Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2021

Το όριο φορολόγησης στη γονική παροχή, τα πραγματικά διλλήματα και οι “βολικοί διχασμοί”.

 

Ο κος πρωθυπουργός στην Διεθνή Έκθεση Θεσ/νικης συνεχίζοντας μια ανώφελη, για την οικονομία, παράδοση “ετήσιας παροχολογίας”, εξήγγειλε αύξηση των κρατικών δαπανών μειώνοντας ταυτόχρονα τα έσοδα από τους φόρους, χωρίς την σχετική αναγωγή στα μακρο-οικονομικά μεγέθη της οικονομίας μας.

Αντίστοιχες πρακτικές, ίσως λόγω της υπερδεκαετούς οικονομικής κατάστασης της χώρας (κρίσης χρέους), είχαμε να δούμε από την περίοδο υπουργίας του κου Αλογοσκούφη, με δεδομένο ότι το χρέος έχει φτάσει στο 236% (από τα υψηλότερα στον κόσμο)...

Ας ελπίσουμε ότι οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί, που θα ακολουθήσουν, να μην ενδώσουν σε πλειοδοσία...

Η περίοδος δημοσιονομικής χαλαρότητας, μόλις αντιμετωπιστεί η πανδημία, θα τελειώσει. Αν δεν υπάρχει από τώρα μέριμνα θα είναι δυστυχώς τότε, πάλι, αργά...

Είναι η στιγμή που πρέπει η “κοινωνία των πολιτών” να μην αδρανήσει…

Η σιωπή των προοδευτικών διανοουμένων, αγκαζαρισμένοι στις όποιες πολιτικές επιλογές τους της τελευταίας δεκαετίας, δεν είναι αυτό που επιβάλει ο ρόλος τους και έχει ανάγκη η κοινωνία μας.

Είναι η ώρα που μια μεγάλη κατηγορία πολιτών και διανοουμένων πρέπει να μιλήσουν χωρίς τις ενοχές ένταξης σε “μανιχαϊστικά” και ανιστόρητα διλήμματα του τύπου “… όποιος ασκεί κριτική στην κυβέρνηση του κου Μητσοτάκη, εμμέσως και αντικειμενικά, υποστηρίζει την επάνοδο στην εξουσία της κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας της προηγούμενης διακυβερνήσεως...”.

Η μεγαλύτερη ζημιά που έχει γίνει στο διάλογο, για τα δημόσια πράγματα της χώρας μας, είναι ο εξαναγκασμός “στη σιωπή”, με αυτού του είδους ταπεινής στάθμης διλλημάτων, των προοδευτικών διανοουμένων και Πολιτών.

Η απάντηση στο "Γιατί δεν μιλάνε οι διανοούμενοι;..", όσο τραγική και αν φαίνεται, είναι απλή.

Η αύξηση του ρόλου των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης, στη πολιτική και κοινωνική ζωή και στη χώρα μας, διαμόρφωσε δεδομένα που πολλές φορές είναι δύσκολα να τα “διαχειριστεί” όποιος επιχειρήσει να σκεφτεί και να εκφράσει απόψεις πέραν αυτών που “η φωνή του δωματίου” επιβάλλει…

Πόσες φορές δεν είδαμε τις αθλιότητες με τις ad hominem κριτικές σε επιστημονικές προσεγγίσεις και απόψεις, με τις οποίες και προφανώς έχουμε δικαίωμα να διαφωνούμε…

Δυστυχώς πολλοί/ες, από τους/τις κατά τεκμήριο διανοούμενους/ες και άλλοι/ες με θητεία σε δραστηριότητες της κοινωνίας των πολιτών, νομιμοποίησαν ηθικά την αντιπαράθεση σε απόψεις, που τόλμησαν να σταθούν κριτικά, όχι επιχειρώντας αποδόμηση τους με τεκμήρια επί της ουσίας αλλά ερμηνεύοντάς αυτές, στην καλύτερη περίπτωση, ως αποτέλεσμα προσωπικών προθέσεων και σκοπιμοτήτων…

Πολλοί/ες είναι αυτοί/ες που έχουν υποστεί τη βαρβαρότητα της μιας και μοναδικής αλήθειας, των κάθε λογής ανόητων δογματικών…

 

Στο σημερινό μας σχόλιο θα επιχειρήσουμε μια κριτική αποτίμηση στις εξαγγελίες για το όριο φορολόγησης στη περίπτωση της γονικής παροχής, όπου ο κος πρωθυπουργός το έθεσε, από ότι φαίνεται από τις επεξηγήσεις των υπουργών, στο επίπεδο των 800.000 ευρώ ανά γονέα και ανά παιδί.

Υποστηρίζουμε ότι αυτό το όριο για αφορολόγητο στην γονική παροχή, είναι επιλογή υποστήριξης της ιδιοκτησίας μεγάλης περιουσίας εις βάρος των δυνατοτήτων κάποιας δικαιότερης κατανομής...

Η απόφαση της κυβέρνησης να μηδενίσει τον φόρο γονικής παροχής είναι προφανώς δημοφιλής, ακόμη και στους έχοντες μικρή περιουσία, την οποία θέλουν να μεταβιβάσουν στα παιδιά τους χωρίς δασμούς.

Όμως όλοι καταλαβαίνουμε ότι η επιλογή από το επίπεδο των 400.000 ευρώ και πάνω, αντιτάσσεται σε αρχές ουσιαστικής ισότητας, αναδιανομής και κοινωνικής αλληλεγγύης ενώ αφαιρεί από το κράτος πόρους που θα μπορούσε να αξιοποιήσει για την εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος.

Είναι μεροληψία υπέρ των πλουσίων και στις σημερινές οικονομικές συνθήκες της χώρας, σε βάρος των δυνατοτήτων άσκησης κοινωνικής πολιτικής...

Το ζήτημα της φορολόγησης της κληρονομιάς εδώ και χρόνια θεωρείται κεφαλαιώδες για την οργανωμένη κοινωνική συμβίωση...

Έχουν συμβάλει επ’αυτού πολλοί διανοητές μεταξύ των οποίων κλασσικές φιγούρες όπως ο φιλελεύθερος Τζων Στιούαρτ Μίλλ μέχρι τον Μαρξ και τον αναρχικό Μπακούνιν, για να μην αναφερθώ σε σύγχρονους στοχαστές όπως ο Πικετί...

Χρόνια πριν, οι οργανωμένες κοινωνίες, αξιοποίησαν το εργαλείο της αναδιανομής, κάποιου επιπέδου πλούτου, για διασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης, ενισχύοντας το κοινωνικό κράτος.

Η απαλλαγή μέχρι ένα εύλογο ποσό και η προοδευτική φορολόγηση της μεταβιβαζόμενης περιουσίας, μετά από αυτό το όριο, θα πρέπει να είναι ο προοδευτικός στόχος της κοινωνίας μας, για κάθε κυβέρνηση...

Τέθηκε στο διάλογο το θέμα της συμβολής, δια μέσω αυτού του μέτρου, στην επίδραση που θα έχει στην οικονομία η “… πίεση για αλλαγή στην ιδιοκτησία…” από νεότερες γενιές.

Θα συμφωνούσαμε χωρίς περιστροφές στη διαφοροποίηση που θα υπάρχει από την ηλικιακή αλλαγή στη χρήση της περιουσίας.

Προς τούτο και θα συμφωνούσαμε για την ύπαρξη του φόρου κληρονομιάς...

Αλλά, στην περίπτωση της κυβερνητικής εξαγγελίας, αναφερόμαστε στην πλήρη φοροαπαλλαγή της γονικής παροχής και μάλιστα στο επίπεδο των 800.000Χ2Χ2 (με αντικειμενικό δείγμα δυο γονείς με δυο παιδιά)...

Υποστηρίζουμε ότι δεν συμβάλλει σε μια αναπτυξιακή πολιτική για πολλούς λόγους και όχι μόνον κοινωνικής ανισότητας…

Η ανάγκη για ανάπτυξη και δημιουργία πλούτου θα υπονομευτεί από την έλλειψη των συγκεκριμένων κονδυλίων που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν μέτρα άσκησης κοινωνικής πολιτικής...

Αυτό το μέτρο δεν φαίνεται πουθενά, στη διεθνή βιβλιογραφία, να ενεργοποιεί κάποια αναπτυξιακή προοπτική ενώ ταυτόχρονα, όπως κάθε δράση έχει τις εξωτερικότητες της, δημιουργεί πολλές παράπλευρες αρνητικές δυναμικές (φορολογική συνείδηση και κοινωνική κουλτούρα κλπ) που επιφέρουν τελικά συνολικά αρνητικό αποτέλεσμα.

Είναι επιλογή με υψηλή δόση μεροληψίας υπέρ της μεγάλης ιδιοκτησίας. Αν εντοπίζαμε την “ομάδα συμφέροντος”, με περιουσία άνω των 400.000 ευρώ, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε αυτό το μικρό αυτό % της κοινωνίας μας για τα οποία μεριμνά η πολιτική της κυβέρνησης (με στοιχεία του 2013, οι κάτοχοι αστικών ακινήτων με αντικειμενική αξία μεγαλύτερη των 200.000 ευρώ, που πληρώνουν ΦΑΠ, είναι το 5% περίπου των φορολογουμένων), εις βάρος της δυνατότητας αναδιανομής με μέτρα ενίσχυσης της κοινωνικής κινητικότητας, που σε βραχυ-μακροπρόθεσμη περίοδο επιφέρουν θετικά στην ανάπτυξη μιας οικονομίας…

Τελικά θα είχε ενδιαφέρον μια κάποια προμελέτη - ένδειξη για τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα από το συγκεκριμένο μέτρο, έτσι ώστε να μπορέσουμε κάποια στιγμή να κάνουμε τον σχετικό απολογισμό τεκμηρίωσης της όποιας πολιτικής...

Έχει όμως αξία μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής της πρακτικής που ακολουθούν επί αυτού, κάποια από τα άλλα κράτη στην Ευρώπη.

Είναι σύνηθες και αυτό γίνεται με την παρούσα κυβερνητική πρόταση, να μην διαχωρίζονται τα μετρητά, τα επιχειρηματικά μερίδια ή τα ακίνητα κλπ..

Γερμανία:

Αφορολόγητο 500.000 για σύζυγο 400.000 για κάθε παιδί

Από εκεί και πάνω έχουμε προοδευτική φορολόγηση με εφτά (7) κλίμακες που κυμαίνονται από 7 % και φτάνουν από τα 26.000.000 ευρώ και πάνω στα 43%.

Δηλαδή για 800.000 ένα παιδί θα πλήρωνε γύρω στις 40 χιλιάδες ευρώ. Από εκεί και πάνω πολύ περισσότερο.

Ολλανδία:

10% σε κληρονομιά έως €126,723, και 20% σε κάθε κληρονομιά από εκεί και πάνω. Δηλαδή 150.000 περίπου στα 800 χιλιάδες ευρώ.

Πορτογαλία:

10% για τα πάντα με «χαρτόσημο» από το 1ο ευρώ. Δηλαδή 15 χιλ στα 150 χιλιάδες ευρώ και 80 χιλιάδες στις 800.000.

Ισπανία:

Με τελείως αφορολόγητο 16.500 χιλ ευρώ για κάθε παιδί. Από εκεί και πέρα έχουμε από 7.5% έως 36% κλιμακωτά. Καταγράφεται όμως μείωση του φόρου για την πρώτη κατοικία έως 100 χιλ ευρώ. Εφαρμόζεται και πρόσθετος συντελεστής ανάλογα με την συνολική περιουσία του λαμβάνοντος την κληρονομιά.

Ηνωμένο Βασίλειο:

Αφορολόγητο έως 325.000 λίρες. Από εκεί και πάνω 40%.

Δηλαδή για να το προσαρμόσουμε περίπου στα δικά μας μεγέθη (των 800.000 ευρώ) όποιος κληρονομεί ακίνητο 720.000 λιρών θα πληρώσει 140.000 λίρες περίπου. 

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

Οι πληθωριστικές πιέσεις και οι εταιρείες θαλάσσιας μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Αυτά που συμβαίνουν στην αγορά των μεταφορών, θέτουν στο σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας σοβαρά προβλήματα και δυσλειτουργίας αλλά και στρατηγικής, για το σύνολο των επιχειρήσεων, εκτός όμως αυτών των θαλασσίων μεταφορών εμπορευματοκιβωτίων.

Η διαρκής ενίσχυση της παγκόσμιας πληθωριστικής τάσης, η οποία προκαλεί προβλήματα στη διεθνή αγορά δεν προέρχεται εκ Θεού…

Το σημαντικότερο δε, είναι ότι προκαλεί ακόμη εντονότερα προβλήματα σε οικονομίες όπως η ελληνική, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές.

Η αύξηση των διεθνών τιμών σε μια σειρά από πρώτες ύλες για βασικά προϊόντα και υπηρεσίες -στα τρόφιμα, στην ενέργεια, στις μεταφορές, στις κατασκευές κ.α.- έχει αγγίξει διψήφια ποσοστά.

Δεν είναι όμως μόνο η άνοδος των τιμών που δημιουργεί πρόβλημα στις επιχειρήσεις.

Όπως είναι αναμενόμενο, οι τάσεις αυτές καθιστούν αποτρεπτικές τις εισαγωγές πρώτων υλών, αλλά και τελικών προϊόντων σε κάθε χώρα και ιδιαιτέρως στη χώρα μας με την μόλις πριν λίγα χρόνια οικονομία της να εξέρχεται των μνημονίων.

Η εισαγωγή στην Ελλάδα ενός container από την Κίνα κοστίζει πλέον πάνω από 8.000 ευρώ, όταν πριν την κρίση κόστιζε περί τα 1.500 ευρώ. Το κόστος μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων μεταξύ Κίνας και Δυτικής Ακτής των ΗΠΑ έχει αυξηθεί περισσότερο από 90% σε σύγκριση με το 2019.

Το αυξημένο μεταφορικό κόστος πιέζει, όπως γίνεται αντιληπτό, βιομηχανίες και εισαγωγείς σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι υποχρεώνονται αλλάζουν τη στρατηγική τους, αναζητώντας προμηθευτές εκτός Ασίας, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που πλέον μετακυλίουν το κόστος αυτό στον καταναλωτή.

Από την αρχή του φαινομένου και στη προσπάθειά μας να εξετάσουμε τις αιτίες του προβλήματος και να αναζητήσουμε διευθετήσεις και λύσεις του, είχαμε καταγράψει ως αιτίες την “βουλιμία” μιας αρρύθμιστης αγοράς και ως λύση τη διαμόρφωση θεσμικών λειτουργιών ρύθμισης σε παγκόσμιο επίπεδο. Στα πλαίσια μια αποτελεσματικότερης διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης.

Στα Ναυτικά χρονικά το Απριλίου, καταγράψαμε κάποιες πρώτες σκέψεις μας, σε ένα αφιέρωμα - φάκελο για “ την «ασφυξία» στα λιμάνια εμπορευματοκιβωτίων και την εκτόξευση των ναύλων”, στη σελίδα 116-118, με τίτλο “Οι ναύλοι για εμπορευματοκιβώτια και η ώρα των «παγκόσμιων ρυθμιστών»”.  Ακολούθως τον Ιούλιο στην ιστοσελίδα “Τα της Θαλάσσιας Οικονομίας” επιχειρήσαμε να εξελίξουμε την προσέγγισή μας σε ένα σχόλιο με τίτλο: Η ώρα για θεσμούς παγκόσμιας εποπτείας της ναυτιλιακής αγοράς.

Αναφερόμουν στις επιπτώσεις στην οικονομία και τους άλλους τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας, από την βουλιμία για υπερκέρδη εκ μέρους των τριών παγκόσμιων συμμαχιών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και προέβλεπα, ως φυσική εξέλιξη, τη πρόκληση αντιδράσεων, πολιτικών και της αγοράς, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Δεδομένου ότι χρόνια έρευνας και μελέτης μας έχει καταδείξει την ανάγκη ρύθμισης της συγκεκριμένης αγοράς, υποστηρίζαμε ότι “…Έρχεται η ώρα της ευρύτερης συνειδητοποίησης και δράσης διεθνών θεσμών...”.

Όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν άργησαν και δεν έλειψαν οι αντιδράσεις. Δεν θα μας απασχολήσουν όσες και αυτές που εκπορεύονται από σκοπιμότητες οικονομικές και εκφράζουν συγκεκριμένα lobbies. Κάποιες από αυτές εκφράστηκαν σε επόμενο τεύχος των Ναυτικών Χρονικών.

Θα μας απασχολήσουν όμως παρατηρήσεις αξιόπιστων συνομιλητών μας και ναυτιλιακών οικονομολόγων ευρύτερων οριζόντων…

Πράγματι κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει ότι, τα τελευταία 30 χρόνια, το κόστος μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων έχει μειωθεί πάρα πολύ-και οι διάφορες μορφές επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των γραμμών έχουν συμβάλει στη δημιουργία των μεγάλων και εξελιγμένων δικτύων που έχουμε σήμερα.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι μέχρι και την προηγούμενη δεκαετία οι ναυτιλιακές γραμμές (liner) συνέβαλαν και αποτελούσαν ένα φθηνό και ζωτικό “μοτέρ” ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου.

Τα μόλις διατυπωθέντα δεν αναιρούν όμως το γεγονός ότι, στη παρούσα φάση, αυτή η συγκεκριμένη βιομηχανία θαλάσσιων μεταφορών αποτελεί ένα “ακριβό εμπόδιο” στην εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας.

Ποιοι είναι η κυρίαρχοι παίκτες αυτής της αγοράς (μεταφοράς door to door) που αποτελείται από τρεις (3) συμμαχίες και στη βιβλιογραφία τους αναφέρουμε ως mega carriers, αποτέλεσμα κάθετης ολοκλήρωσης στον τομέα; Στις τρεις (3) παγκόσμιες συμμαχίες (container shipping alliances) είναι αυτή της (Maersk και MSC), της Ocean Alliance (CMA CGM- CoscoEvergreen) και της The Alliance (ONE- YANG MING- HAPAGLLOYD). Ελέγχουν το 82% της παγκόσμιας διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων.

Σήμερα πλέον πολλοί είναι εκείνοι, διεθνώς, που τους κατηγορούν για ενδεχόμενη ολιγοπωλιακή - καιροσκοπική συμπεριφορά, κρατώντας τον έλεγχο, με το εκκρεμές προσφοράς και ζήτησης να στρέφεται σταθερά υπέρ τους.

Καλούν δε προς άμεση εμπλοκή τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και άλλους θεσμικούς φορείς, προκειμένου να εξετασθεί αν υπάρχει αναβίωση των Liner Shipping Conferences. Ουσιαστικά καταγράφουν ότι έχουν ενδείξεις για τη λειτουργία καρτέλ στη συγκεκριμένη αγορά.

Εξαπολύουν κατηγορίες για "συμπαιγνίες" και τεχνητή άνοδο των τιμών, ενώ υποδεικνύουν, τις τρεις αυτές συμμαχίες, ως, από κοινού και συμπεφωνημένα, υπεύθυνες για τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και τις έξτρα χρεώσεις που επιβάλλουν στη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων.

Κατηγορούν δε τους ναυτιλιακούς "γίγαντες" που συμμετέχουν σε αυτές τις συμμαχίες, για "άδικη και αδικαιολόγητη εκμετάλλευση των καταναλωτών" και "χειραγώγηση" της αγοράς. Αυτό, λένε δε ότι, το επιτυγχάνουν, ελέγχοντας πλήρως τη διαθέσιμη προσφορά πλοίων. Ταυτοχρόνως με το παιχνίδι των "κενών δρομολογίων" (blank sailings), την ακύρωση δρομολογίων, δηλαδή, για τη μείωση της χωρητικότητας, ότι δημιουργούν τεχνητή έλλειψη και άνοδο των τιμών στην αγορά spot". Έτσι αξιοποιώντας υπαρκτά άλλα προβλήματα της συγκυρίας, ως αιτιολογία (αρχικά βροχοπτώσεις και πλημύρες σε δυτική Ευρώπη, διακοπή για μια εβδομάδα στη κυκλοφορία του Σουέζ λόγω Ever Given, ακολούθως έλλειψη κενών εμπορευματοκιβωτίων και συμφόρηση σε λιμάνια, προσδοκία υψηλής επικείμενης περιόδου των Χριστουγέννων, ισχυρή καταναλωτική ζήτηση λόγω και μετά covid 19, περιορισμένη προσφορά πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων… κλπ. κλπ) επιβάλλουν τις λεγόμενες "congestion surcharges", τις πρόσθετες χρεώσεις, δηλαδή, εξέλιξη που υιοθετήθηκε πρόσφατα από τους liners και ανέβασαν το κόστος για τους εισαγωγείς.

Στη συζήτηση αυτή, καταγράφονται απλά και ενδιαφέροντα ερωτήματα:

  • ·Ενώ η παγκόσμια ζήτηση για το πρώτο μέρος του έτους είναι περίπου 4% σε σύγκριση με το 2019 και με δεδομένο το γεγονός ότι δεν είχε παρουσιαστεί πρόβλημα χωρητικότητας το 2019 ( είχε εκτιμηθεί για εκείνη την εποχή ότι υπήρχαν αρκετά πλοία, αρκετά τα εμπορευματοκιβώτια προς χρήση, τα λιμάνια ήταν καλά και τα φορτηγά και οι σιδηρόδρομοι ήταν καλά, τουλάχιστον από καταγραφές παγκόσμιων εκθέσεων για τις μεταφορές), μόλις με μια μικρή αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης σε αυτό το επίπεδο (4%) συγκριτικά με το 2019, μπορεί να δικαιολογηθεί η αύξηση των τιμών των ναύλων στις μεταφορικές αλυσίδες; Όσο και αν εντοπίζονται σε επί μέρους περιοχές της γης αύξηση της Ζήτησης σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να καταγραφεί ότι έχουμε μια έκρηξη της παγκόσμιας ζήτησης - επειδή αυτό ως γεγονός δεν υφίσταται και δεν δικαιολογούνται να το αναφέρουν.
  • Πως μπορεί να σαρώνουν έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες σε μέρη της Δυτικής Ευρώπης (Γερμανία, Βέλγιο κλπ) και αυτό να αναδεικνύεται σε αιτία αύξησης των ναύλων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, από την Κίνα στην Αμερική;
  • Γιατί το επίπεδο αυξήσεων δεν το βλέπουμε ούτε στις χερσαίες μεταφορές (οδικές και σιδηροδρομικές) αλλά ούτε και στις αεροπορικές που αφορούν στις εμπορευματικές μεταφορές;
  • Ποιος είναι o λόγος που οι διάφορες θρυλούμενες ως αιτίες, δεν έχουν ως επίπτωση αντίστοιχη ή σχετική αύξηση στα ναύλα των άλλων τομέων της θαλάσσιας μεταφοράς, παρά μόνον και τόσο, σε αυτόν των εμπορευματοκιβωτίων;
  • Πως είναι δυνατόν στο σύνολο της οικονομίας αλλά συγκεκριμένα και στη βιομηχανία των μεταφορών να υπάρχει κρίση και στις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευματοκιβωτίων, στις εταιρείες τακτικών γραμμών, στους ναυλωτές, δηλαδή, των πλοίων των εφοπλιστών, να έχουμε υπερμεγέθυνση των κερδών τους; Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κορυφαία εταιρεία του κλάδου, η δανέζικη Maersk κατέγραψε κέρδη ρεκόρ της τάξης των 3,7 δισ. δολαρίων στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, έναντι 443 εκατ. δολαρίων το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Η ίδια δε η εταιρία προβλέπει στο κλείσιμο της χρονιάς ακόμη πολλαπλάσιες επιδόσεις στα κέρδη της από όσο εκτιμούν μέχρι σήμερα οι διεθνείς αναλυτές. Άλλο παράδειγμα η γερμανική Hapag-Lloyd AG η οποία κέρδισε περισσότερα κατά τους τελευταίους έξι μήνες από ό, τι τα προηγούμενα δέκα χρόνια μαζί…

Είναι προφανές ότι αυτά τα εύλογα ερωτήματα και άλλα αντίστοιχα, δεν προκύπτουν από ανησυχούντες “συνωμοσιολόγους” και “ιδεοληπτικούς αμφισβητίες” της ελεύθερης αγοράς.

Με εντολή της κυβέρνησης Μπάιντεν, η Ομοσπονδιακή Ναυτιλιακή Επιτροπή (FMC) των ΗΠΑ, ξεκίνησε έρευνα, ζητώντας από οκτώ ναυτιλιακές εταιρείες να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με τη συμφόρηση και τις σχετικές προσαυξήσεις που έχουν εφαρμόσει.

Τα Βρετανικά Εμπορικά Επιμελητήρια (BCC) έστειλαν επιστολή στον προϊστάμενο της Αρχής Ανταγωνισμού και της Αρχής Αγορών κο Andrea Coscelli, καλώντας τον να διενεργήσει «επίσημη έρευνα» για τις δραστηριότητες των εταιριών αυτών που εμπλέκονται στις θαλάσσιες μεταφορές ων εμπορευματοκιβωτίων.

Σύντομα κατά πληροφορίες μας θα ακολουθήσει η Ε.Ε. και η Κίνα.

Ήταν καιρός να "αρχίσουν τα όργανα "

Θα το παρακολουθήσουμε με ενδιαφέρον.

Σάββατο 28 Αυγούστου 2021

Εισαγωγή στα ΑΕΙ και η κοινωνική "μεροληψία" ως επιλογή.

 

Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) μείωσε τον αριθμό των επιτυχόντων στην Ανώτατη Εκπαίδευση...

Η μείωση αυτή είναι αποτέλεσμα πολιτικής επιλογής και όχι στάθμιση των απαιτήσεων της αγοράς...

Με κεντρική απόφαση πολιτικού χαρακτήρα και με έντονα ιδεοληπτικά σημαινόμενα.

Δεν είναι αποτέλεσμα κάποιου σχεδιασμού για διοχέτευση προς σχολές που προβλέπεται ότι θα έχει ανάγκη η εθνική οικονομία και απασχολησιμότητα οι εκπαιδευόμενοι...

Δεν είναι η καταγεγραμμένη απαίτηση για ενδυνάμωση της Τεχνικής Εκπαίδευσης αφού οι μοναδικές προσπάθειες που είχαν γίνει με το νομοσχέδιο της κας Διαμαντοπούλου, υπονομεύθηκαν από όλους τους μετέπειτα και η σημερινή κυβέρνηση απλώς προκρίνει τα ΙΕΚ ως τον μονοδιάστατο προσανατολισμό χωρίς να αξιοποιεί ή να προτείνει κάτι από όσα το τότε νομοσχέδιο είχε επεξεργαστεί. Η υπονόμευση της τεχνικής εκπαίδευσης δεν είναι αποτέλεσμα της τελευταίας δεκαετίας. Είναι αποτέλεσμα αβλεψίας των ελίτ της χώρας μας όλα αυτά τα χρόνια.

Η είσοδος στα ΑΕΙ ενός νέου απετέλεσε οικογενειακή στρατηγική ανέλιξης σε άλλο κοινωνικό στάτους του συνόλου της οικογένειας. Βήμα προκοπής και εξέλιξης. Δεν ήταν αποτέλεσμα ενός τίτλου χωρίς περιεχόμενο και αξία. Η δημόσια εκπαίδευση είναι ο σημαντικότερος μηχανισμός κοινωνικής κινητικότητας και ανόδου. Κανείς και καμιά ποτέ δεν θα επιβάλει μηχανισμούς φραγής για το όνειρο και την φιλοδοξία των νέων ανθρώπων. Υποχρέωση της πολιτείας είναι να ενημερώνει για τις προοπτικές, να διασφαλίζει ποιότητα και εγκυρότητα και στα φιλελεύθερα κράτη οι πολίτες να απολαμβάνουν τα επέκεινα των επιλογών τους…

Καμιά ακαδημαϊκή αξιολόγηση (βάσει διεθνών κριτηρίων, από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.)) δεν έκρινε ότι, σχολές όπως η Αρχιτεκτονική Ξάνθης, το Μαθηματικό Σάμου και άλλες, δεν ανταποκρίνονται στις απαιτούμενες προδιαγραφές αποδόσεως ώστε να δικαιολογείται το κλείσιμο τους, με την μη εισαγωγή φοιτητών...

Οι πανεπιστημιακοί των Τμημάτων αυτών πρέπει να χρεωθούν το ποσοστό ευθύνης τους και να απολογηθούν για τις ανορθόδοξες επιλογές τους εις βάρος των Τμημάτων τους...

Η ΕΒΕ σπρώχνει όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα για ιδρύματα στο εξωτερικό, όσους λιγότερες δυνατότητες σε ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια της χώρας μας και έναν αριθμό στα ΙΕΚ, ενώ τους περισσότερους στην αγορά εργασίας, ως ανειδίκευτους στη πρώτη φάση...

Δεν είναι λοιπόν επιλογή χωρίς «ταξική μεροληψία»...

Τα υπόλοιπα περί "...φοιτητών που δεν θα αποφοιτούσαν ποτέ...", Τμήματα "...που υπάρχουν για να τροφοδοτούν τα ενοικιαζόμενα και καφετέριες...", φοιτητές που «… δεν ξέρουν τα στοιχειώδη…» είναι για να τρολλάρουν οι συνήθεις επισπεύδοντες...

Το μέσο μορφωτικό μας επίπεδο στη χώρα, μας επιβάλλει σε όλους/ες να γνωρίζουμε παραδείγματα από αρκετά ιδιωτικά πανεπιστήμια της χώρας μας και σε άλλες χώρες της Δύσης, που η περίπτωση εισαχθέντων με έλλειψη βασικών γνώσεων από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ορρωδεί σε όσα καταμαρτυρούν για περιπτώσεις υπαρκτές όντως στη χώρα μας...

Απλά, όπως πρέπει να γίνεται, το πρόγραμμα σπουδών τους είναι έτσι δομημένο εκεί, που δεν υπάρχει περίπτωση να παραμένεις φοιτητής των πανεπιστημίων αυτών και τελικά να μην μάθεις τα βασικά που δεν ήξερες, έστω και εκ των υστέρων… Διαφορετικά διακόπτεις. Και ο αριθμός αυτών που διακόπτουν δεν είναι απαγορευτικός για την συγκεκριμένη επιλογή αυτών των ιδρυμάτων, ιδιωτικού και δημόσιου χαρακτήρα… Ούτε και για την κοινωνία, αφού δίνει την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους για επαναπροσδιορισμό τους στις επιλογές τους, με πρόσθετη προσπάθειά τους...

Μας λένε “…η ΕΒΕ θα εξαναγκάσει σε προσανατολισμό προς την Τεχνική Εκπαίδευση…”. Έτσι; Χωρίς να έχει υπάρξει κάποια προσπάθεια επαναδιοργάνωσης της; Ας υποστηρίξει κάποιος ότι όσα είαν αναφερθεί στο νομοσχέδιο Διαμαντοπούλου για την Τεχνική Εκπαίδευση ήταν έωλα...

Θα συμφωνήσουμε τελικά ότι ο μεγάλος ασθενής στην περίπτωσή μας δεν είναι άλλος από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση; Εκεί που χρειάζεται να γίνει μια μεγάλη επανάσταση. Η κυβέρνηση παρασυρμένη από την εύκολη συνθηματολογία αγνόησε την εποικοδομητική συμβολή των απόψεων του νομοσχεδίου, επί ΠΑΣΟΚ, της κας Διαμαντοπούλου και αποφάσισε «πονάει μάτι, βγάζει μάτι» -κόβονται από την Αρχιτεκτονική Ξάνθης όσοι δεν πέρασαν στο “Σχέδιο” τον υψηλό συντελεστή βάσης που επελέγη από την συνέλευση του εκεί Τμήματος, ακόμη και αν έγραψαν άριστα σε όλα τα υπόλοιπα μαθήματα….

Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι δεν πρέπει να κλείσουν κάποια Τμήματα, που αδικαιολόγητα έχουν σπαρθεί ανά την επικράτεια.

Αρκεί αυτό να γίνει με παρρησία, κατόπιν αξιολόγησης τους και όχι "μεθοδεύοντας" την παρακμή και απαξίωση τους... Ας αναλάβει κάποιος επιτέλους την ευθύνη και το πολιτικό κόστος...

Υπάρχει σαφής μεθόδευση απαξίωσής τους, επειδή οι κρατούντες δεν τολμούν να επιλέξουν (με ακαδημαϊκά κριτήρια που βεβαίως και συμπεριλαμβάνουν και αυτά της αγοράς) τα Τμήματα που πράγματι πρέπει να κλείσουν μιας και η δημιουργία τους οφείλεται σε ανορθολογικά κριτήρια πελατειακού χαρακτήρα.

Από που ως που δικαιολογείται η ύπαρξη και λειτουργία Τμημάτων όπως κάποια στα Ψαχνά Ευβοίας π.χ. σε σχέση με αυτά που αναφέραμε για την Ξάνθη και την Σάμο;

Ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν προβλήματα, είναι γεγονός. Ότι πρέπει να βελτιώνονται διαρκώς, ολοφάνερο. Ότι θα πρέπει να κοιτάμε προς το καλύτερο και όχι προς το χειρότερο, αυτονόητο. Αλλά νισάφι με αυτήν πλέον την μεθοδευμένη απαξίωσή τους για πολιτικές σκοπιμότητες και ιδεοληπτικές αγκυλώσεις. Δεν είναι δυνατόν να αγνοήσουμε την χωρίς ενσυναίσθηση, προσβλητικά κυνική δήλωση της κ. Κεραμέως ότι "… οι νέοι μας πλέον δεν εγκλωβίζονται στα Πανεπιστήμια…”.

Οι τελευταίες διεθνείς αξιολογήσεις, διαφορετικών μεθοδολογιών, μπορούν επιτέλους να προσγειώσουν όλους μας σε ένα πραγματικό επίπεδο και πλαίσιο συζήτησης. Ούτε άθλια είναι ούτε ο ορισμός της αριστείας. Είναι πάνω από το μέσο επίπεδο των πανεπιστημίων του δυτικού κόσμου που θεωρούμε πως ανήκουμε…

 Ας αναγνωρίσουμε το πρόβλημα για να μπορέσουμε να το θεραπεύσουμε...

Ας ξεκινήσουμε από την αποδοχή ότι η ΕΒΕ δεν λύνει περισσότερα από όσα προβλήματα δημιουργεί.

Είναι πολιτικές επιλογές για την εκπαίδευση της νέας γενιάς και αφορούν στην οικονομική προοπτική της χώρας, με τις όποιες περιφερειακές "εξωτερικότητες".

Είναι θέματα αυστηρά πολιτικών επιλογών, που δεν μπορεί να στερούνται προσδιορισμό κοινωνικής κατεύθυνσης και δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας ουδέτερης τεχνοκρατικής προσέγγισης χωρίς πολιτικό προσανατολισμό.

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2021

ΘΕΛΟΥΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΗ;

Τι “κουφός” τίτλος για ένα βιβλίο και μάλιστα τέτοια εποχή!

Μήπως δεν είναι προφανής η απάντηση; Υπάρχει κάποιος κάπου που μπορεί να απαντήσει ΌΧΙ;

Με τέτοια ερωτήματα υποδέχθηκα το βιβλίο (Εκδόσεις “Ποταμός) των Γεωργόπουλου & Λαμπριανίδη, οι οποίοι ξεκαθαρίζουν από την αρχή πως απαντούν μέσα από το πρίσμα τις δικής τους πρόσφατης εμπειρίας, σε διαχειριστικές ευθύνες κυβερνητικών σχεδιασμών, με δεδομένο όμως πάντα το υπαρκτό και βεβαιωμένο γνωσιακό θεωρητικό τους υπόβαθρο.

Υποστηρίζουν ότι, για τους ίδιους τους συγγραφείς, “… το βιβλίο αυτό είναι μια απόπειρα να ξανασκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται δημόσιες αναπτυξιακές πολιτικές στην Ελλάδα…
… Επανεξετάζουμε την κοινή μας εμπειρία στη Γενική Γραμματεία Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης την περίοδο 2015-2019, υποδεικνύοντας ότι οι αστοχίες και τα εμπόδια για έναν τεκμηριωμένο και αποτελεσματικό σχεδιασμό δημόσιας πολιτικής έχουν δομικό χαρακτήρα και δεν σχετίζονται κυρίως ή αποκλειστικά με τη συγκυρία της οικονομικής κρίσης…
… Καταλήγουμε διατυπώνοντας ορισμένες βασικές προτάσεις πολιτικής που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αλλαγή αναπτυξιακού παραδείγματος, ανάγκη επιτακτική για τα επόμενα χρόνια, αλλά και σε ορισμένες σκέψεις για την έννοια και το νόημα της ανάπτυξης τον 21ο αιώνα.

… Η απουσία μιας λογικής τεκμηριωμένου και συμμετοχικού σχεδιασμού δημόσιας πολιτικής, η έλλειψη μακροπρόθεσμου προγραμματισμού, το έλλειμμα υλοποίησης, αξιολόγησης και επανασχεδιασμού είναι στοιχεία σταθερά παρόντα, είτε σε συγκυρίες κρίσης είτε σε ομαλές περιόδους…”.

Το βιβλίο αυτό, συνιστά έκκληση σε ΄όσους χαράσσουν δημόσιες πολιτικές για την οικονομία να εμπλέξουν περισσότερο την κοινωνία και να στοχεύσουν μακρύτερα ενός κοινοβουλευτικού κύκλου. Φαίνεται πως με την εμπλοκή των ίδιων των συγγραφέων, στην διαχείριση και το σχεδιασμός, “έμαθαν” και αντιμετώπισαν πολλά που αφορούν όχι γενικά στο πολιτικό σύστημα μόνον αλλά και στην ίδια την αριστερά στο όνομα της οποίας ανέπτυξαν κυβερνητική δραστηριότητα. Πολλοί πιστεύουν ότι αρκεί η κατάληψη της εξουσίας για να βάλεις σε μια ρότα της ανάπτυξη της οικονομίας, προς μια θετική προοπτική για την κοινωνία.

Γνωρίζουμε όμως, όπως και οι συγγραφείς, ότι παρά τις φιλότιμες προσπάθειες, εν προκειμένω και των ίδιων, τα “ξεροκέφαλα γεγονότα” είναι τέτοια και τόσα που βάζουν πολλαπλά και ανυπέρβλητα εμπόδια για τέτοιους σχεδιασμούς.

Όταν μια χώρα και η κοινωνία της αντιμετωπίζει ταυτόχρονα πολλές κρίσεις και όχι μόνον την οικονομική, ο οικονομικός σχεδιασμός και η διαμόρφωση πλαισίου αναπτυξιακής πολιτικής δεν γίνεται απλώς δυσχερής αλλά πολλές φορές και αδύνατος.

Χρησιμοποιούν ως παράδειγμα σχεδιασμού αντίστοιχων πολιτικών τρεις πρωτοβουλίες που σχεδίασαν, διαβουλεύτηκαν και προώθησαν. Αφορά την περίπτωση α) του Αναπτυξιακού νόμου, β) την Πρωτοβουλία «Γέφυρες Γνώσης & Συνεργασίας» για την ανάσχεση του Brain Drain και γ) το Πανελλαδικό δίκτυο στήριξης Μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Μέσα από αυτές και άλλες προηγούμενων δεκαετιών, εμπειρίες της ελληνικής περίπτωσης επιχειρούν να εντοπίσουν της αιτίες του ανεπαρκούς οραματισμού και οικονομικού προγραμματισμού στη χώρα όπως και το έλλειμα υλοποίησης του αναπτυξιακού σχεδιασμού.

Είναι ενδεικτικό των στοχασμών τους το σημείο στο οποίο αναφέρονται ότι “ Μόλις το 2019 ψηφίστηκε από την κυβέρνηση της Ν.Δ. ο νόμος «Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης», τον οποίο είχε εισαγάγει για διαβούλευση η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σε μια σπάνια εκδήλωση μιας κάποιας συνέχειας στον εθνικό αναπτυξιακό σχεδιασμό…”. Είναι το σημείο που αναγορεύουν την αξία των ευρύτερων πολιτικών συναινέσεων για τέτοιους σχεδιασμούς ως βασικό παράγοντα για την επιτυχή υλοποίηση αναπτυξιακών σχεδιασμών. Μόνο με συναινέσεις σε τέτοια προτάγματα υπάρχει η πιθανότητα “… κάποιας συνέχειας…” σε εθνικό επίπεδο σχεδιασμών που θα υπερβαίνουν την όποια κυβερνητική περίοδο.

Στην προσπάθεια να ερμηνεύσουν τη διαχρονική αδυναμία εν γένει των δημόσιων πολιτικών και ιδιαιτέρως αυτών των αναπτυξιακών στην χώρα μας, αφού αξιοποιούν, αναδεικνύοντας, μια ενδιαφέρουσα βιβλιογραφία που αναφέρεται στην συγκρότηση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα, εντοπίζουν βασικά χαρακτηριστικά και συστήνουν πλαίσιο διαχείρισης και αντιμετώπισης των βασικών ανασταλτικών παραγόντων.

Το γεγονός ότι η προσπάθειες σχεδιασμού δημόσιων πολιτικών στη χώρα γίνεται συνήθως υπό το πρίσμα ενός μείγματος από κληρονομημένες πρακτικές (είτε για λόγους πνευματικής οκνηρίας για τη δημιουργία νέων ιδεών είτε γιατί υπάρχουν συμπαγή δομημένα συμφέροντα που αντιδρούν σε αναδιάρθρωση) που εμποδίζουν τον στοχασμό και υλοποίηση ενός σχεδιασμού που ορθολογικά θα αντιμετωπίζει τις νέες εποχές με ολοκληρωμένη προσέγγιση και όχι αποσπασματικά και με επί μέρους διορθώσεις.

Συζητούν την ανάγκη μετάβασης της χώρας προς την οικονομία της γνώσης κάτι που θα έπρεπε να αποτελεί στόχο εδώ και δυο δεκαετίες για το σύνολο των πνευματικών, κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Την καθυστέρηση όμως αυτή την ερμηνεύουν ως ένα “… είδος δομικής ακινησίας, βήματος σημειωτόν…“ που δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για τον προσεκτικό αναγνώστη της οικονομικής και διοικητικής ιστορίας της χώρας μας.

Πάντα εξάλλου έλλειπε η “… συλλογική αναλυτική δυνατότητα…” εκ μέρους του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών , για ορθολογικές δημόσιες πολιτικές τεκμηριωμένες με ποσοτικά δεδομένα, για βαθιές μεταρρυθμίσεις στη Δημόσια Διοίκηση και συνολικά στο κράτος.

Κατάσταση που χωρίς αυτήν την προϋπόθεση δεν μπορεί να επιτευχθεί μιας και τα πάντα αναλώνονται μέσα στο παιχνίδι φθοράς που δημιουργεί ο κομματικός ανταγωνισμός.

Η συμβολή των συγγραφέων είναι σημαντική και άξια προς μελέτη. Αποτελεί μια κραυγή αγωνίας για τις χαμένες ευκαιρίες και καλούν το σύνολο του πολιτικού συστήματος σε ένα πλαίσιο εθνικού σχεδιασμού για υλοποίηση αναπτυξιακών πολιτικών όπου θα διασφαλίζεται η συναίνεση και η συνέχεια του κράτους.

Πόσο μπορούμε να ελπίζουμε ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί; Αξιοποιούν τον J.B. Bossuet και αναφέρουν: “… Ο Θεός γελά με τους ανθρώπους που παραπονιούνται για τις συνέπειες, ενώ αγαπούν τις αιτίες…”. Ας αρνηθούμε λοιπόν ότι αγαπούμε τις αιτίες των προβλημάτων μας στη χώρα και ας επιχειρήσουμε να διορθώσουμε την πορεία μας, προς όφελος της χώρας και της κοινωνίας μας. Ο συνδυασμός προς τούτο της πολιτικής βούλησης και της κοινωνικής συναίνεσης αποτελεί προϋπόθεση.

Ένα βιβλίο που απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό και όχι μόνον σε ειδικούς. Που διαβάζεται πράγματι και σε συνθήκες διακοπών, που αναζητά ιδέες, εμπειρίες και προτάσεις για το πώς μπορούμε να κάνουμε αποτελεσματικότερες, κοινωνικά δικαιότερες και βιώσιμες μεταρρυθμίσεις σε μια χώρα που επειγόντως αναζητά και χρειάζεται διέξοδο από τη μακρά κρίση της.

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

Διαχρονικός κυβερνητικός λαϊκισμός και Ανώτατη Εκπαίδευση

 

Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι ούτε πίσω ούτε πέρα από τις παθογένειες της συγκρότησης του σύγχρονου ελληνικού κράτους…

Κατάφεραν σε δύσκολες συνθήκες, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, να κρατήσουν επαφή με τις διεθνείς τάσεις και εξελίξεις. Το επιστημονικό και ερευνητικό τους προσωπικό, εφόσον επιλεγεί ως στρατηγική επιλογή των δομών τους, μπορεί να ανταποκριθεί στις διεθνείς προκλήσεις ανταγωνιστικότητας, απόδοσης και επίδοσης…

Σε όλες τις διεθνείς αξιολογήσεις για τα ελληνικά πανεπιστήμια (το καθένα ξεχωριστά αλλά και ως μέση δυναμική για το σύνολό τους), από τότε που ελέω αξιότιμης κας Γιαννάκου ξεκινήσαμε κάπως να μετριόμαστε, βρίσκονται πάνω και μπροστά από όλους τους άλλους τομείς, δράσεις, φορείς και επιδόσεις της ελληνικής πραγματικότητας και του κράτους μας.

Η σύγκριση δε με τα όποια, όσα, υπαρκτά και ανύπαρκτα, ιδιωτικά ή παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων είναι σαν «να κλέβεις εκκλησία» και καταλυτική ως προς την ανωτερότητά τους, σε σχέση με αυτά στη πλειοψηφία τους, σε όλα τα επίπεδα και πεδία…

Το πολιτικό σύστημα, παρασυρόμενο από στρεβλώσεις και στρεψοδικίες underdawn διαμορφωτών της κοινής γνώμης, τα χρησιμοποίησε, ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια, ως πεδίο πολιτικού ανταγωνισμού και κομματικής αντιπαράθεσης. Αποτέλεσμα, ανάλογα με τον κυβερνητικό κύκλο, να περνάμε από το « … πάμε καλά κατόπιν των κυβερνητικών πρωτοβουλιών…» στην πλήρη απαξίωση και μηδενισμό τους, λόγω «… της ανευθυνότητας και κυβερνητικής αδράνειας…» των εκάστοτε αντιπάλων…

Η ευθύνη για το μεγάλο αριθμό πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και την ακατανόητη «σπορά» ανά την επικράτεια, ατεκμηρίωτης ανάγκης και βιωσιμότητας, επί μέρους τμημάτων, είναι συνολική και καμιά πολιτική παράταξη δεν απείχε του «εγκλήματος»…

Τα πανεπιστήμια ως πρώτο και ίσως μοναδικό, στόχο ύπαρξής τους πρέπει να έχουν την εκπαίδευση και την έρευνα. Οι όποιες «εξωτερικότητες» θα είναι ένα από τα παρεμπίπτοντα αποτελέσματα, που θα λαμβάνονται υπόψη στη λειτουργία τους αλλά ποτέ δεν πρέπει να αποτελούν την αποκλειστική αιτία δημιουργίας τους.

Η προσπάθεια, λοιπόν, περιορισμού των δομών και των ιδρυμάτων αυτών στη χώρα μας, στο επίπεδο των αναγκών της και της όποιας πρόσθετης εξωτερικής Ζήτησης, είναι στόχος ορθολογικής ηθικής και εκσυγχρονισμού στη λειτουργία τους.

Προφανώς αυτή η προσπάθεια πρέπει να συμβαδίσει ή και να συμπληρωθεί άμεσα ακολούθως, με την οργάνωση της τεχνικής και τεχνολογικής εκπαίδευσης στη χώρα μας, που υπολείπεται και των δυνατοτήτων του επιστημονικού και ανθρώπινου δυναμικού της χώρας αλλά και των αναγκών της και εδώ είναι που πράγματι υστερεί διεθνώς. 

Η επιλογή αυτή για να έχει μέλλον, αποτέλεσμα και αντοχή δεν μπορεί παρά να διεκδικήσει συναινέσεις και κοινωνική αποδοχή. Διαδικασίες ωρίμανσης και συνευθύνης. Διαβουλεύσεις και συμμέτοχή, πρώτα και κύρια, της ίδιας της πανεπιστημιακής κοινότητας

Με σηκωμένο το «δάκτυλο» απέναντι σε μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, με επίδειξη κυβερνητικής αλαζονείας, χωρίς διατυπωμένο σχέδιο, βήματα και στόχους, ενδυναμώνεις τον κυβερνητικό λαϊκισμό που αποτέλεσε την αιτία διαμόρφωσης της παρούσης αρχιτεκτονικής στο χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα από το σύνολο των προηγούμενων κυβερνήσεων της μεταπολιτευτικής μας φάσης και νομιμοποιείς τον όποιο αντίστοιχο αντικυβερνητικό «σαλτιμπαγκισμό»….

Πέμπτη 20 Μαΐου 2021

Οι ευθύνες για εθνικές συναινέσεις αφορούν κύρια στην κυβέρνηση.

 

Δυστυχώς, την τελευταία περίοδο, διαρκώς “σπέρνουμε” προσδοκίες, δημιουργούμε υπεραισιοδοξίες και στο τέλος, όμως, η χώρα μας “θερίζει” μια σκληρή και δυσάρεστη πραγματικότητα.

Η Ελλάδα δεν έχει ξεπεράσει την κρίση χρέους. Έχει ακόμα σοβαρά διαρθρωτικά και θεσμικά προβλήματα και υπό αυτή την έννοια κρίνουμε πολύ αισιόδοξες κάποιες αναπτυξιακές προβλέψεις.

Ζούμε μια εποχή που πολλά και βαριά σύννεφα υπάρχουν πάνω από την παγκόσμια οικονομία, τα οποία παράγονται κυρίως από αποκλίνουσες γεωπολιτικές στρατηγικές.

Η διπλή κρίση του 2010 και της πανδημίας, για την Ελλάδα, απέχει αρκετά από το σημείο υπέρβασής της και εξ ’αυτού από κάθε σημείο εφησυχασμού για την κοινωνία και τις πολιτικές δυνάμεις.

Η διπλή αυτή κρίση αφήνει υψηλή ανεργία, πολλά λουκέτα και ελλιπή χρησιμοποίηση του κεφαλαιακού εξοπλισμού της χώρας. Ως εκ τούτου μια πολιτική αναθέρμανσης της ζήτησης, μέσω της αύξησης των κρατικών δαπανών (η οποία μπορεί, πλέον, να χρηματοδοτηθεί από τα ευρωπαϊκά κονδύλια), αποτελεί την προφανή και ίσως μοναδική, αξιόπιστη λύση.

Το σχέδιο ανάκαμψης έχει διάρκεια μέχρι και το 2026 και είναι εμφανές πως απαιτείται να αναζητηθούν σημεία συναινέσεων. Τα λεφτά είναι... πολλά και δεν πρέπει να επαναληφθούν αποτυχημένες συνταγές του παρελθόντος.

Κυβέρνηση και αντιπολίτευση οφείλουν να λειτουργήσουν με αίσθηση εθνικής ευθύνης. 

Η κυβέρνηση να σταματήσει να κινείται στον αστερισμό των συγκυριακών ευρημάτων των δημοκοπικών ερευνών. Να διαμορφώσει όρους για έναν ουσιαστικό διάλογο με την αντιπολίτευση και το σύνολο των άλλων κοινωνικών φορέων.

Η αντιπολίτευση, μείζονα και ελάσσονα, οφείλει να «αρθρώσει» προγραμματικό λόγο επίδρασης στις κυβερνητικές επιλογές.

Προφανώς και δεν προκρίνουμε ούτε συναινούμε στην σιωπή του νεκροταφείου, για τις όποιες κυβερνητικές αβλεψίες και επιλογές. Η πολιτική αντιπαράθεση δεν είναι δυνατόν να σταματήσει.

Ωστόσο, είναι η στιγμή για συνθέσεις, στα θέματα αναζήτησης στρατηγικών οικονομικής διεξόδου της χώρας χωρίς να αλλοιώνεται ο συνταγματικός ρόλος συμπολίτευσης και αυτός της αντιπολίτευσης. Τρόποι και δυνατότητες υπάρχουν πολλοί.

Αρκεί να τους αναζητήσουμε.

Κυριακή 9 Μαΐου 2021

Η υπονόμευση της Πολιτικής και ο ρόλος της ενημέρωσης (Ελλάδα - Covid 19).

Ένα ολόκληρο σύστημα, εν δράσει, παραχαράσσει την πραγματικότητα, υπονομεύοντας τελικά την δυνατότητα διορθώσεων στην αντιμετώπιση της πανδημίας και των επιπτώσεων της.

Η τρομοκρατία ενάντια σε όποιον τολμήσει κριτική στην κυβέρνηση για τις επιλογές της μπορεί να θέσει τη χώρα σε πολλαπλούς κινδύνους, ακόμη και σε ενδεχόμενα αλλοίωσης των δημοκρατικών μας κατακτήσεων.

Η ενοχοποίηση όποιου/ας επιχειρεί να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση είναι μια τακτική δοκιμασμένη στη πρώιμη φάση της αστικής δημοκρατίας και τα αποτελέσματά της έχουν κριθεί ως αρνητικά.

Η στρεψοδικία που επιχειρείται στο δικαίωμα της κριτικής ξεκινάει με την κλασσική ερμηνεία προθέσεων…

Όλοι θα έχουμε προσέξει την προσπάθεια ερμηνείας της στάσης της όποιας αντιπολιτευτικής αντίδρασης ως μιας στρατηγικής να πάθει τα χειρότερα η χώρα για να ωφεληθεί στο τέλος η αντιπολίτευση ενώ θα ζημιωθεί η κυβέρνηση. Προφανώς μαζί και η χώρα…

Ζούμε δηλαδή ένα πόλεμο "... που η αντιπολίτευση ή μερίδα των πολιτών αντιμάχονται στην ουσία την ίδια τη χώρα μας για να ωφεληθούν κομματικά οι ίδιοι…"!!!

Δυστυχώς αλλά αυτή η θέση δεν απέχει από μια κριτική για μια περίπου προδοτική συμπεριφορά όσων κάνουν κριτική…

Ότι πιο άθλιο και οπισθοδρομικό για τις κατακτήσεις του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και προφανώς για τις συνθήκες εκφοράς του δημόσιου λόγου…

Ξεκινούμε λοιπόν με ένα δεδομένο: Κανείς στην Ελλάδα, στο σύνολο του πολιτικού μας συστήματος, σε αυτόν τον πόλεμο δεν είναι λιποτάκτης ή προδότης…

Το σύνολο της κοινωνίας μας και οι πολιτικοί της εκφραστές, θέλει η χώρα μας να αντιμετωπίσει, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, την πανδημία και τα αποτελέσματά της.

Από εκεί όμως και μετά υπάρχουν διαφορετικές επιλογές διαχείρισης, προτεραιότητες και τελικά αποτελέσματα.

Όλα αυτά κρίνονται, συγκριτικά, με τα αντίστοιχα αποτελέσματα που έχουμε σε άλλες χώρες του «δικού» μας κόσμου και ιδιαιτέρως με αυτές της Ευρώπης.

Η διαστρέβλωση των δεδομένων της στατιστικής, ως επιλογή, έχει κοντά ποδάρια και προφανώς εκφράζει το ήθος των παραγωγών αυτής της πρακτικής.

Η δημιουργία μιας ψεύτικης εικόνας, μιας επίπλαστης πραγματικότητας για την κατάσταση στη χώρα, είναι μια ανεύθυνη πολιτική επιλογή και στο τέλος δεν βοηθά να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, στις ούτως ή άλλως πρωτόγνωρες συνθήκες των καιρών μας.

Ας πάρουμε μια γεύση από την πραγματικότητα:

·       Το εμβολιαστικό πρόγραμμα δεν μπορεί να κριθεί ως ικανοποιητικής απόδοσης. Η Ελλάδα είναι αρκετά κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (25,6% έναντι 31,3% 1η δόση, 21οι στους 27 ενώ στην 2η δόση είμαστε 18οι).

·       Μεγάλη η προσπάθεια και για τα ελληνικά δεδομένα αναγνωρίσιμη στη πορεία του ημερήσιου εμβολιασμού στη χώρα μας που ήδη έχει φτάσει πάνω από 100.000 ημερησίως και ευελπιστούμε ότι θα αυξηθεί περεταίρω. Να μη βαυκαλιζόμαστε όμως ότι είναι μια συνθήκη πρωτοπορίας για τη χώρα. Συγκρινόμενοι με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είμαστε πίσω και πρέπει να βρούμε τρόπους να τους φτάσουμε γιατί είναι εφικτό.

·       Κάνουμε την απαιτούμενη σκληρή κριτική στις μεγάλες γενιές που δεν προγραμμάτισαν τον εμβολιασμό τους σε απαράδεκτα ποσοστά για μια κοινωνία ευθύνης και αλλά και παιδείας και αποθεώνουμε τις νεότερες γενιές για την προθυμία τους να εμβολιαστούν. Αν μείνουμε εδώ στρεβλώνουμε την πραγματικότητα και δεν αντιμετωπίζουμε το πραγματικό πρόβλημα. Τα ποσοστά συμμετοχής παραμένουν ακόμη εξαιρετικά χαμηλά, με τα ραντεβού τα οποία έχουν ανακοινωθεί στους 30-39 ετών να είναι μόλις 17% (222.456), ενώ στους 40-44 ετών είναι 19% (154.666) και στους 45-49 ετών είναι 38% (300.476). (στοιχεία από ανάρτηση στο f/b του κου Στέφανου Παραστατίδη).

·       Στον σημαντικό δείκτη “θάνατοι ανά εκατομμύριο πολιτών” τους τελευταίους δυο μήνες βρισκόμαστε σταθερά στις 20 πρώτες χώρες του κόσμου. Για τούτο και η Μεγ. Βρετανία με δεδομένη την κατάταξή μας στο πορτοκαλί δεν προκρίνει τη χώρα μας ως τόπο διακοπών για τους πολίτες της. Η περίπτωση του δείκτη θετικότητας είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση των παρόντων Greek Statistics. Δηλώνουμε συνεχή ρεκόρ στη χαμηλή θετικότητα, δηλαδή στον λόγο κρουσμάτων ανά τεστ, για κοροϊδεύουμε και παρουσιαζόμαστε ως *πράσινοι* στον χάρτη του ΕCDC, εμφανίζοντας άλλη πραγματικότητα, αποστέλλοντας στον αρμόδιο ευρωπαϊκό οργανισμό και τα σελφ-τεστ μαζί με τα υπόλοιπα τεστ, ενώ την ίδια στιγμή στο εσωτερικό της χώρα παρουσιάζουμε την αλήθεια στο συγκεκριμένο δείκτη, λες και οι κουτόφραγκοι δεν θα μας πάρουν είδηση να μας κατατάξουν εκεί που πράγματι είμαστε ( 1η ταξιδιωτική οδηγία της Βρετανίας στο πορτοκαλί και όχι στο πράσινο. Αν δεν καταγράψουμε την αλήθεια και δεν συνειδητοποιήσουμε αυτήν την εικόνα, επιχειρώντας να την κρύψουμε στο εσωτερικό μας, ενώ την γνωρίζουν στο εξωτερικό, δεν θα ενεργοποιηθούμε έτσι ώστε να βρούμε τρόπους διόρθωσής της.

Αυτό δεν αφορά μόνο πλέον το στενό πυρήνα του πολιτικού μας συστήματος και τα κόμματα. Αφορά πρωτίστως τους ίδιους τους πολίτες που πρέπει να είναι υπεύθυνα ενημερωμένοι, την ίδια την κοινωνία των πολιτών και τους θεσμούς της που πρέπει να προγραμματίσουν δράσεις παρέμβασης και τελικά τον ρόλο των μέσων μαζικής επικοινωνίας και ενημέρωσης που δυστυχώς ο ρόλος τους σε αυτό το επίπεδο δεν μπορεί να κριθεί ως συμβολή, πέρα από τα θέματα αξιοπιστίας και δεοντολογίας που έτσι και αλλιώς έχουν τεθεί.


Σάββατο 13 Μαρτίου 2021

Οι φιλελεύθεροι σε αντιπαράθεση με τον νεοφιλελευθερισμό.

Η πανδημία κατέδειξε, με χαρακτηριστική επιβεβαίωση, την αδυναμία της “αοράτου χειρός” και την ανεπάρκεια της αγοράς να διαχειριστεί, στο σύνολό τους, τα θέματα παραγωγής και οργάνωσης των κοινωνιών ή και να “αυτορυθμιστεί”, όπως τελικά συνέβη πάντα στις συνθήκες κρίσης.

Οι κρίσεις όμως ήταν, είναι και θα είναι σύμφυτο και διαρκές ενδεχόμενο, ως στοιχείο της διακυβέρνησης της οικονομίας και των κοινωνιών, στην "αστική" δημοκρατία. Eμας μας αφορά σε αυτό το πεδίο, της αποτελεσματικότητας της, η οποία σχετίζεται με την δημοκρατία μας. Αυτήν του “δυτικού” όμως τύπου, σε αντιδιαστολή με τις αυταρχικές εκφάνσεις της.

Το 2020 και από ότι φαίνεται όμως και η φετινή χρονιά, ανέδειξε τη σημασία και τον ρόλο των “σταθμισμένων” παρεμβάσεων και ρυθμίσεων, όπου, σε αυτά τα δεδομένα πλαίσια, η επιχειρηματικότητα και ο ανταγωνισμός έχουν την δική τους προστιθέμενη αξία και συμβολή.

Η κρίση και τα παρεπόμενα της πανδημίας αποσαφήνισε, με σοκαριστικό είναι αλήθεια τρόπο, τις σημαντικές διαφορές του “φιλευθερισμού” και του “νεοφιλελευθερισμού”.

Μέσα σε αυτή την δύσκολη για την ανθρωπότητα χρονιά, ένα και ίσως από τα ελάχιστα θετικά που θα μας μείνουν, θα είναι πλέον η σαφής, διακριτή και ιστορική διαφοροποίηση των δυο αυτών εννοιών. Τα προηγούμενα χρόνια είχε γίνει σημαντική προσπάθεια και είχε ηγεμονεύσει στη κοινή γνώμη, αυτά τα δυο πράγματα να είναι αντιληπτά ως ένα και το αυτό.

Η προσπάθεια αυτή είχε συμμάχους και συντελεστές τους δυο ιστορικούς αντιπάλους. Από τη μια τους πολέμιους κάθε φιλελεύθερης αντίληψης στην λειτουργία της οικονομίας και θιασώτες του κεντρικού προγραμματισμού στην οικονομία και από την άλλη τους θιασώτες του "Laissez faire et laissez passer”, που αγαπούν να μισούν οτιδήποτε επιχειρεί να ρυθμίσει το κράτος ακόμη και εκεί που αδυνατεί να "αυτορυθμισθεί" η ίδια η αγορά.

Στον ένα αυτό χρόνο και με την ήτα, στις Αμερικάνικες εκλογές, του “Τραμπισμού”, φάνηκε και στην πορεία θα αποσαφηνίζεται όλο και περισσότερο, όχι μόνο η ένδεια του "νεοφιλελεύθερου" μοντέλου, όσον αφορά στην στοιχειώδη εξασφάλιση μιας ποιότητας ζωής στο σύνολο μιας κοινωνίας, αλλά και αυτό είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρον, η κυνική συνέργεια του στην καταστροφή της όποιας κοινωνικής συνοχής και τελικά στην αποσάθρωση αυτού καθαυτού του κοινωνικού ιστού μιας χώρας.

Είναι προφανές ότι σε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις, ως αποτέλεσμα, έχουμε την αποδυνάμωση και κλονισμό των δομών του κοινοβουλευτικού συστήματος, με σημαντικές συνέπειες στη λειτουργία των θεσμών και στα δικαιώματα, που αφορούν πέραν από αυτά τα ατομικά και σχετίζονται με την "ελευθερία του επιχειρείν".

Ας προσπαθήσουμε μια πρώτη καταγραφή για το τι συμβαίνει και πως διαχειρίζεται, στην Ελλάδα, την συγκυρία η κυβέρνηση και πως στην Αμερική της μεταΤραμπ εποχής.

Είναι προφανές ότι η συγκριτική αυτή προσέγγιση επιχειρείται με την σχετική συνείδηση των διαφορών, της κουλτούρας και των παραδόσεων μας. Μας διευκολύνει όμως το γεγονός της παγκοσμιότητας της κρίσης αυτής, η οποία προκαλείται από την παρούσα πανδημία και την διάχυση των αποτελεσμάτων των διαφορετικών μορφών αντιμετώπισης όχι μόνον της ίδιας της πανδημίας αλλά και των επιδράσεων της στην κοινωνία και οικονομία.

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι οποιεσδήποτε συγκρίσεις πάντοτε θα είναι ενδεικτικές, δεδομένου ότι θα ενέχουν στοιχεία αυθαιρεσίας, μιας και τα στοιχεία δεν είναι πάντοτε συγκρίσιμα. Παρά ταύτα η διαχείριση της πανδημίας μας διευκολύνουν να ξεφύγουμε από το εθνικό μας πρότυπο και να κρίνουμε τη χώρα και την επικρατούσα πολιτική πέρα από τα στενά τοπικά και εθνικά πλαίσια ή ακόμη και αυτά τα ευρωπαϊκά.

Στην Ελλάδα της «ατομικής ευθύνης».

Στην Ελλάδα προβάλλεται και έχει επικρατήσει ο "μύθος της εθνικής επιτυχίας στη διαχείριση της επιδημίας", συγκριτικά με άλλες χώρες, σε διάφορα επίπεδα χωρίς να έχει επιχειρηθεί προσπάθεια να εντοπιστούν ή και να καταγράφονται οι αστοχίες για να αντιμετωπιστούν αυτές με τον κατάλληλο πάντα σχεδιασμό.

Θα ήταν άδικο βέβαια να μη καταγράψουμε την, συγκριτικά πάντοτε, επιτυχημένη αντιμετώπιση του πρώτου κύματος της πανδημίας, όπως και του μέχρι στιγμής αποτελεσματικού και φιλικού, προς τους πολίτες, προγράμματος εμβολιασμού, παρά τις επί μέρους διακρίσεις και πλημμέλειες στην προτεραιοποίηση των ομάδων προς εμβολιασμό.

Κατακτήσεις οι οποίες θα έπρεπε να φέρνουν τη χώρα, στη διεθνή σκηνή, ως συμμέτοχο και διαμορφωτή καινοτομιών και ικανοτήτων διαχείρισης της κρίσης.

Δυστυχώς όμως από το καλοκαίρι, ιδιαιτέρως και μετά (εκτός της περιπτώσεως του εμβολιαστικού προγράμματος) παρακολουθούμε την κυβέρνηση να "αυτονομείται" από τη διεθνή πρακτική σε ότι αφορά την πανδημία, αναδεικνύοντας ως υπέρτατο όπλο και αντίληψη τον "νεοφιλελευθερισμό", είτε δια της υπερβολής της σημασίας της "ατομικής ευθύνης" είτε δια της ενοχικής και εξαναγκαστικής αναγνώρισης, ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες, του ρόλου του κράτους.

Αντί να γίνει δηλαδή συνείδηση στους πολίτες, ακόμη και για μια μακροχρόνια διαμόρφωση φορολογικής συνείδησης στην κοινωνία, ότι χωρίς κρατικό χρήμα, με διαφάνεια και σχεδιασμένες στοχεύσεις, με σκοπό την διόρθωση κοινωνικών ανισοτήτων, η αγορά από μόνη της είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει αυτό το μαζικό πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζουμε σήμερα ως κοινωνίες. Χωρίς οργανωμένο, ελεγχόμενο για κάθε δαπάνη, εθνικό και όχι κρατικό, σύστημα υγείας, τα περί “ατομικής ευθύνης” θα αποτελούν κούφια λόγια και οι λαϊκιστές θα κάνουν πάρτι σε κάθε περίπτωση ιδιότυπων προσωπικών συμπεριφορών, στελεχών του δημόσιου χώρου, που θα είναι εκτός πλαισίου της απαιτούμενης ευθύνης και αυτές πλέον δεν είναι λίγες ούτε ακραίες.

Το δημόσιο σύστημα υγείας βγαίνει, σε συνέχεια πολιτικών της τελευταίας δεκαπενταετίας, όχι απλώς αποδυναμωμένο αλλά μονοσήμαντα προσανατολισμένο, σε μια (1) ασθένεια, αυτήν του covid19, αδρανοποιώντας όλες τις άλλες ειδικότητες και υπηρεσίες στους ασθενείς, χρόνιους και παροδικούς εκτός covid19, με τις υπόλοιπες ασθένειες. Η περιορισμένη διοχέτευση ενός αριθμού στον ιδιωτικό τομέα, δείχνει μια στρεβλή επιλογή για τονυ ρόλο του ιδιωτικού τομέα στο σύστημα υγείας της χώρας.

Δεν θα αναφερθούμε σε επι μέρους ζητήματα δικαιωμάτων, λειτουργίας των μέσων ενημέρωσης και συμπεριφορών οργάνων δημόσιας τάξης. Θα αναφερθούμε όμως στην "αλλεργία" που επιδεικνύει η κυβέρνηση σε "ανεξάρτητες αρχές" και θεσμούς "ρύθμισης" κανόνων σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας και της αγοράς.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η έλλειψη βούληση "θεσμικής θωράκισης" της Επιτροπής υπό το κο Αλεβιζάτο, νομοθετικά, ως κάποιο ανεξάρτητο όργανο για να αντιμετωπιστεί "… η διαχρονική ατιμωρησία των εμπλεκόμενων αστυνομικών οργάνων, η απροθυμία της ΕΛΑΣ να συνεργαστεί με τον Συνήγορο του Πολίτη, η μεροληψία των ανακριτικών αστυνομικών οργάνων και οι σοβαρότατες παρατυπίες κατά τη διενέργεια των ΕΔΕ..." όπως αναφέρει στο πόρισμα του.

Άλλο χαρακτηριστικό είναι ότι από το 2018, τόσο η προηγούμενη όσο και η σημερινή κυβέρνηση έχουν βαλθεί να ακυρώσουν τη μεγάλη (και οδυνηρή) διόρθωση που έγινε τα προηγούμενα χρόνια στο ασφαλιστικό με ενδεχόμενο και ισχυρό πλέον αποτέλεσμα, σε λίγο καιρό, να είμαστε πάλι στο σημείο όπου βρεθήκαμε το αξέχαστο 2010, έτοιμοι να ζήσουμε ξανά όσα ακολούθησαν τότε.

Τέλος σε ένα κρεσέντο υποστήριξης ειδικών συμφερόντων και σε βάρος της διαμόρφωσης όρων θεμιτού ανταγωνισμού στη λιμενική βιομηχανία, μη μπορώντας να καταργήσει τη Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων, λόγω μνημονιακών δεσμεύσεων αλλά και άλλων θεσμικών ανεπαρκειών, επιχείρησε σε τροπολογία νύκτας να την αποδυναμώση με ένα άρθρο, ακυρώνοντας νόμο του 2014 (με τη Ν.Δ. εξουσία), αφαιρώντας αρμοδιότητες της, μεταβιβάζοντας αυτές στο ίδιο το Υπουργείο επί της Ναυτιλίας, το οποίο όμως ως εκτελεστική εξουσία θα είναι και ο αντίδικος (κριτής και κρινόμενος), σε θέματα ενδεχόμενων διαφωνιών με τους παρόχους των λιμενικών υπηρεσιών.

Θα ήταν έλλειμα αν δεν καταγράφαμε την επικράτηση μιας "χωροφυλακίστικης" αντίληψης για την διαχείριση υπαρκτών φαινομένων παραβατικότητας. Μια χώρα που στην Ευρώπη είναι σε πρώτη θέση σε αριθμό εργαζομένων σε σώματα ασφαλείας, ανά εκατό κατοίκους, επιλέγεται η διαχείριση θεμάτων παραβατικότητας στα πανεπιστήμια να γίνει προσλαμβάνοντας άλλους 1.000 ειδικούς φρουρούς όχι δια της συντεταγμένης δομής των σωμάτων ασφαλείας, αλλά με τη δημιουργία ειδικού σώματος στα Πανεπιστήμια. Κάτι πρωτόγνωρο στα διεθνή δεδομένα και ανύπαρκτο ως στο κόσμο ως "καλή πρακτική", βρε αδελφέ, που να δικαιολογεί την επιλογή.

Με αυτά δεδομένα δεν θα ήτα άδικο αν χαρακτηρίζαμε ότι στη περίπτωση της χώρας μας εντοπίζουμε μια "ύστερη μορφή Τραμπισμού", με τα ανάλογα χαρακτηριστικά αλαζονείας, διχαστικών πρακτικών και περιφρόνησης όχι μόνο δικαιωμάτων των πολιτών αλλά και του ελεύθερου επιχειρείν σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας..

Αυτοί αλλά και άλλοι λόγοι είναι εκείνοι που θα αιτιολογούν στη χώρα μας το επόμενο διάστημα μεγάλα τμήματα της κοινωνίας να προχωρούν σε μικρές ή και μεγάλες εξεγέρσεις και δυστυχώς εν μέσω πανδημίας, όχι γιατί κινητοποιείται από την όποια αντιπολίτευση αλλά γιατί, όλο και περισσότερο, γίνεται συνείδηση το εύρος των επιπτώσεων στην οικονομία και στις ελευθερίες που κατακτήθηκαν με τον "φιλελευθερισμό" από την στρέβλωση της απάτης του "νεφιλελευθερισμού". Κατάσταση που από ότι φάνηκε συνέβη με βίωσε το μόλις προηγούμενο διάστημα η Αμερική.

 Στην Αμερική της κατάργηση της ιεράς αρχής “…η αγορά αποφασίζει…”.

Η νέα κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι επιλέγει νομοθετικές παρεμβάσεις, γιατί μόνον έτσι θα μπορέσει να ανατρέψει ότι, "κάτω από το χαλί", έχει κρύψει, όλες αυτές τις δεκαετίες και όχι μόνο τα χρόνια του Τραμπ, η επικράτηση του “νεοφιλελευθερισμού”, σε όλη την γκάμα των οικονομικών και πολιτικών δεδομένων. Έχει ενδιαφέρον δε η ιδιαίτερη αναφορά ότι “… μόνο έτσι θα αντιμετωπιστεί μια τεράστια εμβέλεια νόμων και πρακτικών που έχουν θεσπιστεί τις τελευταίες δεκαετίες…” στο όνομα του "νεοφιλελευθερισμού".

Ακόμη και στους πλέον επιφυλακτικούς, φαίνεται πλέον ότι με τα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας και πολιτικής, όπως έχουν διαμορφωθεί από την πανδημία, η αμερικανική κυβέρνηση παραδίδει μαθήματα χειρισμού μιας έκρυθμης κατάστασης, κάνοντας πράξη τον λόγο ύπαρξης της – τον λόγο ύπαρξης κάθε κυβέρνησης. Δηλαδή, το να υπηρετεί τους πολίτες που την έχουν εκλέξει.

Αν προσέξει κάποιος/α στοιχειωδώς το πρόσφατο νομοσχέδιο, που έχει τίτλο «Σχέδιο Σωτηρίας των Αμερικανών», θα δει ότι είναι ταυτόχρονα επικεντρωμένο στην απαραίτητη οικονομική ενίσχυση μιας πολιτείας που έχει υποστεί καταστροφικές συνέπειες λόγω της πανδημίας, αλλά και λόγω της βαθειά ριζωμένης κοινωνικής αδικίας που υπάρχει στους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς της χώρας αυτής.

Το δε οικονομικό σκέλους αυτού του νομοσχεδίου, φαίνεται ότι μπορεί να γράψει ιστορία (1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια) αντίστοιχη με το περίφημο New Deal του Ρούζβελτ (1933), για την αντιμετώπιση της μεγάλης ύφεσης της εποχής.

Αρκεί μια μόνο ματιά σε αυτό το σημείο της νέας νομοθεσίας, όπου επιχειρείται να εξαλειφθεί η λεγόμενη «παιδική φτώχεια» σχεδόν κατά το ήμισυ (το 40% των οικογενειών που δεν μπορούν να ταΐσουν τα παιδιά τους θα πάψουν να αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα) για να μας πείσει για την τεράστια σημασία στη διαφοροποίηση με τις μέχρι σήμερα "νεοφιλελεύθερες" πολιτικές στις ΗΠΑ.

Αυτά από μόνα τους δεν θα ήταν αρκετά αν δεν διακρίναμε μια πρωτόγνωρη και γιγαντιαία κινητοποίηση, που όμοιά της δεν θα μπορούσαμε σε καμία περίπτωση να φανταστούμε πριν ένα χρόνο, των κρατικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

·       στήριξη νοσοκομείων και της γενικότερης περίθαλψης,

·       αγορά εμβολίων και νοσοκομειακού υλικού για τους πολίτες τους,

·       κινητοποίηση της πολιτοφυλακής για την διευκόλυνση των μαζικών εμβολιασμών,

·       εκπαίδευσης των πολιτών για την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους κλπ.

Το πλέον όμως χαρακτηριστικό είναι η παρέμβαση του κράτους στην επιχειρηματική δραστηριότητα όπου, στον συγκεκριμένο τομέα, το νομοσχέδιο συνοδεύεται από προεδρικό διάταγμα που επιβάλλει την συνεργασία δύο αντιπάλων φαρμακευτικών εταιριών, ώστε να επιταχυνθεί η μαζική παραγωγή των εμβολίων.

Το νομοσχέδιο αυτό, επίσης, προβλέπει οικονομική στήριξη στο σύνολο της τοπικής αυτοδιοίκησης (σε πολιτείες και δήμους που έχουν χάσει εισόδημα λόγω της γενικότερης πτώχευσης των φορολογούμενων πολιτών). Επιπλέον. στοχεύει συγκεκριμένα στην στήριξη των εργατών και των αγροτών , κοινωνικών κατηγοριών που έχουν υποστεί τα βαρύτερα οικονομικά πλήγματα, αλλά και επαγγελμάτων εστίασης και άλλων τομέων της λεγόμενης «οικονομίας υπηρεσιών», των σχολείων και των παιδικών σταθμών, έτσι ώστε οι πτωχευμένες και άνεργες οικογένειες να μη χρειάζεται να συνεχίζουν να πληρώνουν δίδακτρα, ενώ ταυτόχρονα καλύπτει μέχρι και το ήμισυ των ασφαλιστικών εισφορών.

Έχει δε μεγαλύτερη σημασία ότι το νομοσχέδιο αυτό με τίτλο «Σχέδιο Σωτηρίας των Αμερικανών», σε μεγάλο μέρος του, πρόκειται για νομοθεσία υποδομής. Γεγονός που σημαίνει ότι δεν έχει πρόσκαιρη ισχύ και έχει δυναμική ισχύ και μετά την λήξη και πάροδο της πανδημίας.

Τα ελληνικά ΑΕΙ και ο “Bologna-ϊκός” εκσυγχρονισμός.

                           Όπως συνήθως στη χώρα μας, ιδιαιτέρως σε κύκλους που από τη φύση τους η διατύπωση των σκέψεων τους θα έπρεπε να σ...