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η πολιτική οικονομική περί “σταθερότητας”, με την χρησιμοποίηση φορολογικών μέτρων και της σχετικής νομοθεσίας, αξιοποιήθηκε για την εξισορρόπηση μιας “ασταθούς οικονομίας με πλήρη απασχόληση”. Εργαλείο ήταν πάντα ο κρατικός προϋπολογισμός.
Αν όχι το σύνολο των οικονομολόγων και των αναλυτών, σε κάθε περίπτωση η πλειονότητα τους, αναγνωρίζουν τα αποτελέσματα, στην οικονομική ανάπτυξη των μεταπολεμικών οικονομιών και για τη παγκόσμια ηγεμονία της ελεύθερης οικονομίας, της θεωρίας και πολιτικής υπέρ της “οικονομικής σταθερότητας”.
Αυτό που στην ουσία ήταν το πνευματικό τέκνο του Τζον Μέιναρντ Κέινς.
Όμως για την Ελλάδα της δεκαετίας του 2020 φαίνεται ακόμη να ολοκληρώνεται η φαντασίωση του μονεταρισμού. Με την στήριξη και τη συμβολή των εναλλασσόμενων μνημονίων και “εργαλείων” όπως αυτών της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών & Περιουσίας Α.Ε. (ΕΕΣΥΠ) με τις Θυγατρικές της το ΤΑΙΠΕΔ, (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.), την ΕΤΑΔ, (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.), το ΤΧΣ, (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) και τις Συμμετοχές της σε αριθμό Δημόσιων Επιχειρήσεων (από 01.01.2018).
Η δικαιολογία ύπαρξης και λειτουργίας αυτών των "εργαλείων” επιβολής οικονομικών πολιτικών στην χώρα μας, ήταν η συμβολή στην ενδυνάμωση και αξιοποίηση δομών και παγίων, από την περιουσία του ελληνικού κράτους, δια του "εμβολιασμού" του management με την κουλτούρα των ιδιωτικών κριτηρίων. Αυτό όμως που κυριάρχησε είναι η εκποίηση δημόσιας περιουσίας προς τον ιδιωτικό τομέα. Λειτούργησαν ως μεσάζοντες με μια λογική ως εάν να πρόκειται για Real Estate Γεγονός που από μόνο του δεν προκαλεί νέες επενδύσεις. Ούτε αφήνει περιθώρια για την ενεργοποίηση σε ανταγωνιστικά επίπεδα των όποιων επιχειρήσεων παραμείνουν σε κρατικό χαρτοφυλάκιο.
Στην ουσία έχουμε ένα διεθνές “γαλατικό” χωριό, για την μονεταριστική ηγεμονία μιας πείσμονος σέχτας, που αντιπαρατίθεται στη διεθνή πραγματικότητα ασκώντας και υλοποιώντας ετεροχρονισμένα στη χώρα μας τις ιδέες του Μίλτον Φρίντμαν.
Πράγματι αυτό που ισχύει την παρούσα περίοδο στη χώρα μας, είναι η σταθερότητα μιας μακροοικονομικής πολιτικής που διεξάγεται στη σκιά του Φρίντμαν. Στο επίπεδο των τιμών, στον πληθωρισμό, στο ρόλο της κεντρικής τράπεζας και των εμπορικών τραπεζών, στον κρατικό προϋπολογισμό και βεβαίως στο ποσοστό ανεργίας…
Το κράτος στην Ελλάδα, μέσα από την αμφισβήτηση που υπέστη, από την ολομέτωπη ιδεολογική επίθεση, θεωρούμενο ως η βασική αιτία για την πτώχευση, παραμένει αδύναμο για να συμβάλει στην ανάπτυξη, με δραστηριότητες στη σφαίρα των δημοσίων επενδύσεων για “ρύθμιση”, με συμμετοχή στην παραγωγή ειδικών τομέων της οικονομίας στρατηγικής σημασίας και εθνικών σχεδιασμών.
Οι συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού, σε συγκεκριμένους τομείς, αντί να ενδυναμωθούν, υφίστανται εμπόδια εισόδου και εξόδου σε αυτούς, κατάσταση που δύσκολα είναι αναστρέψιμη. Η περίπτωση της ιδιόμορφης και παγκοσμίως πρωτότυπης επιλογής, για τον τρόπο συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στη λιμενική βιομηχανία, αλλά και αλλού, είναι χαρακτηριστική. Εκεί που υπήρξε μια αγορά με χαρακτηριστικά “κρατικού ολιγοπωλίου” ή σε κάποιες περιπτώσεις και “μονοπωλίου”, αντικαθίσταται από ιδιωτικά αντίστοιχα και μάλιστα κρατικής ιδιοκτησίας άλλου κράτους, εμφανώς ή και αφανώς. Η περίπτωση του ΟΛΠ (με την κινεζικών συμφερόντων Cosco) και από ότι φαίνεται σε λίγο του λιμένος της Αλεξανδρουπόλεως (αμερικανικών συμφερόντων κονσόρτσιουμ) είναι χαρακτηριστική.
Το μόνο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που δημιουργήθηκε τελικά στην Ελλάδα, φαίνεται να είναι η μείωση του κόστους εργασίας, συμβάλλοντας σε αυτό και η αύξηση του ποσοστού της ανεργίας. Κόστος εργασίας που ούτως ή άλλως ήταν υποδεέστερο σε σχέση με το αντίστοιχο των χωρών της ΕΕ.
Στο πέρασμα αυτής της δεκαετία, σε διεθνές επίπεδο, εδραιώθηκε η πεποίθηση ότι η ηγεμονία του μονεταρισμού έλαβε τέλος, αμέσως με την χρηματοοικονομική κρίση.
Η ηγεμονία που διήρκεσε από τη δεκαετία του 1980 έως το 2008. Έκτοτε όμως και ιδιαιτέρως σήμερα, η κατάσταση έχει αντιστραφεί.
Ο λόγος είναι αρκετά σαφής: η “νομισματική” πολιτική δεν κατάφερε να προβλέψει και κατά συνέπεια να αποτρέψει, τη μεγάλη ύφεση του 2008-09 και δεν κατάφερε να επιτύχει την πλήρη ανάκαμψη από αυτήν.
Σε πολλές χώρες, ακόμη και σήμερα, το μέσο πραγματικό εισόδημα εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από ό,τι ήταν πριν από 12 χρόνια.
Η περιορισμένη αξία της “νομισματικής” πολιτικής έγινε κατανοητή, στην ουσία της, όταν συγκρίθηκε αλλά και συγκρούστηκε με τα αποτελέσματα της “δημοσιονομικής” στήριξης του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα την περίοδο 2008-2009… Μια σύγκριση με μία πολύ αρνητική αποτίμηση των προγραμμάτων δημοσιονομικής λιτότητας και των αποτελεσμάτων της σε χώρες της Ευρώπης όπως η Ελλάδα.
Ας θυμηθούμε εδώ, γιατί έχει την αξία του, τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές του ΔΝΤ που διαμόρφωσαν και τα σχετικά μνημόνια.
Είναι προφανές πως ΔΝΤ και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, δεν σκέφτηκαν να χρησιμοποιήσουν την “δημοσιονομική” πολιτική επαρκώς ως “κυκλικό εργαλείο” για την οικονομία των χωρών σε κρίση, όπως έπραξε ο Πρόεδρος Ομπάμα για να αντιμετωπίσει την αντίστοιχη κρίση στην οικονομία των ΗΠΑ.
Η αλήθεια βέβαια σήμερα είναι πως, όλο και περισσότερο, ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αλλά και έγκυροι τραπεζικοί κύκλοι αναγνωρίζουν και ζητούν συνδρομή και συμβολή για τη διαχείριση των μακροοικονομικών προβλημάτων, από την “δημοσιονομική” πολιτική.
Φαίνεται λοιπόν πως όλο και περισσότερο η διεθνής οικονομική σκέψη για την άσκηση πολιτικής ξαναγυρίζει πίσω στον Κέινς.
Να κυκλοφορήσει το χρήμα για να ενεργοποιηθεί η οικονομία, η παραγωγή, η καινοτομία και η επιχειρηματικότητα. Προφανώς και αυτό δεν είναι χωρίς κινδύνους… Μάλιστα σε κοινωνίες που έχουν δείξει δείγματα ανορθολογισμού στις δαπάνες, όπως αυτή της χώρα μας.
Ο ίδιος ο Κέινς είχε αναφέρει πως “…αν μπούμε στον πειρασμό να ισχυριστούμε ότι τα χρήματα είναι το ποτό που διεγείρει την οικονομική δραστηριότητα σε μια οικονομία, πρέπει να θυμόμαστε ότι μπορεί να υπάρξουν πολλά σφάλματα ανάμεσα στο ποτήρι και στο χείλος…”.
Το χρηματοπιστωτικό σύστημα λόγου χάρη απεδείχθη ότι “εξοικονόμησε”, στερώντας πολλά χρήματα από την πραγματική οικονομία…
Το γεγονός αυτό δεν το είδαμε μόνο στην περίπτωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008, αλλά εξειδικευμένα στην Ελλάδα, που αν και αν όχι εντελώς εκτός, σε κάθε περίπτωση ήταν ο τελευταίος τροχός στην χρηματοοικονομική αυτή κρίση, καταγράφηκε πως η “διαρροές” του νομισματικού συστήματος προς τον τραπεζικό τομέα, ήταν και παραμένουν χωρίς όρια και φραγμούς.
Τόσες και τέτοιες “διαρροές” που στενάζει η πραγματική οικονομία να ανασάνει, πρώτα και κύρια λόγω αυτής της αιτίας.
Στην δύσκολη αυτή δεκαετία για την Ελλάδα, οι εμπορικές τράπεζες όχι μόνον δεν βοήθησαν για να γίνει διαχείριση της δημοσιονομικής κρίσης αλλά αποδείχθηκαν «άχρηστες» για την πραγματική οικονομία μετά την έναρξη της κρίσης, παρά το γεγονός ότι οι φορολογούμενοι έβαλαν για αυτές πολλές φορές βαθιά το χέρι στην τσέπη όπως και η κεντρική τράπεζα τους διοχέτευσε και τους επέτρεψε, σε μεγάλο βαθμό και παρά τις λαθεμένες πολιτικές τους, να διαχειρίζονται, μέχρι ενός σημείου, τεράστια, για τα δεδομένα τους, χρηματικά ποσά.
Ο κάθε σκεπτόμενος στοιχειωδώς πολίτης, αντιλαμβάνεται ότι η “νομισματική” επιβολή πολιτικών, δια μέσω των κεντρικών τραπεζών δεν βοήθησε για τη διαχείριση της κρίσης, πολύ δε περισσότερο για την υπέρβασή της. Οι Τράπεζες όχι μόνον δεν μπόρεσαν να διαδραματίσουν τον ρόλο τους αλλά αποτέλεσαν και αιτία επέκτασης του προβλήματος της οικονομικής κρίσης.
Η αντιμετώπιση στο θέμα φαίνεται πάλι να έρχεται δια μέσω της “δημοσιονομικής” πολιτικής. Φαντάζει ως η μόνη ικανή, τουλάχιστον εκ του αποτελέσματος μέχρι στιγμής, να μπορεί να αναλάβει την αποστολή της οικονομικής σταθεροποίησης, καθώς δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να το κάνουν οι κεντρικές τράπεζες, ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις όπως η Ελλάδα.
Ένας λόγος είναι γιατί με απλά λόγια, οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν να ελέγξουν το συνολικό επίπεδο των δαπανών στην οικονομία, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούν να ελέγξουν το επίπεδο τιμών και το συνολικό επίπεδο παραγωγής και απασχόλησης.
Έχει όμως σημασία να εξετάσουμε προσεκτικά, διεθνώς αλλά και στη χώρα μας, τις προτάσεις για την ενίσχυση των “αυτόματων” δημοσιονομικών σταθεροποιητών, αντί να τις απορρίπτουμε με το επιχείρημα της ύπαρξης επί της παρούσης των μνημονίων, που μας δεσμεύουν και όπως υποστηρίζουν είναι κατά τη γνώμη τους “αντικίνητρα” για τον ενάρετο κύκλο της οικονομίας, μιας οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής στις συγκεκριμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, θα τις παρακάμπτουν κατά καιρούς.
Θα μπορούσε στη χώρα μας να αξιοποιήσουμε ιδέες με αποδόσεις και δοκιμασμένες από το παρελθόν, όπως π.χ. αυτήν της “εγγύησης εργασίας” του δημόσιου τομέα όπως αυτή που προβλέφθηκε από τον νόμο του 1978 Χάμφρεϊ-Χόκινς στις ΗΠΑ, όπου εξουσιοδοτήθηκε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση να δημιουργήσει «αποθήκες δημόσιας απασχόλησης» για να ενεργοποιήσει τις ιδιωτικές δαπάνες.
Αυτές οι “δεξαμενές” θα αδειάζουν ή θα ξαναγεμίζουν αυτομάτως, καθώς η οικονομία θα συρρικνώνεται αντιστοίχως ή θα επεκτείνεται, δημιουργώντας έτσι έναν αυτόματο σταθεροποιητή.
Βεβαίως, τόσο ο σχεδιασμός όσο και η εφαρμογή μιας τέτοιας εγγυημένης εργασίας θα δημιουργούσαν προβλήματα. Αλλά και για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να σχεδιάσουμε την αποτελεσματική εφαρμογή τους αντιμετωπίζοντας τις υπαρκτές αρνητικές επιπτώσεις.
Βρισκόμαστε σε μια φάση που πολλοί αναλυτές την ορίζουν ως αυτήν της μεταπαγκοσμιοποίησης. Μια φάση που ολοένα και περισσότερο αναζητούνται πολιτικές ελέγχου της παγκόσμια φοροαποφυγής, με δεδομένη την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Σκέψεις για την καθιέρωση ενός ελαχίστου συνολικού φόρου για τις διεθνικού χαρακτήρα επιχειρήσεις, βρίσκονται στο προσκήνιο. Ήδη Γερμανία αλλά και Αμερική, στα πλαίσια διεθνών συναντήσεων, αποδέχονται πως οι μεγάλες διεθνικές επιχειρήσεις καταβάλλουν χαμηλό φόρο, αξιοποιώντας συχνά τη λύση των off shore. Πρόσφατα 137 χώρες, υπό την ομάδα των βιομηχανικών κρατών του ΟΟΣΑ δεσμεύθηκαν στο Παρίσι επί της αρχής για μια παγκόσμια φορολογική μεταρρύθμιση. Στόχος είναι η προσαρμογή των φορολογικών κανόνων στην ψηφιακή εποχή.
Για να μην πάει λοιπόν χαμένη μια τεράστια θυσία της Ελληνικής κοινωνίας, χρειάζεται ο σχεδιασμός του εκσυγχρονισμού και της αναδιατύπωσης των εκτός διεθνούς δικαίου δεσμεύσεων και θεσμών, που δημιούργησαν τα μνημόνια και τα ιδιότυπα “εργαλεία” ελέγχου και επιβολής νομισματικής πολιτικής που θεσμοθέτησαν, όπως αυτά της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών & Περιουσίας Α.Ε. (ΕΕΣΥΠ) και τις Θυγατρικές της, όπως το ΤΑΙΠΕΔ, (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.).

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Καθαρές λύσεις, καθαρές απαντήσεις και προβολές στο μέλλον


Είναι δεδομένο ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αποτελεί κεντρικό θεσμό του δικαιϊκού ή δικανικού συστήματος της χώρας μας, δια του οποίου διασφαλίζεται η λειτουργία μας ως κράτος δικαίου.
Υπό αυτή την έννοια κάποια στιγμή θα αποφανθεί και θα αποσαφηνίσει “γκρίζες ζώνες”, που το εγχώριο σύστημα δημιουργεί.
Το ΣτΕ με πρόσφατη απόφαση του έκρινε συνταγματική την αφαίρεση της "ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης" από αποστολή του Υπουργείου Παιδείας.
Ενδιαφέρουσα απόφαση που προσδιορίζει πλαίσια για την άσκηση πολιτικής της εκτελεστικής εξουσίας.
Τον προηγούμενο όμως Σεπτέμβριο, το ίδιο Σώμα, το ΣτΕ, με άλλη απόφαση του, έκρινε ως αντισυνταγματικές τις αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών των Θρησκευτικών, κρίνοντας ότι στόχος του μαθήματος θα πρέπει να είναι η "ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης".
Με αυτή την απόφαση διαμόρφωσε τις σχετικές εγκυκλίους, προς τους θεσμούς εκπαίδευσης, η υπουργός επί της Παιδείας κα Κεραμέως.
Δεν έχει σημασία η δική μας συμφωνία με την μια ή την άλλη απόφαση (αν και προφανής η θετική αποδοχή της τελευταίας). Αλλά εδώ έχουμε, στην καλύτερη περίπτωση, ένα σχιζοφρενές πλαίσιο να διαχειριστούμε.
Πρόκειται για δύο διαφορετικές αποφάσεις, κατά τη ταπεινή μας γνώμη, αντιφατικές μεταξύ τους, με τις οποίες το Υπουργείο Παιδείας καλείται να συμμορφωθεί και να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα.
Υποστηρίζουμε πως σε τέτοια λεπτά θέματα, που δημιουργούν διχαστικά και εν πολλοίς αποπροσανατολιστικά διλλήματα στη κοινωνία μας, όπως αυτά που σχετίζονται με τις σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας, θα πρέπει να υπάρχουν ξεκάθαρες και όχι για κάθε χρήση, απαντήσεις.
Προφανώς και υποχρέωση της Πολιτικής πρέπει να είναι η αποσαφήνιση των όρων δια μέσω της Συνταγματικής διευθέτησης.
Επιλογή που δυστυχώς δεν προκρίθηκε στην πρόσφατη Συνταγματική Αναθεώρηση.
Για να μην εξαρτάται λοιπόν ο αναγκαίος εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης αλλά και η προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών από τους εκάστοτε συσχετισμούς στα εν λόγω όργανα της Δικαιοσύνης, η προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αποτελεί επιλογή υπέρβασης των ελληνικών παθογενειών και στρεβλώσεων.

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2020

Τα Μνημόνια Απέτυχαν. Ας Ελαχιστοποιήσουμε τη Ζημία.

Τελικά τα Προγράμματα/Μνημόνια πέτυχαν;
Η γνώμη μου είναι, δυστυχώς, "ΟΧΙ"...
Προφανώς συνέβαλλαν καθοριστικά να μην πέσει η χώρα στα βράχια...
Αλλά η προσπάθεια για διαρθρωτικές αλλαγές φαίνεται να είναι θνησιγενής και η διαρθρωτική προσαρμογή της χώρας υπό υπονόμευση.
Στα όποια πρώτα βήματα, που έγιναν, αρχίζει πάλι η υπαναχώρηση.
Δεν δικαιολογούμαστε να είμαστε ανυποψίαστοι, βλέποντα τα πράγματα με τον στρεβλό φακό μια φτιασιδωμένης και ψεύτικης αισιοδοξίας.
Δυστυχώς στη φάση της “μεταμνημονιακής περιόδου” δεν διακρίνουμε την ιδανική αφετηρία για μια νέα εποχή, που αφήνει πίσω τις πικρές ημέρες των μνημονίων και τους λόγους που μας έφεραν σε αυτά.
Ακούμε όλο και περισσότερο από κυβερνητικά στελέχη ότι ήρθε η στιγμή, με την παρούσα κυβέρνηση, να “ανακουφιστεί” ο κόσμος από τα δεινά του μνημονίου και επιτέλους να αρχίσει να ζει καλύτερα, με κάποια αύξηση συντάξεων, μισθών και επιδομάτων παράλληλα με την μείωση της φορολογίας.
Αν επιχειρήσουμε μια ανασκόπηση της δεκαετίας εύκολα θα διακρίνουμε ότι δεν “εκριζώσαμε” τις αιτίες που έφεραν την κρίση, όχι μόνον γιατί δεν θεμελιώσαμε μια οικονομία που θα διασφαλίζει τις συντάξεις των απομάχων και την προοπτική των νέων, αλλά γιατί ακόμη και κάποιες μεταρρυθμίσεις, χωρίς δημοσιονομικό κόστος, που σχεδιάστηκαν ή υπονομεύονται η περιθωριοποιούνται, ως επιλογή.
Το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να βρίσκεται στα ύψη, προκαλώντας ανασφάλεια για το μέλλον.
Το τραπεζικό σύστημα στέκεται μεν όρθιο αλλά ακόμη δεν μπορεί να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες των επιχειρήσεων.
Ποιοι είναι κάποιοι από τους λόγους αυτής της αποτυχίας;
Αρχικά οι συνταγές, που μας επέβαλλαν οι δανειστές, δεν φαίνεται να ήταν στο σύνολό τους οι ενδεδειγμένες. Αλλά και όσες από αυτές κρίθηκαν ως σημαντικές και χρήσιμες, το πολιτικό σύστημα αρνήθηκε, σχεδόν στο σύνολό του, να τις “υιοθετήσει” και να τις υλοποιήσει.
Με ένα αυξανόμενο αριθμό, ως λωτοφάγοι (εν τέλει λαϊκιστών), πολιτικών να επαναφέρουν θεωρίες “ελέγχου των συνωμοτών” που δημιούργησαν τις συνθήκες κρίσης και να υπόσχονται την σταδιακή επάνοδο σε συνθήκες της προ κρίσης περιόδου, χωρίς θυσίες, προσπάθειες και κρατικό σχεδιασμό, η πλειοψηφία των πολιτών άρχισε πάλι να στέκεται επιφυλακτική για την ανάγκη και σημασία αυτών των μεταρρυθμίσεων.
Ιδιαιτέρως η “αδύναμη” αυτή μεταρρυθμιστική προσπάθεια φαίνεται να υπονομεύεται ακόμη περισσότερο από τους εξωτερικούς "κινδύνους της χώρας", λόγω των ανοιχτών εθνικών θεμάτων με τον “δύσκολο” γείτονά μας.
Το κράτος μέσα από την αμφισβήτηση που υπέστη, από την ολομέτωπη ιδεολογική επίθεση, θεωρούμενο ως η βασική αιτία για την πτώχευση, παραμένει ανοργάνωτο και αδύνατο να συμβάλει στην ανάπτυξη, με δραστηριότητες στη σφαίρα των δημοσίων επενδύσεων για ρύθμιση, με συμμετοχή, στην παραγωγή ειδικού τομέα και επιλογή υπηρεσιών και αγαθών.
Οι συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού δεν είναι κατεκτημένες ακόμη σε πολλές αγορές και τομείς της οικονομίας, εξακολουθώντας να υπάρχουν εμπόδια από την ολιγοπωλιακή ή και ολιγοψωνιστική μορφή των συγκεκριμένων αυτών αγορών.
Στη Δικαιοσύνη ζούμε την δημοσιοποίηση των δυνατοτήτων παρέμβασης εξωθεσμικών παραγόντων, όπως π.χ. στην περίπτωση με τους Εισαγγελείς διαφθοράς, όπου γίνεται εμφανέστατη η ανάγκη μεταρρυθμιστικής παρέμβασης για να μην αποτελούν το “μακρύ χέρι” παρακρατικών πρακτικών, ιδιοτελών πολιτικών χειρισμών και εργαλεία καθεστωτικών ομάδων συμφερόντων. Η δυναμική, ακόμη και με βίαιο τρόπο, μηχανοργάνωσης και όχι απλής μηχανογράφησης της, είναι βασικός παράγοντας αποτελεσματικής λειτουργίας της, χωρίς την απίστευτη καθυστέρηση στις αποφάσεις, έτσι ώστε να μην υπονομεύεται ούτε η οικονομία ούτε το κράτος δικαίου…
Το μόνο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που δημιουργήσαμε είναι η μείωση του κόστους εργασίας, που προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας αποτυχημένης προσπάθεια εσωτερικής υποτίμησης με επίδραση μόνο στο κόστος εργασίας που ούτως ή άλλως ήταν υποδεέστερο σε σχέση με αυτό στις άλλες χώρες της ΕΕ.
Μας έμεινε όμως δυστυχώς "αμανάτι" και κάτι άλλο, για πολλές επόμενες γενιές. Η παγκοσμίως πρωτότυπη διαδικασία “υποδούλωσης” μια χώρας από ξένα κέντρα…
Αυτό που ειρωνικά ονομάστηκε ως Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών & Περιουσίας Α.Ε. (ΕΕΣΥΠ) με τις Θυγατρικές της το ΤΑΙΠΕΔ, (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.), την ΕΤΑΔ , (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.), το ΤΧΣ, (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) και τις Συμμετοχές της σε αριθμό Δημόσιων Επιχειρήσεων (από 01.01.2018).
Η δικαιολογία ύπαρξης και λειτουργίας αυτού του "εργαλείου εξάρτησης" της χώρας, ήταν η συμβολή στην ενδυνάμωση και αξιοποίηση δομών και παγίων, από την περιουσία του ελληνικού κράτους, δια του "εμβολιασμού" του management με την κουλτούρα των ιδιωτικών κριτηρίων.
Δυστυχώς το μόνο που στρατηγικά βλέπουμε να ασχολούνται είναι η εκποίηση δημόσιας περιουσίας προς τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό δεν προκαλεί νέες επενδύσεις. Ούτε ενεργοποιεί αποτελεσματικά τις όποιες από αυτές τις επιχειρήσεις παραμένουν στο δημόσιο.
Το χειρότερο δε είναι ότι αντιλαμβάνονται τα πάντα ως Real Estate…
Το ακόμη χειρότερο όμως είναι ότι στο πολιτικό σύστημα δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια η σκέψη να "αγγίξουμε" αυτήν την συμφωνία θεσμοθέτησης των συγκεκριμένων μηχανισμών “υποδούλωσης” της χώρας μας, σε μια προοπτική επαναδιαμόρφωσης, με τους εταίρους, των όρων και των πλαισίων λειτουργίας τους.
Για να μην πάει λοιπόν χαμένη μια τεράστια θυσία της Ελληνικής κοινωνίας, χρειάζεται να μην υπάρχει εφησυχασμός από την μια, αλλά και επιμονή στις μεταρρυθμίσεις από την άλλη. Ο σχεδιασμός του εκσυγχρονισμού και της αναδιατύπωσης των εκτός διεθνούς δικαίου δεσμεύσεων και θεσμών, που δημιούργησαν τα μνημόνια, είναι εργαλεία για να ελπίσουμε ότι μπορεί να "πιάσει τόπο" η δεκαετής θυσία.

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

Ευθύνη συναίνεσης για εθνικά θέματα


Δέκα ολόκληρα χρόνια κρίσης και όμως η Ελλάδα μόλις τα τελευταία δυο χρόνια δείχνει πως κάνει βήματα έστω και αργά προς τον ορθολογισμό…
Όχι βέβαια χωρίς το κόστος της δεκαετούς καθυστέρησης...
Σε αυτήν την συγκυρία επανεμφανίζονται, δειλά αλλά σταθερά, οι πρόσφατα ηττημένες πολιτικά, εκφράσεις των συνωμοσιολόγων εθνοκάπηλων και λαϊκιστών. Μια έκφρασή τους, είδαμε να εμφανίζεται ξανά, προχθές στο Σύνταγμα, όπου και καταγράφηκε και η βιαιοπραγία ενάντια στο Γερμανό δημοσιογράφο Τόμας Γιακόμπι.
Είναι μόλις είκοσι οχτώ χρόνια, περίπου 1/3 του αιώνα, από τα συλλαλητήρια με μπροστάρηδες πατριδοκάπηλους και ρασοφόρους, όταν επαγγελματίες λαϊκιστές και εμποράκοι του εθνικισμού χειραγωγούσαν τον ανορθολογικό συναισθηματισμό της κοινής γνώμης για τα θέματα της τότε χώρας των “Σκοπίων”…
Ήταν τότε που η Ελλάδα υπέστη την πιο βλακώδη και περιττή διπλωματική ήττα, στη διένεξη με ένα μικρό κράτος, που θα έπρεπε να αποτελεί φυσικό σύμμαχο και προέκταση της ελληνικής επιρροής στα Βαλκάνια…
Χάρη στο δικό μας ανόητο μαξιμαλισμό όλος ο κόσμος την ονόμαζε έκτοτε και την γνώριζε ως «Macedonia»!..
Μόλις πριν δυο χρόνια είχαμε μια συνέχεια της τότε εποχής, αφού όμως είχαμε κάνει μια ενδιάμεση στάση στις πλατείες των "αγανακτισμένων"…
Αντίστοιχος ήταν ο πολιτισμός της έκφρασης και του λόγου της “πάνω πλατείας”, όπως και το βάθος της επιχειρηματολογίας στις αντίστοιχες αποσυγκεντρωμένες συνάξεις των "αγανακτισμένων" ανά τις ελληνικές πλατείες…
Διχαστικά μηνύματα, εμφυλιοπολεμικός λόγος, ανερμάτιστες αιτιάσεις, υπονόμευση των θεσμών και των αξιών της αστικής δημοκρατίας, σκόπιμη εθελοτυφλία στη διεθνή πραγματικότητα, αρχοντο-ανόητος αγοραίος τσαμπουκάς, πατριδοκαπηλία και προσπάθεια χειραγώγησης του πατριωτικού αισθήματος των πολιτών, εμπρηστικές ομιλίες κενές περιεχομένου …
Κάτι αντίστοιχο ήταν και αυτό που παρουσιάστηκε ως “Μέτωπο ενάντια στη συμφωνία των Πρεσπών”.
Τα μαθήματα και από τα συλλαλητήρια των προηγούμενων αλλά και πρόσφατων εποχών, όπως και από αυτήν την σύναξη της προηγούμενης εβδομάδος στο Σύνταγμα, που κάτι φέρνει από τον πολιτισμό της “πάνω πλατείας” των αγανακτισμένων, τα βιώσαμε και συνεχίζουμε να τα ζούμε, ως κοινωνία, με οδυνηρό τρόπο…
Οι Πρέσπες δώσανε το μάθημα σε όλους μας. Ιδιαιτέρως σε όσους θέλησαν να αξιοποιήσουν το εθνικό αυτό θέμα ως παιχνίδι αντιπολιτευτικής στρατηγικής.
Σιωπηλά ή ηχηρά, με την αποδοχή της συμφωνίας, δείχνουν ότι κατανόησαν ή και αποδέχθηκαν το επίπεδο των λαθών τους και των "ψευδαισθήσεων" τους…
Η ελληνική κοινωνία όμως τα πλήρωσε και πληρώνει ακριβά. Όχι μόνον οικονομικά αλλά σε όλα τα επίπεδα των προσπαθειών για συγκλίσεις προγραμματικού και εθνικού επιπέδου…
Οι νέες και επόμενες γενιές φέρνουν στη πλάτη τους το βάρος του "λογαριασμού"…
Και τότε και πρόσφατα χτίστηκαν καριέρες, έστω και θνησιγενείς κάποιες από αυτές…
Τότε είχαμε την αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, να σχεδιάσει και να επιλύσει με εθνική ενότητα, σε συνεργασία με τη διεθνή κοινότητα, την ονοματοδοσία και τα αλυτρωτικά της γείτονας χώρας και μας οδήγησαν, είκοσι οχτώ χρόνια μετά, να αναζητούμε τη λύση πάλι σε συνθήκες με χρώμα εθνικού διχασμού…
Σήμερα φαίνεται ότι η κοινωνική και εθνική ευθύνη του πολιτικού μας συστήματος να εμφανίζεται σε υψηλότερο παρά ποτέ επίπεδο.
Η συναίνεση στα εθνικά θέματα, φαίνεται να αποδυναμώνει και να βάζει φρένο στους εθνοκάπηλους του εσωτερικού μετώπου, όπως και να στέκεται με ήρεμη και σταθερή ματιά απέναντι στους λεονταρισμούς του δύσκολου, εξ΄ ανατολής, γείτονά μας…
Μερικές μόλις εκατοντάδες συγκεντρωμένων, άφησαν το αποτύπωμά τους...
Η συγκέντρωση αυτή στο Σύνταγμα να εργαστούμε για να είναι τα όριά τους…
Να μην εφησυχάζουμε για να μη ξυπνήσουμε, όπως πριν λίγα χρόνια, με την αθλιότητα να εκπροσωπείται στη Βουλή…


Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2020

Να επανακτήσουμε τη ευθύνη των αποφάσεων για την ίδια τη χώρα μας

Αποτελεσματικό κράτος δεν μπορεί να είναι (ποτέ δεν ήταν) το κομματικό- πελατειακό κράτος.
Να συμφωνήσουμε, είτε είμαστε στην αντιπολίτευση είτε στην συμπολίτευση, ότι υπεύθυνοι και ανεύθυνοι υπάλληλοι καριέρας σε διάφορες υπηρεσίες κρατικές υπήρξαν και υπάρχουν...
Όχι μόνον όμως όταν είμαστε κυβέρνηση...
Να συμφωνήσουμε, όμως, ότι και στις κανονικές αλλά και στις έκτακτες συνθήκες (π.χ. καιρικές ή φυσικές καταστροφές κλπ.), την ευθύνη της πρόληψης, διαχείρισης και επέμβασης την έχουν οι υπηρεσίες του κράτους ( Εθνική Υπηρεσία Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών, Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Πολιτικής Προστασίας, Πυροσβεστική, Δασικές Υπηρεσίες, Αστυνομία, Τροχαία κλπ. στις έκτακτες και οι δομημένες δημόσιες υπηρεσίες, διαρθρωμένες στα Υπουργεία, στις κανονικές συνθήκες) και όχι αποκλειστικά και μόνον, η εκάστοτε κυβέρνηση...
Το σεντράρισμα των κυβερνητικών στελεχών στο κέντρο της δημοσιότητας (όταν υπάρχει αποτελεσματική παρέμβαση, με προβολή από την ίδια την κυβέρνηση και όταν υπάρχουν αστοχίες, θύματα ή και καταστροφές από την αντιπολίτευση), διευκολύνει την αποστασιοποίηση, από τις ευθύνες, των ίδιων αυτών των υπηρεσιών και των επαγγελματιών καριέρας, που για αυτό έχουν επιλεγεί και μισθοδοτούνται (αδυνατώ να τεκμηριώσω, εκ του αποτελέσματος, την μεροληπτική μισθοδοτική πολιτική στο προσωπικό της Τράπεζας της Ελλάδας ή στο Υπουργείο Οικονομικών π.χ.)...
Η δημιουργία αποτελεσματικών και υπεύθυνων μηχανισμών και θεσμών του κράτους, παντός καιρού και κυβερνήσεων, είναι στόχος υψηλού μεταρρυθμιστούν εκσυγχρονιστικού προτάγματος...
Ας θυμηθούμε πόσο ανεπαρκείς και χωρίς ουσιαστική συμβολή ήταν η ανταπόκριση των Υπηρεσιών, στα επί της οικονομίας, στην διαμόρφωση “φακέλων”, υποστήριξης, προς τα κυβερνητικά στελέχη, εναλλακτικών επιλογών, για τη διαχείριση των έκτακτων οικονομικών καταστάσεων σε όλες τις φάσεις διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς τα προηγούμενα χρόνια με την διαμόρφωση όλων των μνημονίων και των παράλληλων συμφωνιών του Κράτους…
Τα κυβερνητικά στελέχη και κλιμάκια, για να ανταποκριθούν υποχρεώθηκαν στην χρησιμοποίηση εξωτερικών συνεργατών (δεν αναφέρομαι στο κόστος όσο στο αξιακό σύστημα και τα συμφέροντα που ο κάθε τεχνοκράτης υποστηρίζει), που μετά την αποχώρησή τους δεν έχουν να δώσουν αναφορά ούτε καν σε αυτούς που τους προσέλαβαν.
Η άθλια κληρονομιά για τη χώρα είναι η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών & Περιουσίας Α.Ε. (ΕΕΣΥΠ) με τις Θυγατρικές της:
  • ΤΑΙΠΕΔ, (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.)
  • ΕΤΑΔ , (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.)
  • ΤΧΣ, (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας)
  • και τις Συμμετοχές της σε αριθμό Δημόσιων Επιχειρήσεων (από 01.01.2018).
Η παράδοση του δημόσιου χώρου σε κέντρα λήψης αποφάσεως εκτός Πολιτικής, Χώρας και εκλεγμένης κυβερνήσεως για πάρα πολλά χρόνια.
Για τούτο απαιτείται δράση και κοινό μέτωπο για την ενδυνάμωση και υποστήριξης της Πολιτικής και της Δημοκρατίας. Ο λαός, με τους εκπροσώπους του, να αποφασίζει για τη ζωή του και τις επιλογές του.
Η διαμόρφωση λοιπόν ενός αποτελεσματικού κράτους, με έξυπνες λειτουργίες, είναι βασικό εργαλείο για υλοποίηση πολιτικών όπως συμβαίνει στις αστικές Δημοκρατίες Δυτικού τύπου... Υλοποίηση πολιτικών, των όποιων κυβερνήσεων...
Αυτό θα πρέπει να είναι το στοίχημα της μεταμνημονιακής περιόδου για τη χώρα μας.

Η επιδοματική πολιτική και τα “something pass” που υπονομεύουν την ανάπτυξη.

  Η ώρα της υποχρέωσης για δημόσια συζήτηση και όχι "κλείσιμο ματιού" σε ειδικά ακροατήρια, για λόγους εκλογικής πελατείας. “…Τα...